Επτάστομο
1980Εξερεύνηση του κατακόρυφου σπηλαιοβαράθρου «Επτάστομο»
6 Ιουλίου 1980
Το σπηλαιοβάραθρο «Επτάστομο» βρίσκεται στον Παρνασσό, κοντά στο χωριό Αγόριανη. Η ομάδα μας αποτελείτο συνολικά από 9 μέλη της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας (7 αγόρια και 2 κορίτσια).
Το πρώτο κλιμάκιο με 7 άτομα είχε ξεκινήσει την Παρασκευή 4 Ιουλίου με πρόγραμμα να εξερευνήσει πρώτα διάφορα, άλλα μικρότερα σπήλαια της περιοχής. Το δεύτερο κλιμάκιο αποτελείτο από μία κοπέλα (την Ελένη) κι εμένα, που, λόγω δουλειάς, θα ξεκινούσαμε το Σάββατο. Επρόκειτο να συναντηθούμε με τους άλλους στη Δαύλεια, για να πάμε όλοι μαζί την επομένη στο μεγάλο βάραθρο, το Επτάστομο. Δυστυχώς, όμως, είχε γίνει κάποια κακή συνεννόηση κι έτσι όταν φθάσαμε στη Δαύλεια μάθαμε ότι οι άλλοι είχαν φύγει από νωρίς για την Αράχωβα.
Πήγαμε λοιπόν στην Αράχωβα, ψάξαμε παντού, αλλά στάθηκε αδύνατο να τους εντοπίσουμε. Καθώς η ώρα περνούσε αρχίσαμε πια να ανησυχούμε μήπως τους είχε συμβεί κανένα ατύχημα κατά την εξερεύνηση. Τελικά, αποφασίσαμε να κοιμηθούμε στην πλατεία της Αράχωβας μέσα στο αυτοκίνητό μου, ώστε αν τυχόν επέστρεφαν αργότερα να μας έβλεπαν. Βάλαμε, μάλιστα, το αυτοκίνητο πολύ κοντά στον κεντρικό δρόμο. Ξαφνικά, καθώς λαγοκοιμόμουνα είδα ένα λεωφορειάκι Volkswagen, όμοιο με το όχημα της σπηλαιολογικής ομάδας, με σχάρα και πολλά εφόδια στη σκεπή, να περνάει σαν βολίδα με κατεύθυνση προς τη Δαύλεια. Έβαλα γρήγορα μπροστά τη μηχανή, αλλά μέχρι να κάνω στροφή οι άλλοι είχαν ήδη απομακρυνθεί.
Άρχισα να τρέχω όσο πιο γρήγορα μου επέτρεπαν οι στροφές του δρόμου. Βγαίνοντας έξω από την Αράχωβα, τους διέκρινα σε μια μακρινή στροφή. Άναψα τους μεγάλους προβολείς, άρχισα να κορνάρω δαιμονισμένα και έβαλα και τη σειρήνα που έχω στο αυτοκίνητο. Με το τζιπ Niva που οδηγούσα "ίδρωνα" για να τους φθάσω. Ακούγοντας το συνεχές κορνάρισμα και τη σειρήνα μας, ανέκοψαν επιτέλους ταχύτητα και παραμέρισαν! Φαντάζεσθε την έκπληξή μας, όταν αντιληφθήκαμε -μόλις τους προσπεράσαμε- ότι είχαμε κάνει λάθος στο αυτοκίνητο! Φαντάζεσθε ακόμα την τρομάρα που θα πήραν αυτοί οι άνθρωποι από την τρελή καταδίωξη και το ούρλιασμα της σειρήνας μέσα στη νύχτα…
Γυρίσαμε απογοητευμένοι πίσω. Προσπαθήσαμε να κοιμηθούμε μέσα στο αμάξι, αλλά η υπερδιέγερση από αυτό το νυχτερινό κυνηγητό και η συνεχής αγωνία, μήπως τυχόν περάσουν οι σύντροφοί μας χωρίς να τους πάρουμε χαμπάρι, δεν μας άφησαν σχεδόν καθόλου να κλείσουμε μάτι. Αυτή η άυπνη νύχτα ήταν… "ακριβώς" ό,τι μας χρειαζόταν για να αντιμετωπίσουμε… φρέσκοι και ξεκούραστοι τις δυσκολίες το βαράθρου.
Την επομένη το πρωί σκεφθήκαμε ότι το καλύτερο που είχαμε να κάνουμε ήταν να πάμε προς την περιