Ανταρκτική, μέρος 3ο
2002Ανταρκτική: Η αφιλόξενη απέραντη λευκή ήπειρος.
Ένδυση και εξοπλισμός
Μετά από τις γενικές οδηγίες ακολούθησε επίδειξη του τρόπου ένδυσης και συμβουλές σχετικές με την επιλογή του ρουχισμού και του εξοπλισμού:
α) Χρειάζονταν 2 ή 3 ζεύγη κάλτσες, οι οποίες έπρεπε να εφαρμόζουν καλά στο πόδι, χωρίς ζάρες (για να μην πληγωθεί το δέρμα κατά τη διάρκεια της πορείας). Έτσι εξασφαλιζόταν ικανοποιητική θερμομόνωση.
β) Οι γαλότσες έπρεπε να φθάνουν μέχρι το γόνατο και στο επάνω άκρο να σφίγγουν με λουράκι στο πόδι, ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος εισόδου νερού. Ο λόγος είναι ότι στην Ανταρκτική επειδή δεν υπάρχουν προκυμαίες, αποβάθρες και λιμάνια, όλες οι αποβάσεις είναι… υγρές (wet landings). Το σκάφος, δηλαδή, πλησιάζει στην ακτή όσο μπορεί περισσότερο και κατόπιν οι επιβάτες πατούν με τα πόδια τους μέσα στη θάλασσα, για να βγουν μέχρι την ξηρά. Οπότε αν τα πόδια βραχούν, υπάρχει σαφής κίνδυνος κρυοπαγήματος, καθώς η θερμοκρασία του νερού είναι κοντά στο μηδέν…
Το πέλμα της γαλότσας από κάτω έπρεπε να είναι έντονα ανάγλυφο, ώστε να μειώνει τον κίνδυνο γλιστρήματος. Πριν από το ταξίδι είχα δεινοπαθήσει μέχρι να βρω γαλότσες που να πληρούν όλες αυτές τις προδιαγραφές… Επίσης, είναι χρήσιμο να έχει κανείς μαζί του κι ένα πτυσσόμενο μεταλλικό ορειβατικό ραβδί με μυτερή άκρη, το οποίο καρφώνεται στο χιόνι ή τον πάγο, προσφέροντας ένα επιπλέον σημείο στήριξης.
γ) Μαζί με τα εσώρουχα έπρεπε να φοράει κανείς συνήθως 3 μακριά παντελόνια (ανάλογα με τη θερμοκρασία) κι από πάνω ένα αδιάβροχο παντελόνι - σαλοπέτα, το οποίο ανεβαίνει μέχρι το στήθος και συγκρατείται με τιράντες. Αυτό έπρεπε να φοριέται επάνω (έξω) από τις μπότες-γαλότσες, για να φεύγουν τα νερά προς τα έξω και να μην μπαίνουν μέσα σ' αυτές.
δ) Για την προστασία του σώματος έπρεπε να χρησιμοποιούμε αλλεπάλληλα λεπτά στρώματα από συνθετικό fleece, ενδεχομένως γιλέκο (ή άνορακ) από πούπουλα και κατακόκκινη χονδρή πάρκα με κουκούλα και πελώριες εξωτερικές τσέπες. Όλα τα φερμουάρ έπρεπε να είναι καλυμμένα, γιατί αν έπιαναν πάγο θα ήταν αδύνατο να ανοίξουν. Το τελευταίο "στρώμα" (που φοριέται πάνω απ' όλα) ήταν μια πολύ ανθεκτική νιτσεράδα, δηλαδή ένα ευρύχωρο αδιάβροχο. Αυτό χρειαζόταν, κυρίως, για προστασία από τα νερά κατά τις διαδρομές με τα φουσκωτά σκάφη, όταν ο άνεμος έφερνε το κύμα μέσα σ' αυτά.
Είναι γνωστό πόσο περισσότερο αισθητό γίνεται το κρύο όταν είμαστε βρεγμένοι. Αλλά ακόμη κι όταν είναι κανείς τελείως στεγνός, ο συνδυασμός χαμηλής θερμοκρασίας και ισχυρού ανέμου έχει ως αποτέλεσμα η θερμοκρασία που νοιώθει το ανθρώπινο σώμα να είναι σημαντικά χαμηλότερη από εκείνη που δείχνει, την ίδια στιγμή, το θερμόμετρο. Για να εκφρασθεί αυτό το φαινόμενο χρησιμοποιείται ο συντελεστής ψύξης ανέμου (wind chill factor), που δίνει για κάθε ταχύτητα ανέμου πόσο χαμηλότερη είναι η αισθητή θερμοκρασία από την πραγματική (ακριβώς λόγω του ανέμου). Οι σχετικοί πίνακες δίνουν την ισοδύναμη θερμοκρασία για διάφορες εντάσεις ανέμου.
Παράδειγμα:
Πραγματική θερμοκρασία 0ο C:
- με άνεμο ταχύτητας 20 χλμ. / ώρα ισοδυναμεί με -10ο C.
- με άνεμο ταχύτητας 40 χλμ./ ώρα ισοδυναμεί με -16ο C!
Δεν είναι καθόλου περίεργο που ο συντελεστής wind chill factor επινοήθηκε και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ανταρκτική. Είναι δημιούργημα του Αμερικανού εξερευνητή Paul Siple, ο οποίος το 1941 διασχίζοντας την ήπειρο έκανε πειράματα για τον προσδιορισμό του. Σήμερα τον χρησιμοποιούν πλέον όλοι όσοι ασχολούνται με ακραία αθλήματα (extreme sports), επιβίωση, επιστημονικές αποστολές, στρατιωτικές επιχειρήσεις ή ασκήσεις, εξερευνήσεις κ.λπ.
ε) Για τα χέρια ήταν αναγκαία τουλάχιστον δύο ζευγάρια γάντια: εσωτερικά ένα λεπτό με 5 δάχτυλα από μετάξι, ελαστικό ή fleece και εξωτερικά ένα χονδρό αδιάβροχο ενιαίο, χωρίς δάχτυλα (δηλαδή που καλύπτει τα δάχτυλα όλα μαζί, για να περιορίζονται οι απώλειες θερμότητας). Τα εξωτερικά γάντια είναι κατασκευασμένα από διάφορα υλικά, συνδυασμένα σε στρώματα. Ένα από αυτά είναι απαραιτήτως μία μεμβράνη υδατοπερατή κατά τη μία μόνο κατεύθυνση από Goretex ή Sympatex (ή άλλο ειδικό συνθετικό υλικό) που επιτρέπει την έξοδο του ιδρώτα, αλλά όχι και την είσοδο του νερού.
Όταν χρειαζόταν να κάνει κάποιος λεπτές εργασίες (π.χ. να ρυθμίσει μία φωτογραφική μηχανή, να αλλάξει φιλμ, να κουμπώσει ένα κουμπί, να καθαρίσει τα γυαλιά του κ.λπ.) τότε έβγαζε τα χονδρά γάντια και έμενε μόνο με τα λεπτά, τα οποία του παρείχαν σχετική προστασία (για μικρό, όμως, χρονικό διάστημα) και συγχρόνως μεγαλύτερη ευελιξία στα δάχτυλα. Σε περιπτώσεις πολύωρης παραμονής στο ύπαιθρο ή σε ακραίες καιρικές συνθήκες ήταν απαραίτητο να φοράμε κι ένα τρίτο, ιδιαίτερα θερμομονωτικό, ζευγάρι γάντια…
στ) Το κεφάλι, εκτός από τη χοντρή κουκούλα που έχει η πάρκα, έπρεπε να προστατεύεται και από εφαρμοστό σκούφο, ο οποίος απαραιτήτως έπρεπε να σκεπάζει και τα αυτιά. Σε περίπτωση πολύ χαμηλών θερμοκρασιών και ισχυρών ανέμων απαραίτητος ήταν ένας ειδικός σκούφος, που κάλυπτε ολόκληρο το πρόσωπο (full-face) και άφηνε μικρά ανοίγματα μονάχα για τα μάτια και το στόμα. Ο σκούφος αυτός έχει διαφορετικές ονομασίες στις διάφορες γλώσσες: στα αγγλικά λέγεται balaclava (από την ομώνυμη περιοχή της Κριμαίας, όπου πρωτοχρησιμοποιήθηκε στη διάρκεια του πολέμου το 1854). Στα γερμανικά ονομάζεται sturmhaube (= καλύπτρα θύελλας), στα ιταλικά passamontagna (= περνάει το βουνό) και στα γαλλικά cagoule.
ζ) Για τον λαιμό επιτρεπόταν η χρήση καλύμματος σαν περιλαίμιο (neck gaitor), αλλά όχι κασκόλ, διότι υπήρχε ο κίνδυνος να μπλεχτούν κάπου οι άκρες του, ενδεχομένως με τραγικές συνέπειες. Επίσης, δεν επιτρεπόταν να κρατάμε απολύτως τίποτε στα χέρια μας. Η μεταφορά οποιουδήποτε αντικειμένου (π.χ. κιάλια, φωτογραφική μηχανή, πρόσθετος ρουχισμός κ.λπ.) έπρεπε να βρίσκονται μέσα σε σακίδιο πλάτης. Και τα δύο χέρια έπρεπε να είναι τελείως ελεύθερα για λόγους ασφαλείας, ώστε να μπορεί να αντιμετωπιστεί κάθε απρόοπτο.
Οδηγίες για τα φουσκωτά και τα ελικόπτερα
Έχοντας ιδιόκτητο φουσκωτό σκάφος και άδεια οδήγησης από το έτος 1970, νόμιζα ότι το θέμα μού ήταν απολύτως γνωστό. Όμως, εκεί υπάρχουν αρκετές ιδιομορφίες, οπότε η προετοιμασία για τα φουσκωτά σκάφη διαφορετική. Δηλαδή:
Πρώτα - πρώτα όλοι οι επιβάτες έπρεπε να φορούν υποχρεωτικά σωσίβιο. Τα σωσίβια είχαν χρώμα έντονο πορτοκαλί, ώστε να είναι ευδιάκριτα από μακριά και φουσκώνουν αυτομάτως μόλις βυθισθούν στο νερό. Διέθεταν, όμως, για ασφάλεια, σε περίπτωση μη λειτουργίας του αυτόματου μηχανισμού, τη δυνατότητα να φουσκωθούν εύκολα με το στόμα, μέσω σωλήνων. Στερεώνονταν με ιμάντες, οι οποίοι περνούσαν γύρω από τη μέση και ανάμεσα στα πόδια. Έπρεπε να είναι δεμένοι πολύ σφιχτά, ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος να ξεγλιστρήσουν τα σωσίβια και να ανέβουν προς τα επάνω, λόγω της άνωσης.
Η είσοδος και η έξοδος από το σκάφος έπρεπε αυστηρά να γίνεται από ένα - ένα άτομο και μόνο, μετά από άδεια του επικεφαλής της ομάδας. Αυτή η διαδικασία, που συνήθως είναι αστεία υπόθεση, στην Ανταρκτική έχει κρίσιμη σημασία. Γιατί αν κάποιος από αδεξιότητα ή άστοχες κινήσεις πέσει σε τόσο παγωμένα νερά (με θερμοκρασία ακόμη και κάτω από το μηδέν) μπορεί από την απότομη ψύξη, να πάθει ανακοπή καρδιάς…
Οι λεπτομερείς οδηγίες για την είσοδο στο φουσκωτό σκάφος ήταν οι εξής: Έπρεπε, οπωσδήποτε, να πατήσουμε σταθερά στη μέση του φουσκωμένου "λουκάνικου" και συγχρόνως να κρατηθούμε γερά με ειδικό τρόπο. Έπρεπε να αρπάξουμε με δύναμη τον καρπό του χεριού του ανθρώπου που μας υποδέχεται και να τον σφίξουμε με τη χούφτα και τα δάχτυλά μας. Εκείνος, ταυτοχρόνως, θα άρπαζε το δικό μας χέρι, επίσης από τον καρπό. Με το σύστημα αυτό (παλάμη με καρπό), έστω κι αν ο ένας από τους δύο για οποιαδήποτε λόγο (κούραση, φόβο, λιποθυμία κ.λπ.) χαλαρώσει τις δυνάμεις του, ο άλλος μόνος του θα μπορούσε να τον κρατήσει ή να κρατηθεί. Γι' αυτό απαγορευόταν να πιάνεται κανείς με τον συνηθισμένο τρόπο, δηλαδή με τα δάχτυλα και τις παλάμες, όπως γίνεται στις χειραψίες. Αυτή η διαδικασία κρατήματος (παλάμη με καρπό) είναι αποτέλεσμα μακροχρόνιας πείρας (από διάφορα ατυχήματα). Ας μη λησμονούμε ότι όλες οι επιφάνειες ήταν υγρές και γλιστερές και ότι το μικρό σκάφος δεν ήταν ακίνητο, αλλά κλυδωνιζόταν από τη θαλασσοταραχή!
Όσοι έχουν χρησιμοποιήσει φουσκωτό σκάφος αρκετές φορές διαθέτουν πείρα και η έξοδός τους από το σκάφος γίνεται όπως βολεύει καλύτερα. Αλλά αυτή η, ενδεχομένως, μεγάλη πείρα εκεί δεν ήταν αρκετή, γι' αυτό υπήρχε σαφής κανονισμός: απαγορευόταν να πατήσει κάποιος επάνω στο φουσκωμένο λουκάνικο και να σταθεί όρθιος. Για να αποβιβασθεί στην ακτή έπρεπε πρώτα να καθίσει επάνω στο λουκάνικο, κατόπιν να περιστρέψει το σώμα του προς το πίσω μέρος του σκάφους (όχι, δηλαδή, προς την πλώρη, επειδή αυτή είναι ανασηκωμένη ψηλότερα) και μετά να βγάλει τα πόδια του προς τα έξω. Στη συνέχεια έπρεπε να γλιστρήσει σιγά-σιγά μέχρι να πατήσουν οι γαλότσες του στον σχετικά ρηχό βυθό. Έτσι μειωνόταν σχεδόν στο μηδέν η πιθανότητα να χάσει κάποιος την ισορροπία του και να πέσει μέσα στα παγωμένα νερά. Οι διάφορες "ταρζανιές", όπως π.χ. το να πατήσει κανείς όρθιος επάνω στο λουκάνικο και να επιχειρήσει να πηδήξει έξω, απαγορεύονταν "δια ροπάλου", γιατί η τυχόν πτώση μπορεί να σήμαινε ακόμη και θάνατο!
Ενημερωθήκαμε όλοι για το ενδεχόμενο έκτακτης ανάκλησης. Το σύνθημα ταχείας επιστροφής στην ακτή και κατόπιν στο παγοθραυστικό σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης (π.χ. απρόβλεπτη επιδείνωση του καιρού, σοβαρό ατύχημα κ.λπ.) ήταν ένας πολύ μακρύς συριγμός από τη μεγάλη σειρήνα του πλοίου. Είναι αυτονόητο ότι σε μια τέτοια περίπτωση όλοι θα είχαν την υποχρέωση να εγκαταλείψουν οτιδήποτε κάνουν και να επιστρέψουν το ταχύτερο.
Για τις πτήσεις με τα ελικόπτερα ο ρουχισμός και ο εξοπλισμός ήταν ο ίδιος όπως και στις αποβάσεις με τα φουσκωτά (μακριές γαλότσες, σωσίβιο, σακίδιο κ.λπ.). Εκτός από σάλι ή κασκόλ, απαγορευόταν επίσης να έχει κάποιος ελεύθερα ρούχα (π.χ. ξεκούμπωτο αντιανεμικό, ανοιχτό άνορακ, λυμένη κουκούλα, περίσσευμα ζώνης κ.λπ.), γιατί υπήρχε ο κίνδυνος να παρασυρθούν από το ισχυρότατο ρεύμα αέρος των ελίκων και να εμπλακούν κάπου. Οι πτήσεις με τα δύο ελικόπτερα γίνονται σε ομάδες των δέκα ατόμων (από πέντε στο καθένα). Η προσέγγιση για την επιβίβαση γινόταν πάντοτε από εμπρός (ποτέ από πίσω ή από το πλάι, γιατί είναι επικίνδυνο), ένας-ένας και μόνο μετά από σχετικό νεύμα του αρμόδιου ασφαλείας (η φωνή δεν μπορεί να ακουστεί λόγω του φοβερού θορύβου των τεσσάρων κινητήρων).
Το δωμάτιο της λάσπης (mud room)
Στα τέλη του νότιου καλοκαιριού εκτός από χιόνια και πάγους υπάρχουν επίσης και λάσπες και χώματα στα νησάκια, που βρίσκονται στις παρυφές της Ανταρκτικής και βέβαια άμμος και βότσαλα κοντά στις ακτές. Προκειμένου να κυκλοφορήσουμε μέσα στο πλοίο έπρεπε να ξεπλύνουμε καλά τις μπότες / γαλότσες μας και τον υπόλοιπο εξοπλισμό μας απ' όλα αυτά.
Η διαδικασία γινόταν μέσα στον έναν ειδικό δωμάτιο λάσπης (=mud room), έναν "λασποθάλαμο". [Το mud room στην Ανταρκτική είναι το ανάλογο του ski room των ξενοδοχείων των χειμερινών σπορ στις Άλπεις κ.λπ.]. Η διαδικασία γινόταν με τη βοήθεια μάνικας και ενός ρηχού δοχείου με νερό και έντονα ανάγλυφο πάτο για να καθαρίζουν καλά οι σόλες. Όλος ο βρεγμένος εξοπλισμός παρέμενε στον λασποθάλαμο για να στεγνώσει μέχρι την προσεχή εξόρμηση. Επίσης, πριν από κάθε έξοδο από το πλοίο, είτε με φουσκωτό είτε με ελικόπτερο, περνούσαμε υποχρεωτικά από τον ειδικό αυτό χώρο. Εκεί φορούσαμε όλο τον εξωτερικό εξοπλισμό (γαλότσες, αδιάβροχα, σωσίβια).
Το mud room βρισκόταν στο κατάστρωμα Νο 3. Ουσιαστικά δεν ήταν δωμάτιο, αλλά ένας πολύ μακρύς διάδρομος, με ένα πάγκο του ιδίου μήκους (ώστε να κάθεσαι επάνω για να φορέσεις ή να αφαιρέσεις τις λαστιχένιες μπότες / γαλότσες), αλλά και με πολλούς χώρους εναποθήκευσης του εξοπλισμού, κρεμάστρες για τα αδιάβροχα παντελόνια, τις πάρκες κ.λπ. και ράφια για τα μικροαντικείμενα (π.χ. γάντια, σκούφιες). Αυτή η διαδικασία δεν ήταν και τόσο εύκολη, αφού φορούσες διπλές χονδρές κάλτσες και οι γαλότσες σού έφθαναν ψηλά μέχρι το γόνατο, ενώ συγχρόνως ήταν πολύ εφαρμοστές (απαραίτητο για τις πορείες). Μία φορά βγάζοντας τις γαλότσες, έπαθα μία μικρή θλάση μυών από την πολλή προσπάθεια, ευτυχώς χωρίς σοβαρές συνέπειες.
Ο πίνακας με τις "ταυτότητες" (tag board)
Στον λασποθάλαμο (απ' όπου περνούσε κανείς υποχρεωτικά τόσο στην είσοδο όσο και στην έξοδο) υπήρχε στον τοίχο ένας μεγάλος πίνακας ("tag board") στον οποίο ήταν κρεμασμένες μικρές, στρογγυλές, μεταλλικές, αριθμημένες πινακίδες, όπως π.χ. στις κλειδοθήκες. Σε κάθε ένα άτομο, το οποίο βρισκόταν επάνω στο πλοίο (επιβάτη ή πλήρωμα ή επιστήμονα) αντιστοιχούσε μια χωριστή και απολύτως προσωπική πινακίδα, σαν ταυτότητα, που έγραφε τον αριθμό της καμπίνας του και μετά ένα γράμμα Α, Β, C κ.λπ. προς διάκριση, σε περίπτωση που στην ίδια καμπίνα έμεναν περισσότερα από ένα άτομα. Κάθε τέτοια πινακίδα (καρτελάκι) είχε λευκό χρώμα στην μία όψη και κόκκινο στην άλλη. Το λευκό σήμαινε ότι το αντίστοιχο πρόσωπο βρισκόταν μέσα στο πλοίο ενώ το κόκκινο ότι απουσίαζε (ήταν εκτός σκάφους). Πριν αναχωρήσει, είτε με φουσκωτό είτε με ελικόπτερο, κάθε άτομο ήταν υποχρεωμένο να γυρίσει την ατομική πινακίδα του στην κόκκινη πλευρά, αυτοπροσώπως. Μόλις επέστρεφε έπρεπε (και πάλι αυτοπροσώπως), να την επαναφέρει στη λευκή. Δεν επιτρεπόταν σε κανέναν άλλο, έστω και πολύ φίλο ή στενό συγγενή, να γυρίσει την πινακίδα άλλου προσώπου. Έτσι, ανά πάσα στιγμή μπορούσε ο πλοίαρχος να γνωρίζει πόσα άτομα ευρίσκονται μέσα στο τεράστιο πλοίο και πόσα έξω. Αυτό ήταν θέμα κυριολεκτικά ζωής ή θανάτου, γιατί αν κάποιος ξεχαστεί στην Ανταρκτική, ο θάνατος είναι σίγουρος. Και βέβαια εκεί δεν υπάρχουν κινητά τηλέφωνα για να ειδοποιήσει κανείς ότι τον ξέχασαν… Αυτό το σύστημα ήταν ιδιαιτέρως σημαντικό, πραγματικά σωτήριο για όσους ταξιδεύουν μόνοι, όπως εγώ, αφού δεν υπάρχει κανείς που θα μπορούσε να αντιληφθεί την απουσία μου επάνω στο πλοίο. Αν βέβαια συνταξιδεύεις με το "έτερόν σου ήμισυ" ίσως να είναι ένας σατανικός, πρωτότυπος και αποτελεσματικός τρόπος για να απαλλαγείς από αυτό… Όπως μου διηγήθηκε ένα μέλος του πληρώματος, στο προηγούμενο ταξίδι του πλοίου, μία σύζυγος αναποδογύρισε το καρτελάκι του συζύγου της, χωρίς αυτός να έχει επιστρέψει στο πλοίο! Τελικά, ο σύζυγος γύρισε από την ακτή με την τελευταία βάρκα και κανείς δεν έμαθε ποτέ αν υπήρχε σκοπιμότητα και δόλος σ' αυτή την ενέργεια της (πολυαγαπημένης άραγε;) συζύγου (ή μήπως μελλοντικής κληρονόμου;).
Δυστυχώς, περιπτώσεις όπου έχουν ξεχαστεί άνθρωποι σε ερημικά μέρη υπάρχουν αρκετές, ιδίως σε τροπικές περιοχές (όσο κι αν αυτό φαίνεται απίστευτο...). Σχεδόν πάντοτε το αποτέλεσμα είναι θάνατος! Ίσως το πιο διάσημο από αυτά τα φοβερά λάθη να είναι αυτό που συνέβη στο Great Barrier Reef της Αυστραλίας το 1998. Το πληροφορήθηκα όταν έκανα εκεί καταδύσεις τον Νοέμβριο του 2002. Ένα καταδυτικό σκάφος αναχώρησε από την περιοχή των καταδύσεων, λησμονώντας εκεί κατά λάθος ένα ζευγάρι δυτών, οι οποίοι δυστυχώς δεν βρέθηκαν ποτέ! Αυτό το τραγικό συμβάν αποτέλεσε το θέμα της κινηματογραφικής ταινίας "Open Water" (ο ελληνικός τίτλος της είναι "Άγριος Ωκεανός").
Μετά την πλήρη ενημέρωση έγραψα με ανεξίτηλο μαρκαδόρο επάνω στον εξοπλισμό μου (π.χ. στις μπότες), τον οποίο θα άφηνα στο mud room, το όνομά μου ή, όπου αυτό δεν χωρούσε ολόκληρο, τα αρχικά μου μόνο. Τον κατάλληλο μαρκαδόρο τον είχα φέρει μαζί μου από την Ελλάδα ακριβώς γι' αυτό το λόγο. Από την πικρή πείρα μου από άλλες δραστηριότητες και ταξίδια (π.χ. καταδύσεις, εξερευνήσεις σπηλαίων, σαφάρι κ.λπ.) γνωρίζω πολύ καλά ότι το όνομα βοηθάει, ώστε να μην πάρει κάποιος κατά λάθος πράγματα άλλου, ιδίως με τη βιασύνη και τη σύγχυση που επικρατεί όταν όλα τα μέλη της ομάδας προετοιμάζονται, συγχρόνως, μέσα σε στενό και κακοφωτισμένο χώρο.
Για παράδειγμα, στο νησί Bonaire της Καραϊβικής μου πήρε κάποιος τα βατραχοπέδιλά μου, που τα είχα φέρει από την Ελλάδα γιατί με βόλευαν πολύ (εκείνη την εποχή δεν έγραφα ακόμα το όνομά μου...). Τα καλά βατραχοπέδιλα δεν είναι απλώς θέμα άνεσης, αλλά βασικός παράγων επιβίωσης κάτω από αντίξοες συνθήκες (ισχυρά ρεύματα, μεγάλα κύματα κ.λπ.). Σε μια κατάδυση στο νησί Yap του Ειρηνικού Ωκεανού μου κόπηκε το λουράκι ενός νοικιασμένου βατραχοπέδιλου και το έχασα, με αποτέλεσμα να κινδυνέψω σοβαρά... Αυτό μου έγινε μάθημα και από τότε επιδιώκω, πάση θυσία, να έχω μαζί μου όλο τον εξοπλισμό μου!
Το απόγευμα πλησιάσαμε τα νησιά South Shetland, περνώντας από το Στενό (ή κανάλι) του Νέλσωνα, ανάμεσα στα νησάκια Nelson και Robert. Επειδή στο ταξίδι δεν είχαμε συναντήσει ισχυρή θαλασσοταραχή, φθάσαμε σχετικά νωρίς. Ένας από τους ναυτικούς με πληροφόρησε ότι στο προηγούμενο ταξίδι του παγοθραυστικού δεν κατόρθωσαν να αποβιβασθούν καθόλου, επειδή φυσούσε πολύ ισχυρός άνεμος! Μέχρι τώρα εμείς είχαμε σταθεί πάρα πολύ τυχεροί.
Τα παγοαπωθητικά πλοία σταματούν κάπου στην περιοχή εκείνη και δεν διακινδυνεύουν να προχωρήσουν νοτιότερα, για να μην αποκλειστούν από τους πάγους. Από εκεί και πέρα φαινόταν πια καθαρά η διαφορά και η υπεροχή των παγοθραυστικών.
Η απόβαση στο νησί Η.Ο.
Αφού εκδόθηκε από τη γέφυρα του πλοίου το καθημερινό μετεωρολογικό δελτίο με την πρόβλεψη του καιρού, μας πληροφόρησαν από τα μεγάφωνα ότι πλησιάζαμε στην ακτή και πως η πρώτη ομάδα έπρεπε να ετοιμάζεται για αποβίβαση. Με μεγάλη ανυπομονησία, μετά από τόσο μακρύ και κουραστικό ταξίδι για να φθάσω μέχρι εκεί κάτω - στη νότια εσχατιά της Γης, έτρεξα προς τον λασποθάλαμο. Ήταν, βέβαια, η πρώτη φορά, οπότε όλοι δυσκολευθήκαμε. Ακόμη και ο εντοπισμός του λασποθαλάμου μέσα σ' αυτό το μεγάλο πλοίο δεν ήταν εύκολη υπόθεση.
Δεν πήρα μαζί μου τη μεγάλη και βαριά φωτογραφική μηχανή με τον ισχυρό τηλεφακό zoom, για να έχω σχετική άνεση κινήσεων. Αυτή είναι μία πάγια τακτική, που εφαρμόζω σε όλες τις εξορμήσεις. Την πρώτη φορά, που είναι ανιχνευτική για απόκτηση πείρας, για εξοικείωση με τον εξοπλισμό και προπόνηση, προσπαθώ πάντοτε να είμαι όσο το δυνατόν πιο ελαφρύς και ευέλικτος.
Βρισκόμασταν στο μικροσκοπικό νησάκι Αitcho, το οποίο χαρτογραφήθηκε μόλις το 1936 από μία εξερευνητική αποστολή του Βρετανικού Ναυαρχείου. Η θερμοκρασία του αέρος έφθανε μόλις τον 1 βαθμό Κελσίου. Γεμάτος ανυπομονησία φόρεσα στα γρήγορα το σωσίβιο, το έσφιξα γερά και πήγα στη σκάλα του πλοίου. Σε λιγάκι ήρθε κι η σειρά μου. Κρατήθηκα από την κουπαστή και με τα δυο μου χέρια για να κατέβω τη σκάλα και με μεγάλη προσοχή επιβιβάστηκα στο μικρό φουσκωτό.
Του έδωσαν το όνομα της Υδρογραφικής Υπηρεσίας: Hydrographic Office (που για συντομία αναφέρεται με τα αρχικά γράμματα Η.Ο., τα οποία προφέρονται"Aitcho"). Έτσι προέκυψε η σημερινή ονομασία του νησιού! Οι γεωγραφικές συντεταγμένες του είναι: 62ο 25,6'S 59o 13,1'W.
Όλα τα μέλη του πληρώματος που βρίσκονταν σε υπηρεσία μέσα στο πλοίο, στα φουσκωτά ή στην ξηρά, καθώς και το επιστημονικό προσωπικό, συνεννοούνταν μεταξύ τους με ειδικά, στιβαρά και αδιάβροχα walkie-talkie. Για να τα ασφαλίζουν και για να μη χρειάζονται να δεσμεύσουν το ένα τους χέρι για να τα κρατάνε, είχαν επινοήσει το εξής σύστημα: Κάθε φορητός πομποδέκτης ήταν δεμένος με ένα λεπτό σχοινάκι σε σχήμα κλειστού βρόγχου (δηλαδή οι άκρες του ήταν δεμένες μεταξύ τους, ώστε να κλείνει ο κύκλος). Ο βρόγχος ήταν περασμένος γύρω από το σώμα, ακριβώς κάτω από τις δύο μασχάλες και μετά ένας δεύτερος κύκλος πάνω από τον δεξιό ώμο, ώστε ο πομποδέκτης να κρέμεται κοντά στο στόμα και στο δεξιό αφτί. Έτσι, ήταν πάντα προσιτός για επικοινωνία, χωρίς καν να χρειάζεται ο άνθρωπος να τον αγγίξει με το χέρι του!
Το φουσκωτό σκάφος μας προσέγγιζε την ξηρά με μικρή ταχύτητα. Στην επιφάνεια της θάλασσας επέπλεαν μικρά κομμάτια πάγου. Μόλις φθάσαμε στην ακτή, ένας-ένας -με μεγάλη προσοχή και ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες- καθόταν επάνω στο πλευρικό "λουκάνικο", πατούσε πρώτα το ένα πόδι μέσα στα παγωμένα νερά και μετά το άλλο. Εκεί φάνηκε πόσο απαραίτητες ήταν οι γαλότσες, οι οποίες έφθαναν ψηλά μέχρι το γόνατο.
Η πρώτη επαφή με την πανίδα της Ανταρκτικής
Το νησάκι ήταν κυριολεκτικά γεμάτο από πιγκουίνους και φώκιες. Προχωρήσαμε πολύ αργά και σε απόσταση από τα ζώα, για να μην τα τρομάξουμε. Ανεβήκαμε στη ράχη ενός λόφου, απ' όπου η θέα ήταν εντυπωσιακή και μετά κατηφορίσαμε στην ακτή, που βρισκόταν στην πίσω μεριά. Το έδαφος ήταν καλυμμένο με χιόνια, αλλά υπήρχαν και γυμνά βράχια. Οι πιγκουίνοι ήταν κυριολεκτικά χιλιάδες. Αν και βρισκόμασταν σε μικρή απόσταση, δεν φοβόντουσαν και δεν έφευγαν, γιατί κανένας άνθρωπος δεν τους έχει πειράξει εδώ και δεκάδες χρόνια. Σιγά-σιγά ξεθάρρευαν ακόμη περισσότερο. Μερικοί, προς μεγάλη μας αγαλλίαση, μάς πλησίασαν πολύ κοντά. Δεν ξέρω ποιος είχε τη μεγαλύτερη περιέργεια: εκείνοι ή εμείς;
Καθώς ήταν η εποχή που άλλαζαν φτέρωμα πολλοί στέκονται ακίνητοι επάνω σε κάποιο βράχο και ολόγυρά τους ήταν πεσμένα πάμπολλα μικρά λευκά φτερά. Ακόμα κι όταν τους πλησιάσαμε, δεν το κουνήσανε από τη θέση τους. Εγώ είχα μαζί μου δύο μικρές φωτογραφικές μηχανές, μία για slides και μία για φωτογραφίες. Ευτυχώς, οι δύο μεγάλες εξωτερικές τσέπες της πάρκας μου χωρούσαν όχι μόνο τις δύο φωτογραφικές μηχανές αλλά και εφεδρικούς ρόλους φιλμ. Ακόμα και παραγγελία να την είχα κάνει δεν θα ήταν τόσο βολική! Έτσι, σπάνια χρειαζόταν να βγάλω το σακίδιο από την πλάτη μου για να πάρω κάτι.
Αυτό το ταξίδι του παγοθραυστικού Kapitan Dranitsyn ήταν το τελευταίο στην Ανταρκτική, πριν αρχίσει ο νότιος πολικός χειμώνας. Στη συνέχεια το πλοίο είχε ναυλωθεί από μία εταιρεία, η οποία θα έκανε έρευνες για ανεύρεση πετρελαίου στον Βόρειο Παγωμένο Ωκεανό. Οπότε και για τους ναυτικούς ήταν η τελευταία ευκαιρία για να δουν την Ανταρκτική. Όσοι δεν είχαν υπηρεσία έπαιρναν άδεια για να αποβιβασθούν στην ακτή. Οι εμπειρίες αυτές θα τους "δροσίζουν" όταν αργότερα θα διαβαίνουν τον Ισημερινό, επιστρέφοντας στη Ρωσία. Αυτό το μελλοντικό ταξίδι, όπως μου είπαν, ήδη είχε αρχίσει να τους απασχολεί, γιατί η φοβερά υγρή και πνιγηρή ζέστη των τροπικών ήταν ανυπόφορη μέσα στο παγοθραυστικό, που βέβαια δεν διέθετε κλιματισμό… Σημειωτέον ότι τα πυρηνοκίνητα παγοθραυστικά, όπως π.χ. το Υamal, δεν διακινδυνεύουν να πάνε στο νότιο ημισφαίριο, επειδή οι θερμοκρασίες κατά τη διάσχιση των θερμών περιοχών του Ισημερινού είναι επικίνδυνα υψηλές για το σύστημα ψύξης των πυρηνικών αντιδραστήρων τους!
Λίγο πιο κάτω, δύο πελώριοι θαλάσσιοι ελέφαντες πάλευαν μεταξύ τους στην ακτή. Όταν τους πλησίασε κάποιος από την ομάδα μας άρχισαν να βρυχώνται απειλητικά. Τότε ένας από τους επιστήμονες πήρε στα χέρια του ένα χοντρό ξύλο, που είχε ξεβράσει η θάλασσα, για να το χρησιμοποιήσει σαν ρόπαλο σε περίπτωση που τα ζώα αγρίευαν περισσότερο.
Χαριτωμένες εμπειρίες με τους πιγκουίνους
Είχαμε την τύχη να δούμε και πολύ τρυφερές στιγμές: Ένας πιγκουίνος ανέβηκε επάνω σ' ένα υψωματάκι, τεντώθηκε όρθιος προς τα επάνω, με το ράμφος του να κατευθύνεται προς τον ουρανό, κι έβγαλε μια δυνατή, στριγκιά κραυγή. Τότε, από αρκετά μακριά, ήρθε τρέχοντας το μικρό του, έβαλε το ράμφος του μέσα στο στόμα του γονιού του κι άρπαξε το φαγητό με μανία. Όταν το φαγητό τέλειωσε, το λαίμαργο πιγκουινάκι, που φαίνεται ότι δεν είχε χορτάσει, ήθελε κι άλλο. Άρχισε, λοιπόν, να κυνηγάει από πίσω τον γονιό του και να σκούζει δυνατά. Τα δύο πουλιά έτρεχαν σε αρκετή απόσταση, εμπρός το μεγάλο κι από πίσω το μικρό. Το κυνηγητό σταμάτησε μόνο όταν ο μεγάλος πιγκουίνος μπήκε στη θάλασσα! Είχα εντυπωσιασθεί από τη φοβερή ικανότητα των πιγκουίνων να διακρίνουν τα μωρά τους ανάμεσα σε χιλιάδες άλλα!
Στην περιοχή υπήρχαν και αρκετά άλλα είδη πουλιών, κυρίως skua και petrel.
Όσο περνούσε η ώρα τόσο οι πιγκουίνοι εξοικειώνονταν με τους ανθρώπους και ξεθάρρευαν. Τα μικρά, όπως συμβαίνει σε όλα τα είδη των ζώων, είχαν τη μεγαλύτερη περιέργεια. Άρχισαν να δαγκώνουν με το ράμφος τους ρούχα, γαλότσες, ιμάντες από κιάλια ή από φωτογραφικές μηχανές, σωσίβια κι ό,τι άλλο μπορούσαν να φθάσουν. Απογοητεύονταν όταν διαπίστωναν ότι όλα αυτά τα περίεργα και πολύχρωμα, πρωτόγνωρα αντικείμενα δεν τρώγονταν…
Μια κοπέλα ξάπλωσε επάνω στο χιόνι, για να φωτογραφίσει τα πουλιά από πιο κοντά. Εκείνα τότε άρχισαν να δοκιμάζουν με το ράμφος τους τα μαλλιά της! Αλλά η πιο αστεία σκηνή συνέβη με ένα Ρώσο, μέλος του πληρώματος, που ξάπλωσε ανάσκελα για να απαθανατίσει τους πιγκουίνους με τη βιντεοκάμερά του από πολύ κοντά. Τα πουλιά άρχισαν τότε να δαγκώνουν με το ράμφος τους τα μανίκια και το παντελόνι του Ρώσου και να τα τραβάνε. Όταν, όμως, έφθασαν στο κρισιμότερο σημείο κι άρχισαν να ραμφίζουν με μανία το "πουλί" του Ρώσου, ξεκαρδιστήκαμε όλοι στα γέλια. Ήταν μία σκηνή τελείως απίθανη κι ανεπανάληπτη, που δεν περιγράφεται! Συνεχίσαμε τη φωτογράφηση μέχρι που μας τελείωσαν τα φιλμ.
Η γέννηση ενός παγόβουνου
Κάποια στιγμή ακούστηκε ένας πάρα πολύ δυνατός, υπόκωφος θόρυβος από μακριά, που έμοιαζε με βροντή ή έκρηξη. Ήταν ένα πελώριο κομμάτι πάγου, που είχε αποσπαστεί από ψηλά, από έναν προαιώνιο παγετώνα κι έσκασε με πάταγο μέσα στη θάλασσα. Ήμασταν λοιπόν αυτόπτες μάρτυρες στη γέννηση ενός νέου παγόβουνου… Άραγε πόσους τόνους να ζύγιζε το "νεογέννητο"; Καθώς σκάσε μέσα στη θάλασσα δημιούργησε ένα μεγάλο κύμα, σαν να ήταν τσουνάμι, εξαιρετικά επικίνδυνο για όποιο πλοιαράκι θα βρισκόταν στην περιοχή.
Οι παγετώνες έχουν συχνά χρώμα ελαφρώς γαλάζιο και σε άλλες ηπείρους έχουν γκριζωπά ίχνη, ιδίως στις παρυφές τους, που οφείλονται σε πετρώματα που συμπαρασύρουν στο διάβα τους, καθώς κινούνται πολύ αργά προς τα χαμηλότερα.
Στην ακτή μείναμε περίπου δυόμισι ώρες. Φορέσαμε τα σωσίβιά μας και μπήκαμε στα φουσκωτά, ενώ εκείνοι που είχαν κουραστεί γρηγορότερα είχαν ήδη επιστρέψει στο πλοίο. Στον λασποθάλαμο πλύναμε όλοι τις μπότες και τα αδιάβροχα παντελόνια-φόρμες μας.
Λίγο αργότερα ακούσαμε από τα μεγάφωνα να προσκαλούν έναν επιβάτη να εμφανισθεί. Τι είχε συμβεί; Το ταμπελάκι του στον πίνακα tag board ήταν κόκκινο! Τελικά, αποδείχθηκε ότι βρισκόταν επάνω στο πλοίο, αλλά είχε λησμονήσει να γυρίσει την ατομική του πινακίδα στη λευκή πλευρά… Μόλις διευκρινίσθηκε το θέμα, ξεκινήσαμε με κατεύθυνση προς Νότο.
Από τα φινιστρίνια έβλεπα τους πάγους, που επέπλεαν στην επιφάνεια της θάλασσας. Σε τέτοια δύσκολα ταξίδια ήταν προτιμότερο να μην έχεις δει ποτέ την ταινία με το ναυάγιο του «Τιτανικού»… Γιατί, όπως και να το κάνουμε δεν είναι εύκολο να διώξεις τις τραγικές εικόνες από το μυαλό σου και τις απαίσιες φοβίες από την ψυχή σου…
Από τα μεγάφωνα ξαφνικά ανακοίνωσαν: «Φάλαινα Humpback στα αριστερά». Κάθε φορά που από τη γέφυρα του πλοίου παρατηρούσαν κάτι ενδιαφέρον, αμέσως μας ενημέρωναν. Πραγματικά η τεράστια υβοφόρος φάλαινα κούνησε μεγαλοπρεπώς την ουρά της και μετά βούτηξε με χάρη στα νερά του ωκεανού.
Ακολούθησε συζήτηση και επίλυση αποριών από τους επιστήμονες στο αμφιθέατρο. Κατά το σούρουπο φάνηκε στην ακτή ένας γαλαζωπός παγετώνας. Μετά το δείπνο άρχισε να νυχτώνει. Στον ουρανό διακρίνονταν σκούρα σύννεφα, η ακτή ήταν καλυμμένη από χιόνια, η θάλασσα είχε πάρει χρώμα μολυβί, που διεκόπτετο μόνο από τα λευκά παγόβουνα που επέπλεαν.
Η ώρα είχε φτάσει ήδη 22:30, μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ημέρα είχε τελειώσει κι έτσι αποσύρθηκα για ύπνο.
Στο στενό του Gerlache
Παρασκευή, 1.3.2002, Κανάλι Neymayer, Neko Harbour
Ταξιδεύαμε όλη τη νύχτα. Το πρωί ξύπνησα στις 7:00 και έξω από το φινιστρίνι μου είδα να περνούν ένα σωρό παγόβουνα, μερικά, μάλιστα, πολύ μεγάλα. Είχαμε πλησιάσει λίγο περισσότερο προς τον Πόλο, προχωρώντας πιο νότια, και η διαφορά ήταν πλέον πολύ αισθητή. Στις ακτές δεν υπήρχε πια ίχνος ακάλυπτης ξηράς. Παντού βλέπουμε χιόνια και πάγους.
Η θερμοκρασία του νερού ήταν -2ο C και του αέρα αρκετά χαμηλότερη. Παντού στο κατάστρωμα είχε σχηματιστεί ένα λεπτό στρώμα πάγου, που γλιστρούσε φοβερά. Για να μην καθυστερήσω, δεν ξυρίστηκα. Πήρα στα γρήγορα το πρωινό μου κι ανέβηκα στη γέφυρα. Η θέα από εκεί ψηλά ήταν πανοραμική, καλύτερη κι από πύργο ελέγχου αεροδρομίου. Έβλεπες τριγύρω και στις 360 μοίρες χωρίς κανένα εμπόδιο. Βρισκόμασταν στο στενό του Gerlache, που χωρίζει τη Χερσόνησο της Ανταρκτικής από τα γειτονικά νησιά.
Το στενό πήρε το όνομά του από τον Βέλγο εξερευνητή Adrien de Gerlache, ο οποίος το ανακάλυψε στο ταξίδι του, με το πλοίο «Belgica», μεταξύ 1897 και 1899.
Το θέαμα ολόγυρά μας ήταν μαγευτικό: εκατοντάδες παγόβουνα, μεγάλα και μικρά, αναρίθμητοι πάγοι και παγάκια, επέπλεαν παντού. Μερικά παγόβουνα χτυπούσαν στα πλευρά του καραβιού με πολύ θόρυβο, αλλά αυτό συνέχιζε το δρόμο του απτόητο. Δεν προλάβαινα να κοιτάζω και να φωτογραφίζω προς όλες τις κατευθύνσεις. Ευτυχώς η γέφυρα του πλοίου είχε πελώριες διαστάσεις. Η μεγάλη ευρυχωρία της μας επιτρέπει να κυκλοφορούμε παντού ελεύθερα, χωρίς να ενοχλούμε την εργασία των ναυτικών και χωρίς να δημιουργείται πουθενά συνωστισμός επιβατών, θεατών και φωτογράφων.
Η πρώτη φώκια, που διακρίναμε από μακριά, ξαπλωμένη επάνω σ' ένα παγόβουνο, είχε τρομερή επιτυχία. Φωτογραφήθηκε περισσότερο κι από μεγάλη σταρ του Hollywood! Μετά είδαμε κι άλλη κι αργότερα πολλές άλλες, είτε μόνες τους, είτε ζευγάρια, είτε σε ομάδες. Μερικές ενοχλούνταν από την εμφάνιση του πελώριου πλοίου και έσπευδαν να εξαφανιστούν μέσα στο νερό. Έπεφταν στη θάλασσα είτε κατ' ευθείαν από ψηλά, όταν το παγόβουνο ήταν απότομο, είτε γλιστρώντας με τσουλήθρα πολύ άνετα, όταν η πλαγιά έχει μικρή κλίση. Αρκετές φώκιες, όμως, προτιμούσαν να παραμείνουν στη θέση τους ακίνητες, όντας απτόητες, ατρόμητες ή απλώς αδιάφορες… Δεν προλάβαινα να αλλάζω φιλμ στις 3 φωτογραφικές μηχανές μου. Τα κιάλια μού ήταν πλέον άχρηστα, όχι μόνο γιατί βρισκόμασταν τώρα αρκετά κοντά αλλά κι επειδή δεν είχα καθόλου χρόνο για ρύθμιση κι εστίαση.
Μερικοί πιγκουίνοι κολυμπούσαν, ενώ άλλοι αναπαύονταν επάνω στους πάγους. Παρατήρησα, προσεκτικά, τις λεπτομέρειες στα παγόβουνα, που περνούσαν πλάι στο πλοίο. Το μεγαλύτερο μέρος του όγκου τους βρισκόταν κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Τα νερά πολύ κοντά στα παγόβουνα, όπως τα βλέπαμε από το ύψος της γέφυρας, είχαν υπέροχο ανοιχτό τιρκουάζ-γαλάζιο χρώμα, καθώς πίσω τους βρισκόταν ο λευκός πάγος. Επάνω σε μερικά απ' αυτά υπήρχαν λιμνούλες με νερά πρασινωπά-τιρκουάζ, που δεν είχαν παγώσει. Αποτελούσαν μία πολύ περίεργη ιδιορρυθμία της φύσης. Αυτές οι μικρές λίμνες ονομάζονται Polynya. Η λέξη είναι ρωσική κι έχει πολιτογραφηθεί στο λεξιλόγιο των όρων που χρησιμοποιούνται στην Αρκτική και την Ανταρκτική. Το γλωσσάριο των πολικών περιοχών είναι κυριολεκτικά διεθνές, γιατί όχι μόνο χρησιμοποιείται από όλους, αλλά κι επειδή έχει ενσωματώσει λέξεις από πολλές διαφορετικές γλώσσες, κυρίως από τους Εσκιμώους, από τη Σιβηρία, από τη Λαπωνία κ.λπ.
Στο κανάλι Neumayer και στο Neko Harbour
Είχαμε προχωρήσει αρκετά πιο νότια και διασχίζαμε πια το «Neumayer Channel». Προχωρούσαμε επί πολλή ώρα και δεν βλέπαμε πουθενά, μα πουθενά, διέξοδο. Ήταν αφάνταστα μακρύτερο και πολυπλοκότερο από το Βαθύ της Ιθάκης. Νόμιζες ότι παντού ήταν κλειστά, αλλά την τελευταία στιγμή σε μια στροφή διαπίστωνες ότι το κανάλι συνεχίζει. Προχωρούσες πιο πέρα, πάλι χωρίς να μπορείς να διακρίνεις τη συνέχεια. Κι όμως υπήρχε. Το καράβι, όπως ήταν λογικό, προχωρούσε με μικρή ταχύτητα, όχι μόνο επειδή το πέρασμα ήταν στενό, αλλά και επειδή ήταν γεμάτο με πελώρια παγόβουνα.
Πρόκειται για ένα στενό οφιοειδές κανάλι, που έχει μήκος 25 χιλιόμετρα και βρίσκεται ανάμεσα στα νησιά Anvers και Wiencke. Πήρε το όνομά του από τον Γερμανό γεωφυσικό Georg von Neumayer. Επάνω στο νησί Anvers υπάρχει το όρος Francais ύψους 2.760 μέτρων (σχεδόν όσο ο Όλυμπος!) με αρκετούς παγετώνες.
Τελικά, φθάσαμε στο λιμανάκι «Neko Harbour». Η λέξη «λιμάνι» είναι παραπειστική, αφού δεν υπήρχε κανενός είδους υποδομή. Επρόκειτο για έναν απλό όρμο, κάπως προφυλαγμένο από τα κύματα. Το πλοίο σταμάτησε. Ευτυχώς επικρατούσε νηνεμία και λιακάδα, με λίγα σύννεφα μόνο. Ο καιρός ήταν εξαιρετικός και πολύ ευνοϊκός για όλες τις δραστηριότητες.
Το τοπωνύμιο Neko προέρχεται από το όνομα ενός πλωτού εργοστασίου επεξεργασίας φαλαινών, που επισκεπτόταν συχνά την περιοχή κατά τη χρονική περίοδο 1911 - 1924. Ο όρμος Neko βρίσκεται στον μεγάλο κόλπο Andvord Bay.
Μοιραστήκαμε σε ομάδες. Μερικοί θα επιβιβάζονταν πρώτα στα φουσκωτά για να βγουν στην ακτή, ενώ άλλοι θα επιβιβάζονταν πρώτα στα δύο ελικόπτερα για να πετάξουν πάνω από την παγωμένη ήπειρο. Κατόπιν θα επιστρέφαμε όλοι στο παγοθραυστικό, για να εναλλάξουμε τους προορισμούς μας. Χρόνος, όμως, για να ανταλλάξουμε εντυπώσεις δεν υπήρχε, παρά μόνο το βράδυ στο δείπνο ή πίνοντας καφέ στο μπαρ.
Προετοιμαστήκαμε για την έξοδο όσο μπορούσαμε πιο γρήγορα. Ο εξοπλισμός και ο ρουχισμός και για τα δύο είδη εξόρμησης ήταν ο ίδιος. Και στις δύο περιπτώσεις φορούσαμε π.χ. υποχρεωτικώς τα σωσίβιά μας.
Στο mud room, όμως, με περίμενε μια δυσάρεστη έκπληξη. Όσο κι αν έψαξα δεν μπόρεσα να βρω τις ψηλές μπότες-γαλότσες μου, που είχα εντοπίσει, αγοράσει και μεταφέρει από την άλλη άκρη της Γης με τόσο κόπο, ειδικά γι' αυτές τις εξορμήσεις. Ακόμη και το ότι είχα προνοήσει να γράψω επάνω με μεγάλα γράμματα το όνομά μου δεν βοήθησε αυτή τη φορά… Τελικά, βρήκα ένα ζευγάρι απλές, κοντές γαλότσες, που έδινε το πλοίο σε όσους δεν είχαν φέρει ή είχαν χάσει τον εξοπλισμό τους. Αρκετά εκνευρισμένος μπήκα μέσα στο φουσκωτό Zodiac. Για να μην αφήσω τον εαυτό μου να επηρεαστεί απ' αυτό το δυσάρεστο συμβάν και για να ξαναβρώ το κέφι μου, άρχισα να σκέπτομαι πόσα άλλα, πολύ πιο σημαντικά ζητήματα θα μπορούσαν να είχαν πάει στραβά… Πριν μερικά χρόνια (το 1989) ένα Αργεντινό πλοίο π.χ. είχε ναυαγήσει στα νερά της Ανταρκτικής Χερσονήσου… Και "ούτε ψύλλος στον κόρφο" των ναυαγών…
Επειδή η θάλασσα ήταν γεμάτη από παγόβουνα, πλάκες πάγου και μικρά παγάκια, ο οδηγός του φουσκωτού μας έκανε συνεχώς slalom ανάμεσά τους. Έτσι καταφέρναμε να αποφύγουμε τους μεγάλους όγκους πάγου, αλλά μοιραία χτυπούσαμε τους μικρούς, αφού δεν υπήρχε πουθενά τελείως ελεύθερο πέρασμα. Η προπέλα του σκάφους μας άλεθε τους μικρούς πάγους, σαν μίξερ που τρίβει τα παγάκια για κάποιο κοκτέιλ. Αν τύχαινε βέβαια κάποιος πάγος να είναι πάρα πολύ μεγάλος και γερός, τότε υπήρχε και το ενδεχόμενο να σπάσει η έλικα...
Η πρώτη απόβαση στη στεριά της Ανταρκτικής
Ανυπομονούσαμε όλοι να αποβιβασθούμε στην ακτή του Neko Harbour. Σε λίγο φθάσαμε στην ακτή, χωρίς απευκταία συμβάντα. Η αποβίβασή μου ήταν κι εκεί "υγρή". Παρά τις προσπάθειές μου, το παγωμένο νερό ξεπέρασε το χείλος της κοντής γαλότσας μου και μπήκε μέσα. Η αίσθηση ήταν κυριολεκτικά ανατριχιαστική! Ξεπεράστηκε όμως και ξεχάστηκε εύκολα όταν συνειδητοποίησα ότι για πρώτη φορά στη ζωή μου πατούσα το πόδι μου στην τελευταία ήπειρο της Γης (γιατί στο ταξίδι αυτό είχαμε αποβιβαστεί μέχρι τώρα μόνο στα νησάκια της και όχι στην κυρίως στεριά). Αισθανόμουν πανευτυχής που είχα κατορθώσει να φθάσω και στην έκτη ήπειρο, τη μόνη που δεν είχα επισκεφθεί! (Οι Αμερικανοί βέβαια την ονομάζουν έβδομη, επειδή θεωρούν τη Βόρεια και τη Νότια Αμερική σαν δύο χωριστές ηπείρους.)
Αρχίσαμε να ανεβαίνουμε μια ανηφορική πλαγιά με σκληρό παγωμένο χιόνι. Η κατάσταση ήταν δύσκολη, γιατί τα πόδια μου "έπλεαν" μέσα στις υπερβολικά μεγάλες, άβολες γαλότσες και δυστυχώς δεν διέθετα πτυσσόμενα ορειβατικά μπατόν, τα οποία θα με βοηθούσαν αρκετά. Η πορεία ήταν δύσκολη και κοπιαστική, αλλά, συγχρόνως και πολύ επικίνδυνη, καθώς υπήρχαν βαθιές και πλατιές ρωγμές στους πάγους που καλύπτονταν από μαλακό χιόνι, το οποίο υποχωρούσε αμέσως μόλις το πατούσες. Ήταν, δηλαδή, θανάσιμες παγίδες, που αν έπεφτες μέσα το λιγότερο θα έσπαγες κάποιο πόδι… Κάτι τέτοιο θα ήταν τραγικό σ' αυτήν την αφιλόξενη ήπειρο.
Στα αριστερά μας υπήρχε ένα "μονοπάτι", που είχαν φτιάξει οι εκατοντάδες πιγκουίνοι, οι οποίοι ανεβοκατέβαιναν ακούραστοι. Για να μην τους ενοχλήσουμε, ήμασταν υποχρεωμένοι να δημιουργήσουμε το δικό μας μονοπάτι, καμιά εικοσαριά μέτρα δεξιότερα από το δικό τους. Όποιος πήγαινε πρώτος κουραζόταν περισσότερο, γιατί πρέπει να δημιουργεί πατήματα στον πάγο και κινδύνευε περισσότερο, γιατί θα μπορούσε να πέσει σε κάποιο ρήγμα-παγίδα. Η κοινή λογική λέει ότι πάντα πρέπει να ακολουθείς ακριβώς τις πατημασιές των προηγουμένων σου…
Φθάσαμε στην κορυφή μούσκεμα στον ιδρώτα από την έντονη προσπάθεια, τα πολλά ρούχα και τα αδιάβροχα, τα οποία δεν επέτρεπαν στον ιδρώτα να εξατμισθεί. Όμως, η υπέροχη θέα από ψηλά μας αποζημίωσε πλήρως! Ολόγυρά μας βλέπαμε το λευκό χιόνι, τους πάγους και τους πιγκουίνους. Η μπλε θάλασσα ήταν γεμάτη από παγόβουνα και πάγους διαφόρων μεγεθών. Στο βάθος, μακριά, φαινόταν το παγοθραυστικό, που έδειχνε πελώριο σε σύγκριση με τα ελικόπτερα, τα οποία έμοιαζαν με μικροσκοπικά έντομα, που στριφογύριζαν κοντά του. Μερικές φορές τα ελικόπτερα πετούσαν από πάνω μας σε χαμηλό ύψος, έκαναν βόλτες στον κόλπο και στους παγετώνες.
Καθώς έμεινα αρκετή ώρα ακίνητος, ξελαχάνιασα κι άρχισα πια να αισθάνομαι το ψύχος. Ο ιδρώτας, από την μεγάλη προσπάθεια της ανόδου, είχε γίνει πια "κρύος ιδρώτας". Και τότε, προς μεγάλη μου έκπληξη, είδα ένα νεαρό ζευγάρι Βρετανών να ξεγυμνώνεται στα γρήγορα και να αρχίσει να κυλιέται επάνω στους πάγους! Η κοπέλα ήταν καλλίγραμμη, αλλά το σώμα της ήταν καλυμμένο ολόκληρο με διάφορα είδη πολύχρωμων τατουάζ. Με τις δικές μου οπισθοδρομικές αντιλήψεις αυτό ήταν ένδειξη ότι μάλλον θα ήταν "του σκοινιού και του παλουκιού". Υποθέτω ότι θα το είχαν κάνει τάμα ή θα είχαν βάλει στοίχημα να ξεγυμνωθούν και να κυλιστούν στα χιόνια της Ανταρκτικής! Πάντως η έκπληξή μου ήταν τόση που τους χάζευα, τελείως απορροφημένος από το θέαμα και σχεδόν δεν πρόλαβα να τους φωτογραφίσω…
Τσουλήθρα στους πάγους
Κατευθυνθήκαμε, κατόπιν, προς ένα διπλανό μικρό όρμο, αντί να επιστρέψουμε στην ακτή. Μετά από μια σύντομη πορεία φθάσαμε σ' έναν απότομο κατήφορο και η πιο ξεκούραστη ιδέα ήταν να τον κατέβουμε κάνοντας τσουλήθρα. Για να φρενάρουμε κάπως καλύτερα έπρεπε να είμαστε ξαπλωμένοι και όχι καθιστοί. Μερικοί πιο τολμηροί δεν κατέβηκαν ξαπλωμένοι με τα πόδια εμπρός, αλλά, αντιθέτως, με το κεφάλι και τα χέρια τους τεντωμένα προς τον κατήφορο! Αυτό υπερέβαινε τις δικές μου αντιλήψεις περί ασφάλειας… Έτσι, λοιπόν, αποφάσισα να τσουλήσω, αλλά με τα πόδια μπροστά. Η εμπειρία ήταν συναρπαστική, καθώς κατηφόριζα με μεγάλη ταχύτητα, γλιστρώντας επάνω στους πάγους. Το μόνο κακό ήταν ότι η επιφάνεια του πάγου δεν ήταν και πολύ λεία… Πάντως η ιδέα αυτή είναι ωραία και για τα χιονοδρομικά κέντρα των άλλων ηπείρων…
Στην παραλία βρήκαμε μια ξύλινη παράγκα-καλύβα, που ήταν κλειστή. Αποτελούσε το καταφύγιο μιας μικρής βάσης της Αργεντινής στην Ανταρκτική. Είχε ζωγραφισμένη απ' έξω τη σημαία της χώρας, καθώς και το όνομα της βάσης, που έχει ξεφτίσει και ήταν πια δυσδιάκριτο από τις πολλές κακοκαιρίες που έχει υποστεί. Στην εγκαταλειμμένη βάση φθάσαμε μόνο ελάχιστοι, καθώς τα περισσότερα μέλη της ομάδας είχαν πάρει τον δρόμο της επιστροφής στην ακτή.
Την απόλυτη ησυχία του τοπίου τάραξε ένας ξαφνικός, φοβερός κρότος, σαν ήχος δυνατής βροντής. Ήταν από την πτώση ενός άλλου πελώριου κομματιού παγετώνα στη θάλασσα. Πρόλαβα να δω τα τελευταία κομμάτια να αποσπώνται από τα κατακόρυφα τοιχώματα και να σκάνε με πάταγο στα νερά. Λόγω του μεγάλου ύψους αποκτούσαν φοβερή ταχύτητα και ορμή. Η θάλασσα ανάβραζε κι άφριζε στο σημείο της πτώσης.
Η φωτογράφηση αυτού του υπέροχου φυσικού φαινομένου ήταν σχεδόν αδύνατη, γιατί δεν υπάρχει, δυστυχώς, κανενός είδους προειδοποίηση για το πότε ή το πού ακριβώς θα συμβεί. Ακόμη κι ένας επαγγελματίας φωτογράφος θα έπρεπε να στηθεί με την κάμερά του έτοιμη και να περιμένει υπομονετικά με τις μέρες (εκτός αν είχε τύχη βουνό!). Προτιμότερο θα ήταν να τραβούσε κανείς συνεχώς πολλά μέτρα ταινία, την οποία να έσβηνε αν δεν έπεφτε κάποιο κομμάτι του παγετώνα.
Πηγαίνοντας παραλιακά, προς το σημείο όπου θα συναντούσαμε το ταχύπλοο, είδα σε αρκετά σημεία το χιόνι αντί να είναι άσπρο να έχει ζωηρά χρώματα: αλλού κιτρινοπράσινο κι αλλού πορτοκαλί-κοκκινωπό. Οι χρωματισμοί αυτοί δεν ήταν τεχνητοί (από ανθρώπινη επέμβαση), αλλά φυσικοί και οφείλονταν στα φύκη. Επιστρέφοντας, κατά μήκος της παραλίας συναντήσαμε πάμπολλους πιγκουίνους και μεγάλες φώκιες. Ξαναφορέσαμε τα σωσίβιά μας, καθίσαμε επάνω στα λουκάνικα του φουσκωτού (για αποφυγή τυχόν γλιστρήματος) και με μια περιστροφή, πάντοτε καθιστοί, μπήκαμε μέσα.
Το εκπληκτικό θέαμα με το ελικόπτερο
Όταν φθάσαμε στο πλοίο, πλησίαζε περίπου η σειρά μας για να πετάξουμε με τα ελικόπτερα. Τα μεγαλύτερα παγοθραυστικά είχαν ελικόπτερα, τα οποία τα βοηθούσαν στη ναυτιλία σαν πλοηγοί. Υπερίπταντο πάνω από την ευρύτερη περιοχή σαν αναγνωριστικά και από ψηλά επέλεγαν την ευκολότερη διαδρομή, δηλαδή εκείνη με τους λιγότερους πάγους. Γιατί ακόμη και τα ισχυρότατα πυρηνοκίνητα παγοθραυστικά έχουν κάποιο όριο πάχους πάγου που μπορούν να διασπάσουν…
Σε μας τα ελικόπτερα χρησίμευαν για να απολαύσουμε το υπέροχο πολικό τοπίο από ψηλά. Οι απογειώσεις γίνονται από το κατάστρωμα Νο 3 (deck 3). Σε όλη τη διάρκεια της μεγάλης διαδρομής στην ανοιχτή θάλασσα με την ισχυρή θαλασσοταραχή τα ελικόπτερα φυλάσσονταν μέσα σε ειδικά κλειστά γκαράζ, αφού προηγουμένως αποσυναρμολογούνταν τα μακριά πτερύγια των ελίκων τους (στροφείων). Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση ναυαγίου στον ωκεανό τα ελικόπτερα θα ήταν ουσιαστικά άχρηστα ως σωστικό μέσο (και λόγω της μεγάλης απόστασης άλλωστε).
Όταν φθάσαμε σε ήσυχα νερά ανάμεσα στα νησάκια, το πλήρωμα έβγαλε τα ελικόπτερα στο κατάστρωμα και συναρμολόγησε τα πτερύγια των μεγάλων στροφείων (στους κεντρικούς ρότορες). Τόσο τα ελικόπτερα όσο και οι άκρες των στροφείων τους ήταν δεμένα γερά με σκοινιά στο κατάστρωμα του πλοίου. Η μηχανή τους ήταν ολόκληρη καλυμμένη με πλαστική κουκούλα, για προστασία από την αλμύρα και τις σταγόνες όσο το πλοίο ταξίδευε. Το δάπεδο γύρω από τα ελικόπτερα ήταν στρωμένο με χονδρό πλαστικό μπακλαβαδωτό αντιολισθητικό πλέγμα. Κάθε ελικόπτερο χωρούσε πέντε επιβάτες (εκτός από τους πιλότους).
Κάναμε τις τελευταίες προετοιμασίες και κλείσαμε τα φερμουάρ, καθώς και τα κουμπιά στα άνορακ κ.λπ., σύμφωνα με τις οδηγίες, για να μην συμπαρασύρει το ισχυρότατο ρεύμα αέρος τα τυχόν ανοιχτά ρούχα μας. Ο πιλότος ύψωσε μέσα από το cockpit τον αντίχειρά του, σημείο ότι μπορούμε να πλησιάσουμε. Προχωρήσαμε κατά μήκος του τοιχώματος του πλοίου και κρατηθήκαμε από τις χειρολαβές. Χωριστήκαμε οι μισοί αριστερά και οι άλλοι μισοί δεξιά. Πλησιάσαμε το ελικόπτερο από τη μύτη (η πίσω πλευρά είναι επικίνδυνη, γιατί οι έλικές του περιστρέφονται). Μπήκαμε και μετά ασφαλίσαμε τις πόρτες, οι οποίες διέθεταν μπουτόν ταχείας απασφάλισης (quick release buttons).Φορέσαμε τα μεγάλα ακουστικά - ωτοασπίδες, που κάλυπταν τελείως τα αυτιά μας, ώστε να μειωθεί ο δυνατός θόρυβος των μηχανών. Σε ελάχιστο χρόνο και πολύ μαλακά βρεθήκαμε στον αέρα. Η εκπληκτικότερη εμπειρία άρχιζε!
Εκατοντάδες παγόβουνα διαφόρων μεγεθών έπλεαν στη θάλασσα. Βλέπαμε από ψηλά ολόκληρο τον μακρόστενο κόλπο και τα γύρω ψηλά βουνά. Τα πιο εντυπωσιακά θεάματα που μας μάγεψαν ήταν:
α) οι βαθύτατες σχισμές και οι στενές χαράδρες των παγετώνων, που έφθαναν και τα 10 μέτρα βάθος, σαν να ήταν κομμένες με γιγαντιαίο μαχαίρι.
β) οι γαλάζιες λιμνούλες polynia που υπήρχαν επάνω σε παγόβουνα.
Κάποια στιγμή το ελικόπτερο κάθισε, πολύ μαλακά, επάνω σ' ένα παγόβουνο. Σε λιγάκι ξανασηκώθηκε, έκανε στροφή 180ο και μετά κάθισε πάλι στο ίδιο σημείο, για να δούμε τη θέα και προς την άλλη πλευρά! Το πελώριο παγοθραυστικό φαίνεται από μακριά σαν παιδικό καραβάκι. Τα μάτια μας δεν χόρταιναν το θέαμα. Η φωτογράφηση ήταν δύσκολη και δεν μπορούσε να αποδώσει όλο το μεγαλείο που εκτυλισσόταν μπροστά στα μάτια μας.
Το μόνο που με ενόχλησε ήταν ότι είχα την ατυχία να καθίσει δίπλα μου ο μοναδικός μαύρος επιβάτης του πλοίου. Δεν είμαι ρατσιστής, αλλά έγινα εξαιτίας του, επειδή με έσπρωχνε με δύναμη κάθε λίγο για να φωτογραφίζει εκείνος πιο άνετα…
Σε λιγάκι επιστρέψαμε και προσγειωθήκαμε μαλακά στο κατάστρωμα (ή μάλλον σωστότερα πρόκειται για «προσνήωση»). Η πτήση διάρκεσε 15 λεπτά. Ίσως να ήταν το πιο απολαυστικό τέταρτο της ώρας, που έζησα ποτέ!! Τέτοιες ιδανικές καιρικές συνθήκες είναι τόσο σπάνιες που ακόμη και ο πλοίαρχος πέταξε! Η μεγαλύτερη ατυχία θα ήταν να έφθανε κανείς μέχρις εδώ αλλά τα ελικόπτερα να μη μπορούσαν να πετάξουν, λόγω κακοκαιρίας…
Συνέχισα τη φωτογράφηση των παγετώνων και των ελικοπτέρων από το πλοίο.
Αναζήτησα και πάλι τις ψηλές γαλότσες μου τώρα που οι ομάδες η μία μετά την άλλη επέστρεφαν, αλλά δυστυχώς δεν τις βρήκα. Άρχισα να υποπτεύομαι ότι κάποιος μου τις πήρε επίτηδες (πιθανόν από το πλήρωμα), γιατί ήταν πολύ καλής ποιότητας (με έντονα ανάγλυφο πέλμα, ύψος μέχρι το γόνατο και ειδικό λουράκι σύσφιγξης στο επάνω μέρος). Ο δράστης, ασφαλώς, δεν θα μπορούσε να ήταν Ιάπωνας, λόγω του μικρού μεγέθους ποδιού που έχει η φυλή τους…
Το πρωινό αυτό ήταν εκπληκτικό! Μας βοήθησε αφάνταστα ο υπέροχος καιρός. Επέστρεψα στην καμπίνα μου, για να αλλάξω ρούχα και να πάρω νέα φιλμ. Ήταν πλέον ώρα φαγητού. Δεν προλάβαινα ούτε καν να κρατήσω πρόχειρες σημειώσεις.
Ξαναπέρασα μια βόλτα από το mud room και με αφάνταστη αγαλλίαση, τελείως αναπάντεχα, βρήκα τις πολύτιμες γαλότσες μου! Απίστευτο κι όμως αληθινό!! Τις έβαλα μέσα σε μια μεγάλη σακούλα και τις μετέφερα για ασφάλεια στην καμπίνα μου.
Διασχίζοντας το στενό
Οι Ιάπωνες λειτουργούσαν σαν στρατιωτάκια. Ήταν όλοι στο εστιατόριο ακριβώς την ώρα που άνοιγε, λες και παραμόνευαν πίσω από τη γωνία και μόλις άκουγαν από τα μεγάφωνα ότι άρχισε το σερβίρισμα, εφορμούσαν ακάθεκτοι! Έμπαιναν όλοι στην ουρά τού μπουφέ και έπρεπε να περιμένεις αρκετά μέχρι να τελειώσουν και να έλθει επί τέλους η σειρά σου… Το φαγητό ήταν νοστιμότατο και είχε αρκετή ποικιλία. Το πλοίο, βεβαίως, προχωρούσε όση ώρα εμείς τρώγαμε.
Αμέσως μετά το γεύμα ανέβηκα στη γέφυρα. Το μικρό ανοιχτό κατάστρωμα ακριβώς επάνω από τη γέφυρα ήταν το ιδανικό σημείο για φωτογράφηση, γιατί δεν παρεμβάλλονταν φιμέ κρύσταλλα και η θέα ήταν απεριόριστη. Προσπαθούσα με τα κιάλια επί ώρα να δω πού ήταν η έξοδος του στενού, μα, παρόλο που πλησιάζαμε, ήταν τελείως αδύνατο να διακρίνω το παραμικρό. Αναλογίστηκα τις τεράστιες δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι πρώτοι εξερευνητές θαλασσοπόροι, όταν ανακάλυψαν την περιοχή, με τα πρωτόγονα και ατελή τεχνικά μέσα που διέθεταν εκείνη την εποχή…
Αλλά και οι ναυτικοί του πλοίου μας έπρεπε να έχουν μεγάλη πείρα. Ο τιμονιέρης απέφευγε τα μεγάλα παγόβουνα, αλλά όχι και τα μικρά που χτυπούσαν με ορμή επάνω στα γερά τοιχώματα του Kapitan Dranitsyn. Μα το πλοίο δεν χαμπάριαζε από τέτοια… μικροπράγματα! Ήταν σαν ένα άλλο, συνηθισμένο σκάφος να χτυπούσε κάποιο μικρό σανιδάκι. Όταν, όμως, προσκρούαμε σε κάποιο μεγάλο παγόβουνο, τότε τα πράγματα σοβάρευαν. Το παγοθραυστικό κλονιζόταν ολόκληρο, όπως ένα κτίριο όταν γίνεται σεισμός! Αν δεν κρατιόσουν, σίγουρα θα έπεφτες κάτω. Βέβαια, αν συνέβαινε κάτι τέτοιο σε άλλο πλοίο σίγουρα θα βούλιαζε.
Άθελά μου συλλογίστηκα και πάλι τις τραγικές τελευταίες στιγμές του «Τιτανικού»…
Ξαφνικά, μπροστά στην πλώρη, αλλά αρκετά μακριά, διακρίναμε δύο φάλαινες, που εκτόξευσαν νερό ψηλά, μα αμέσως μετά χάθηκαν σε μεγάλα βάθη. Ο ήλιος έχει βγει πιο δυνατός και φώτιζε το τοπίο. Τα κάτασπρα παγόβουνα, οι παγωμένες ακτές και τα χιονισμένα βουνά απέστραπταν και σε θάμπωναν. Σε μερικά παγόβουνα, όπου είχαν μείνει φώκιες επί πολλή ώρα, τα είχαν λερώσει με κοκκινωπά - ροζ περιττώματα.
Η διάσχιση του Neumayer Channel διήρκησε πολλές ώρες, γιατί έχει μήκος 11 μίλια και βέβαια η ταχύτητά μας ήταν αναγκαστικά πολύ μικρή για λόγους ασφαλείας. Έτσι διαθέταμε άφθονο χρόνο για να απολαύσουμε το θέαμα που ξετυλιγόταν συνεχώς μπροστά μας.
Στο λιμανάκι του Port Lockroy
Γύρω στις 17:30 φθάσαμε στο Port Lockroy, ένα λιμανάκι πλάτους μισού μιλίου στη δυτική πλευρά του νησιού Wiencke, στο τεράστιο Αρχιπέλαγος Palmer. Αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε για την αποβίβαση, όταν από τα μεγάφωνα, που ακούγονται καθαρά παντού σε όλους τους εσωτερικούς κι εξωτερικούς χώρους του πλοίου, μετέδωσαν το δυσάρεστο νέο: Η αποβίβαση αναβαλλόταν, παρά την υπέροχη λιακάδα, επειδή φυσούσε δυνατός άνεμος έντασης 40 κόμβων και το χειρότερο: με ακόμη ισχυρότερες, απότομες ριπές. Αυτό καθιστούσε προβληματικό το κατέβασμα των φουσκωτών με τους γερανούς, αλλά και την έξοδό μας στη στεριά, όπου βέβαια δεν υπήρχε προβλήτα. Το σκάφος θα αγκυροβολούσε στον όρμο και θα περιμέναμε μήπως κόπαζε ο άνεμος. Έτσι, έμενε χρόνος για απογευματινό τσάι και για να γράψω λίγες καρτ-ποστάλ.
Λίγο αργότερα ακολούθησε ενημέρωση στο μικρό αμφιθέατρο για τη συνέχιση του ταξιδιού (με χάρτες και διάφορες πληροφορίες), αλλά και απολογισμός της ημέρας με τα είδη πιγκουίνων, φαλαινών και φωκιών που είχαμε δει.
Δύο από τα τρία μέλη της βρετανικής βάσης του Lockroy ήρθαν, με αρκετή δυσκολία, στο πλοίο με το σκάφος τους, ως προσκεκλημένοι του πλοιάρχου για το βραδινό φαγητό. Μας περιέγραψαν, με λίγα λόγια, το πώς κυλούσε η ζωή τους, που ήταν βέβαια μοναχική και δύσκολη. Κάθε χειμώνα, όμως, έφευγαν από την παγωμένη αυτή ήπειρο. Η βάση αυτή είχε ιδρυθεί κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, για να παρακολουθεί τις κινήσεις των Γερμανών στην Ανταρκτική. Είχε οκτώ μέλη μόνο. Από το 1948 χρησίμευσε για ιονοσφαιρικές έρευνες μέχρι το 1962, οπότε και έκλεισε. Το 1994 αναγνωρίσθηκε ως Ιστορικό Μνημείο. Ανακαινίσθηκε το 1996 και ξαναλειτουργούσε, αλλά μόνο κατά τους θερινούς μήνες. Η βάση είχε δύο σημεία: το Jougla Point στην ακτή και το νησάκι Goudier Island. Υπήρχε επίσης ένα μικρό κατάστημα αναμνηστικών, αλλά κι ένα παράρτημα Ταχυδρομείου, από τα έσοδα των οποίων συντηρούνταν το Lockroy.
Το όνομα Lockroy το έχει πάρει από τον Γάλλο πολιτικό, ο οποίος βοήθησε οικονομικά τον εξερευνητή Charcot, να πραγματοποιήσει την εξερευνητική αποστολή κατά την οποία το έτος 1904 ανακαλύφθηκε η περιοχή αυτή.
Στην περιοχή υπήρχαν και πολλοί πιγκουίνοι του είδους Gentoo.
Η ιστορία της Ανταρκτικής είναι γεμάτη από ηρωικά και συγκινητικά επεισόδια. Ένα από αυτά, ελάχιστα γνωστό, είναι το εξής: Όταν μαθεύτηκε στην Ευρώπη, ότι είχαν χαθεί τα ίχνη του εξερευνητή Nordenskjoeld, o Charcot θέλησε να σπεύσει σε βοήθεια, με το πλοίο του «Francais». Ζήτησε, λοιπόν, από τον φίλο του βιομήχανο P. Pléneau, να συμμετάσχει. Εκείνος του απάντησε τηλεγραφικά:
«Όπου θέλεις, όποτε θέλεις, για όσο χρόνο θέλεις»!
… Κι εγώ ματαίως αναζητούσα Έλληνα σύντροφο…
Ένα αλησμόνητο BBQ
Η ματαίωση της απόβασής μας είχε και μία πολύ ευχάριστη πλευρά: οργανώθηκε επάνω στο πλοίο (στο κατάστρωμα των ελικοπτέρων), σε ελάχιστο χρόνο, ένα υπέροχο, υπαίθριο δείπνο barbecue! Τρεις μεγάλες ψησταριές στήθηκαν στα γρήγορα (αλλά με τους μεγάλους πυροσβεστήρες πλάι τους για παν ενδεχόμενο). Εκεί έψησαν παντός είδους υπέροχα κρέατα Αργεντινής, ακόμη και σουβλάκια και λουκάνικα. Το δείπνο συμπληρώθηκε με ένα σωρό σαλάτες, πατάτες ψημένες στη χόβολη και βέβαια μια ποικιλία από γιαπωνέζικα φαγητά, για να μη μείνουν παραπονεμένοι οι σχιστομάτηδες… Η αφάνταστη ποικιλία φαγητών είχε συμπληρωθεί με πλήθος ποτών, μέχρι και γερμανικό καυτό κρασί Gluehwein, που πίνουν επάνω στα χιονισμένα βουνά της κεντρικής Ευρώπης τον χειμώνα!
Έτσι είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε τη «θέρμανση με ακτινοβολία» στην πράξη. Οι ζωογόνες ηλιαχτίδες, που μεταφέρουν ενέργεια από τον ήλιο, έφθαναν κατ' ευθείαν στο σώμα μας, χωρίς βέβαια να θερμάνουν καθόλου τον ενδιάμεσο ψυχρό αέρα. Αυτό ήταν το "επουράνιο καλοριφέρ". Καθώς ο ήλιος σ' αυτά τα μεγάλα γεωγραφικά πλάτη έδυε πολύ αργά εκείνη την εποχή, οι ακτίνες του ήταν ευπρόσδεκτες, γιατί μας ζέσταιναν λιγάκι. Επιπλέον, φώτιζαν το λευκό τοπίο ολόγυρα κατά τρόπο φαντασμαγορικό. Παγόβουνα, πάγοι, παγετώνες και χιονισμένες ψηλές βουνοκορφές, έλαμπαν κυριολεκτικά.
Ήμασταν πολύ τυχεροί, μέσα στην ατυχία μας και για άλλον έναν λόγο: επειδή το πλοίο ήταν αγκυροβολημένο, ο δυνατός άνεμος το είχε γυρίσει στην κατεύθυνσή του και ο ήλιος φώτιζε το κατάστρωμα και το υπόστεγο των ελικοπτέρων, συγχρόνως δε εκεί ήταν και απανεμιά. Τραπέζια και πάγκους είχαν στήσει κοντά στα ζωηρόχρωμα κόκκινα-βυσσινί ελικόπτερα.
Για τους πιο κρυουλιάρηδες είχαν βάλει μερικούς πάγκους και τραπέζια μέσα στο κλειστό υπόστεγο, όπου πάρκαραν και προστατεύονταν τα ελικόπτερα κατά τις μεγάλες θαλασσοταραχές. Ένα ασυνήθιστο τόνο έδιναν οι κόκκινες πάρκες και οι σκούφοι, που φορούσαν οι περισσότεροι συνδαιτυμόνες αυτού του περίεργου barbecue επάνω στο κατάστρωμα του παγοθραυστικού.
Οι τελευταίες χρυσές ακτίνες του ήλιου, που έδυε πίσω από τα βουνά, έδωσαν το σύνθημα ότι το πάρτι είχε τελειώσει. Το κρύο έγινε πια πολύ τσουχτερό έως και ανυπόφορο, μόλις έσβησε το "επουράνιο καλοριφέρ"! Οι δύο επισκέπτες από τη βάση τοποθέτησαν την αλληλογραφία μας μέσα στα σακίδιά τους, αφού εμείς δεν είχαμε καταφέρει να αποβιβαστούμε (μέχρι εκείνη την ώρα τουλάχιστον). Ανέλαβαν να την σφραγίσουν με τη σπάνια σφραγίδα της Ανταρκτικής και να την ταχυδρομήσουν. Βέβαια το πότε θα έφθαναν στον προορισμό της ήταν μια άλλη ιστορία… Πάντως, οι κάρτες που έστειλα έφθασαν τελικά στον προορισμό τους!!
Το δυσάρεστο τελείωμα αυτής της υπέροχης μέρας (όπως και κάθε μέρας), ήταν η υποχρέωση να φροντίσουμε τα ρούχα μας. Κι αυτό γιατί, ένα συχνό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι επισκέπτες της Ανταρκτικής είναι ότι πρέπει να πλένουν και να ξαναφορούν τα ρούχα τους, διότι οι γαλότσες και το αδιάβροχο παντελόνι-σαλοπέτα -που είναι τελείως στεγανά- δεν επιτρέπουν την εξάτμιση του ιδρώτα. Δεδομένου, λοιπόν, ότι δεν γίνεται να έχουν μαζί τους απεριόριστο αριθμό ρούχων, είναι αναγκαία η καθημερινή μέριμνα για καθαρά ρούχα.
Τη νύχτα το πλοίο παρέμεινε αγκυροβολημένο στον κόλπο του Lockroy. Έξω, από το μεγάλο φινιστρίνι, διέκρινα τις σιλουέτες δύο μεγάλων παγόβουνων, που άσπριζαν μέσα στο μισοσκόταδο. Θα μου κρατούσαν συντροφιά, σαν πιστοί λευκοί σκύλοι-φύλακες, μέχρι το πρωί. Συγχρόνως, όμως, σκεπτόμουν πως αυτοί οι γίγαντες δεν είναι και τόσο άκακοι, αφού έχουν προξενήσει τόσες φοβερές ναυτικές τραγωδίες…
Το υπέροχο κανάλι Lemaire
Σάββατο, 2.3.2002
Ξύπνησα πολύ πριν φέξει. Ο άνεμος, που είχε κοπάσει τη νύχτα, δυνάμωσε και πάλι. Το έβλεπα μέσα από το φινιστρίνι, από την ταχύτητα με την οποία αρμένιζαν τα παγόβουνα.
Ξεκινήσαμε πολύ νωρίς, λίγο πριν χαράξει. Διασχίσαμε το Butler Passage και γύρω στις 7:00 ήμασταν ήδη στην είσοδο του στενού καναλιού Lemaire. Το κρύο ήταν αισθητό. Η θερμοκρασία ήταν μόλις -1ο C, αλλά φυσούσε πολύ δυνατός άνεμος, που έκανε το κρύο αφάνταστα πιο τσουχτερό. Ο αέρας λυσσομανούσε και σφύριζε ανατριχιαστικά, καθώς περνούσε από τα ξάρτια, τις κεραίες και τις προεξοχές του πλοίου. Αυτή ήταν η πραγματική Ανταρκτική!
Ανέβηκα στη γέφυρα, όπου βρισκόταν ήδη ο πλοίαρχος. Αυτό σήμαινε ότι τα πράγματα είχαν σοβαρέψει. Το πέρασμα ήταν στενό, ανάμεσα σε ψηλά βραχώδη απότομα βουνά. Η είσοδος του καναλιού φραζόταν από πυκνούς πάγους και παγόβουνα. Αναρωτιόμουν αν θα καταφέρναμε τελικά να περάσουμε. Αλλά το καράβι προχωρούσε απτόητο.
Βγήκα έξω. Την ώρα που ανέβαινα τις εξωτερικές σκάλες κινδύνευα να συμπαρασυρθώ από τον δυνατό άνεμο. Κατόρθωσα να φθάσω στο ψηλότερο σημείο, επάνω από τη γέφυρα. Τελείως ξαφνικά ο καπετάνιος σφύριξε με τη μεγάλη σειρήνα του σκάφους, που ήταν δίπλα μου. Το φοβερό και τελείως αναπάντεχο σφύριγμα με κατατρόμαξε και με ξεκούφανε. Υπέθεσα ότι ο πλοίαρχος ήθελε να προειδοποιήσει κάποιο άλλο πλοίο, που ενδεχομένως να ερχόταν αντίθετα στο ίδιο στενό.
Το σκάφος, καθώς προχωρούσε, έδιωχνε μακριά τα επίπεδα κομμάτια του πάγου, τα οποία με τη σειρά τους χτυπούσαν τα γειτονικά τους και έκαναν καραμπόλα. Τις μικρές πλάκες πάγου τις κόβαμε συνήθως στη μέση, ενώ τα μεγάλα παγόβουνα τα περνούσαμε χτυπώντας τα στο πλάι. Με την πρόσκρουση τα αναγκάζαμε να παραμερίσουν. Το θέαμα ήταν φανταστικό και η εμπειρία πρωτόγνωρη. Περάσαμε ακριβώς πλάι από ένα παγόβουνο, όπου ήταν ξαπλωμένη μια μεγάλη φώκια. Αν και περνούσε δίπλα της το θεόρατο, πανύψηλο πλοίο, εκείνη παρέμεινε ακούνητη κι απτόητη στη θέση της!
Σύγκρουση με παγόβουνα
Μέσα στο στενό η θάλασσα ήταν τελείως ήρεμη, σαν καθρέφτης. Στην επιφάνειά της αντικατοπτρίζονταν τα παγόβουνα, τα χιονισμένα απότομα βουνά και οι παγετώνες! Πού και πού, όμως, επέπλεαν στο νερό παγάκια και πάγοι, που εύκολα συγχέονται με τα είδωλα των χιονισμένων βουνών, καθώς όλα ήταν λευκά.
Ο τιμονιέρης λοξοδρομούσε λίγο, για να αποφύγει τα πολύ μεγάλα παγόβουνα, αλλά μερικές φορές αυτό ήταν αδύνατο. Τότε προσέκρουε το καράβι με ορμή επάνω τους και σειόταν ολόκληρο, σαν να γινόταν σεισμός. Η δόνηση ήταν το ίδιο απρόβλεπτη κι αναπάντεχη όπως ένα χτύπημα του Εγκέλαδου, εκτός κι αν παρακολουθούσε κανείς την πορεία του πλοίου από τη γέφυρα ή από την πλώρη. Εκεί που επικρατούσε απόλυτη ηρεμία ερχόταν, τελείως ξαφνικά, ένα δυνατό ταρακούνημα, οπότε θα μπορούσε να χάσει κάποιος την ισορροπία του, αν δεν κρατιόταν γερά, και να χτυπήσει άσχημα… Τότε μόνο κατάλαβα πλήρως πόσο σημαντικές ήταν οι οδηγίες, που μας είχαν δώσει στην αρχή (χέρια πάντοτε ελεύθερα και κράτημα συνεχώς). Δεν ήταν μόνο η θαλασσοταραχή. Πολύ πιο επικίνδυνη ήταν η ξαφνική πρόσκρουση σε μεγάλους πάγους ή παγόβουνα. Οι επίπεδοι πάγοι συχνά σχίζονται στα δύο ή έσπαγαν σε περισσότερα κομμάτια, σαν να ήταν πιάτα από πορσελάνη.
Ο μεγάλος κίνδυνος, όμως, για ένα παγοθραυστικό είναι άλλος: Αν κάτι που μοιάζει με παγόβουνο είναι στην πραγματικότητα βράχος καλυμμένος με πάγο. Και βέβαια ένας βράχος δεν υποχωρεί σχεδόν ποτέ. Άλλωστε το πλοίο είναι παγοθραυστικό, όχι… "βραχοθραυστικό"!
Την ώρα που κρατούσα τούτες τις σημειώσεις προσκρούσαμε σε κάποιο τεράστιο παγόβουνο, που τράνταξε κυριολεκτικά το πλοίο, σαν να είχε γίνει έκρηξη τορπίλης ή νάρκης… Ήτανε, σαφώς, το μεγαλύτερο του ταξιδιού, τουλάχιστον μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Τα ψηλά βουνά που βρίσκονταν στις δύο πλευρές του καναλιού ήταν βέβαια σκεπασμένα με χιόνια και πάγους. Σε μερικές απότομες χαράδρες υπήρχαν παγετώνες, που κατηφόριζαν πάρα πολύ αργά προς τη θάλασσα. Μερικές φορές ακούγαμε σύντομους ήχους 'κρακ-κρακ'. Δεν επρόκειτο, όμως, για παγετώνες που γεννούσαν παγόβουνα. Αυτόν τον ήχο τον είχαμε μάθει πλέον πολύ καλά: ήταν δυνατός, σαν βροντή κεραυνού, κι αν ήσουν κοντά έβλεπες τους πάγους να γκρεμίζονται από ψηλά και να πέφτουν στη θάλασσα. Διέκρινες είτε το νεογέννητο παγόβουνο να επιπλέει, είτε, αν αυτό είχε θρυμματιστεί αμέσως, τα μικρά τρίμματα των πάγων, που έκαναν τα νερά λευκά, σαν να έχει χυθεί στη θάλασσα τεράστια ποσότητα ούζου!
Αυτοί οι περίεργοι σιγανοί ήχοι "κρακ - κρακ" ήταν τα τριξίματα από τη δημιουργία ρωγμών και βαράθρων στους συμπαγείς παγετώνες, αλλά εμείς δεν μπορούμε να τις δούμε από μακριά. Το θέαμα ήταν υπέροχο και οι παντός είδους μηχανές μας δούλευαν ακατάπαυστα, για να το απαθανατίσουν.
Προχωρούσαμε μέσα στο μαγευτικό στενό Lemaire, που έχει μήκος επτά μίλια. Κάθε κομμάτι του είχε και μια ξεχωριστή ομορφιά. Βγαίνοντας από το κανάλι είδαμε από μακριά κάμποσες φάλαινες, αλλά καμιά τους δεν πλησίαζε αρκετά ώστε να είναι σε απόσταση "βολής" για τις φωτογραφικές μηχανές. Φαίνεται ότι ο θόρυβος των ισχυρών μηχανών του παγοθραυστικού τις έδιωχνε μακριά.
Η διάσχιση του μαγευτικού στενού με απορρόφησε τόσο, που είχα εγκαταλείψει ακόμα και το breakfast! Όταν, όμως, βγήκαμε τελικά στην ανοιχτή θάλασσα, έτρεξα γρήγορα στο εστιατόριο και μόλις που πρόλαβα να πάρω το πρωινό μου, προτού κλείσει.
Στην έξοδο του καναλιού η θάλασσα πλάταινε, αλλά και οι πάγοι πύκνωναν. Ανάμεσα στα παγόβουνα υπήρχαν πολλά μικρά κομμάτια πάγων και η ελεύθερη επιφάνεια του νερού συνεχώς λιγόστευε, όσο προχωρούμε προς Νότο με κατεύθυνση προς τον πόλο.
Περάσαμε στα ανοιχτά σε αρκετή απόσταση από διάφορα νησάκια. Μια ομάδα μικρών νησιών ονομάζεται Argentine Islands.
Όσο περνούσε η ώρα η επιφάνεια της θάλασσας γινόταν σχεδόν κάτασπρη ολόγυρά μας. Μερικά παγόβουνα είχαν υπέροχα σχήματα σαν γλυπτά μοντέρνας τέχνης. Ήταν ένα θέαμα φανταστικό! Μια φώκια τρόμαξε, που περάσαμε κοντά της καθώς αναπαυόταν. Σύρθηκε με κωμικό τρόπο, κούτσα - κούτσα, μέχρι το χείλος του παγόβουνου, αλλά τελικά δεν βούτηξε στη θάλασσα. Μάλλον συνειδητοποίησε, την τελευταία στιγμή, ότι ο κίνδυνος είχε ήδη περάσει, αφού το πλοίο είχε αρχίσει πια να απομακρύνεται.
Μια πτήση με πολλή αδρεναλίνη
Ενώ το ταξίδι προς τα νότια-νοτιοδυτικά συνεχιζόταν, τα ελικόπτερα προετοιμάζονταν από τους τεχνικούς. Η ομάδα μου ήταν η πρώτη που θα ξεκινούσε. Ετοιμαστήκαμε όσο πιο γρήγορα μπορούμε. Φορέσαμε τα σωσίβια για παν ενδεχόμενο, μπήκαμε μέσα, δέσαμε τις ζώνες (που έκλειναν δύσκολα) και φορέσαμε τις ωτασπίδες, οι οποίες είχαν μορφή ακουστικών και ενώνονται μεταξύ τους επάνω από το κεφάλι. Σ' ελάχιστο χρόνο βρεθήκαμε στον αέρα.
Το ελικόπτερό μας πέρασε σε απόσταση αναπνοής από το πλοίο, το οποίο συνέχιζε την πορεία του. Το θέαμα του παγοθραυστικού να πλέει ανάμεσα σε εκατοντάδες παγόβουνα ήταν καταπληκτικό. Δεν χορταίναμε να βλέπουμε και δεν προλαβαίναμε να φωτογραφίζουμε. Μόνο οι αυτόματες μηχανές βολεύουν σε τέτοιες περιπτώσεις, όπου ο διαθέσιμος χρόνος είναι ελάχιστος. Ακόμη και η αλλαγή φιλμ (που δυστυχώς μου χρειάστηκε) πρέπει να γίνεται πολύ γρήγορα.
Σε λιγάκι ο πιλότος προσγείωσε το ελικόπτερο επάνω σ' ένα μικρό επίπεδο παγόβουνο. Απόρησα πώς συγκράτησε όλο το βάρος αυτού του φορτωμένου "μεταλλικού πουλιού". Αμέσως μετά το ελικόπτερο απογειώθηκε και ξανακάθισε (ή μήπως "προσπαγώθηκε";) επάνω σε άλλο παγόβουνο, ακριβώς μπροστά από την πανύψηλη πλώρη του παγοθραυστικού. Βλέπαμε το πλοίο να έρχεται κατά πάνω μας σε μικρή απόσταση! Καθώς οι περιστρεφόμενοι έλικες του ελικόπτερου σηκώνουν αρκετό χιόνι στο αέρα, η πελώρια 'μουσούδα' του καραβιού έμοιαζε σαν να ξεπρόβαλε μέσα από ομίχλη. Η πανύψηλη πλώρη πλησίαζε ακάθεκτη. Το αίμα είχε παγώσει στις φλέβες μου! Η κατάσταση θύμιζε έργο γκραν-γκινιόλ. Ευτυχώς ο πιλότος σε κλάσμα του δευτερολέπτου μάρσαρε και ταχύτατα βρεθήκαμε και πάλι στον αέρα, μακριά από τον κίνδυνο! Νομίζω, ότι αυτή η "ακροβατική" επίδειξη ικανοτήτων ήταν μεν συναρπαστική, αλλά και επικίνδυνη! Ευτυχώς, οι πιλότοι ήταν πάρα πολύ έμπειροι…
Μετά την υπέροχη προηγούμενη μέρα δεν φανταζόμουν ότι μπορούσε να υπάρξει κάτι καλύτερο. Κι όμως τα κοντινά περάσματα πλάι στο πλοίο, οι συχνές προσγειώσεις επάνω στα μίνι παγόβουνα και το εντυπωσιακό παγοθραυστικό, να προχωρεί ακάθεκτο καταπάνω μας μέσα στην ολόλευκη θάλασσα ήταν θεάματα και εμπειρίες που ξεπερνάνε ακόμη και τη φαντασία μας. Τα δύο ελικόπτερα 'απονηώνονταν' και 'προσνηώνονταν' ακατάπαυστα. Οι Ρώσοι πιλότοι είχαν αποκτήσει εκπληκτική πείρα, που τους έδινε φοβερή άνεση κάτω από τις δύσκολες αυτές συνθήκες.
Το πλοίο συνέχιζε ασταμάτητα την πορεία του προς τα νότια. Όσο προχωρούσαμε τόσο οι πάγοι τριγύρω μας πύκνωναν, ενώ τα ακάλυπτα μέρη της θάλασσας στένευαν και λιγόστευαν. Η ελεύθερη επιφάνεια του νερού ήταν πια ελάχιστη. Αρκετές φώκιες υπάρχουν επάνω στα παγόβουνα. Άλλες φοβούνταν και γλιστρούσαν προς τη θάλασσα κι άλλες παραμένουν αγέρωχες.
Είχαμε γίνει πια περισσότερο απαιτητικοί στις φωτογραφίες μας. Ενώ στην αρχή μία μόνο φώκια, που φαινόταν από πολύ μακριά, δημιουργούσε σε όλους μας "φωτογραφικό πυρετό", τώρα πια ζητούσαμε πολύ περισσότερα… Προσπαθούσαμε στην ίδια φωτογραφία να έχουμε και τα δύο: ελικόπτερα και φώκιες! Πάντως, η μισή απόλαυση του ταξιδιού αυτού ήταν οι πτήσεις με τα ελικόπτερα. Και να σκεφθεί κανείς ότι άλλα μικρότερα παγοθραυστικά που έφθαναν στην Ανταρκτική δεν διέθεταν ελικόπτερο!
Καθώς η θάλασσα ήταν αρκετά ταραγμένη, βλέπαμε μερικά πελώρια παγόβουνα, να βυθίζονται κάπως βαθύτερα και αμέσως μετά να βγαίνουν πιο ψηλά, πιο πάνω από την επιφάνεια. Η θάλασσα ήταν κάτασπρη. Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα έβλεπα αυτό το υπέροχο θέαμα. Η κάλυψη από πάγους ήταν πια ολοκληρωτική (δέκα στα δέκα). Το μόνο που θα γινόταν, καθώς πλησίαζε ο χειμώνας, ήταν να ενωθούν οι πάγοι μεταξύ τους, να γίνουν συμπαγείς και το στρώμα τους παχύτερο.
Ήταν κυριολεκτικά απίστευτο το πώς η θάλασσα ολόγυρά μας πάγωσε κι έγινε ολόλευκη, χωρίς μάλιστα καμιά επιδείνωση του καιρού. Η αλλαγή ήταν απίστευτα γρήγορη. Έτσι εξηγείται πώς παγιδεύονται τα πλοία ανάμεσα στους πάγους. Και τότε όχι μόνον ακινητοποιούνται αλλά διατρέχουν τον κίνδυνο να συνθλιβεί το σκαρί τους. Αυτό ακριβώς έπαθαν αρκετοί από τους πρώτους εξερευνητές της Ανταρκτικής. Αποκλείστηκαν από τους χειμερινούς πάγους κι αναγκάστηκαν να ξεχειμωνιάσουν σ' αυτή την αφιλόξενη ήπειρο. Καθώς το νερό έχει την ιδιότητα να διαστέλλεται όταν πήζει, οι πάγοι συνέτριψαν σαν καρυδότσουφλα τα μικρά ξύλινα πλοία τους… Πολλοί πλήρωσαν με τη ζωή τους τον διακαή πόθο τους να ανακαλύψουν καινούργιους άγνωστους τόπους…
Αξίζει να διαβάσει κανείς τα βιβλία που εξιστορούν τις περιπέτειες των μεγάλων εξερευνητών: του Amundsen, του Scott, του Shackleton και τόσων άλλων.
Το πελώριο tabular παγόβουνο
Σε λίγο φθάναμε στον πολικό κύκλο, όπου ήταν και το νοτιότερο σημείο που θα προσεγγίζαμε σ' αυτό το ταξίδι. Μέσα από την παγωμένη θάλασσα ξεπρόβαλαν και λίγα πελώρια παγόβουνα που εξείχαν πάνω από τα άλλα κατά περίπου 15 έως και 40 μέτρα. Ένα από τα ελικόπτερα πήγε στο μεγαλύτερο από αυτά και προσγειώθηκε επάνω στην επίπεδη επιφάνειά του.
Την ώρα που ο πλοίαρχος αρχίζει να κάνει στροφή για να επιστρέψουμε, η αρχηγός μας του ζήτησε να πλησιάσει το μεγαλύτερο από τα παγόβουνα. Ήταν τελείως επίπεδο και βρισκόταν παγιδευμένο μέσα στην παγωμένη θάλασσα. Είναι σαν μια τεράστια λευκή τούρτα! Το είδος αυτό ονομάζεται tabular (= πλακοειδές, πινακοειδές). Έχει κατακόρυφα τοιχώματα, σαν να 'ναι κομμένα με μαχαίρι, ενώ η επιφάνειά του είναι τελείως επίπεδη. Αυτά τα χαρακτηριστικά έδειχναν ότι ήταν νεογέννητο, δηλαδή ότι μόλις πρόσφατα είχε κοπεί από κάποιον παγετώνα. Γενικά, τα μεγάλα παγόβουνα tabular έχουν επιφάνεια δεκάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων! Μέχρι να λιώσουν μπορεί να περάσουν πολλά χρόνια (ο χρόνος εξαρτάται από το μέγεθος και την πορεία τους). Όσα από αυτά ξεπερνούν τα 10 τετραγωνικά χιλιόμετρα σε εμβαδόν, τα παρακολουθούν οι Αμερικανοί με τους δορυφόρους τους.
Το πλησιάσαμε σιγά-σιγά και φθάσαμε όχι απλώς κοντά αλλά μέχρι που η μύτη της πλώρης του σκάφους ακούμπησε επάνω του! Ήταν απίστευτο θέαμα το πλοίο να αγγίζει αυτό το μεγαθήριο. Για να εκτιμηθεί το ύψος του παγόβουνου, πρέπει να πω ότι ήταν αρκετά ψηλότερο από το πλοίο μας, το οποίο είχε 11 decks, δηλαδή 11 πατώματα! Κυριολεκτικά δεν πίστευα στα μάτια μου. Νόμιζα πως ονειρεύομαι!
Περιεργαστήκαμε το υπέροχο παγόβουνο από πολύ κοντά. Οι μηχανές μας φωτογράφιζαν και βιντεοσκοπούσαν ασταμάτητα. Χαζεύαμε τις σχισμές του, που ήταν επίπεδες, σαν να τις είχε κόψει κι αυτές ένα γιγαντιαίο μαχαίρι, καθώς και τις διάφορες σπηλιές που υπήρχαν χαμηλά, κοντά στην επιφάνεια του νερού. Αυτές οι κοιλότητες "σκάβονταν" από τα κύματα της θάλασσας. Μάλιστα, στο εσωτερικό τους μερικές από τις θαλασσοσπηλιές είχαν και διαφανείς σταλακτίτες. Οι σταλακτίτες σχηματίζονταν από το νερό που έλιωνε, προχωρούσε προς τα κάτω και, όταν η θερμοκρασία κατέβαινε υπό το μηδέν (π.χ. τη νύχτα), ξαναπάγωνε. Μερικές φορές παρατηρούσαμε στην επιφάνεια μικρά, ρηχά, παράλληλα αυλάκια, που είχαν κατεύθυνση προς τα κάτω. Κι αυτά δημιουργούνταν από τα νερά της τήξης, που κατηφόριζαν προς τη θάλασσα, σχηματίζοντας ρυάκια επάνω στον πάγο, διαβρώνοντάς τον.
Μετά την πλώρη ανέβηκα ψηλά στην υπαίθρια γέφυρα, για να πάρω και πανοραμικές φωτογραφίες. Όταν πια χορτάσαμε απόλυτα το θέαμα κι εξαντλήθηκε το 'φωτογραφικό μας μένος', ο πλοίαρχος έβαλε τις μηχανές "όπισθεν" κι έτσι ξεκολλήσαμε από τον παγωμένο γίγαντα. Άρχισε πια η πορεία μας προς τον Βορρά. Ήταν πια ώρα να κατέβω στο εστιατόριο, γιατί σε λίγα λεπτά θα έκλεινε και υπήρχε κίνδυνος να μείνω νηστικός.…
Πνευματικά δικαιώματα adventurouslife.gr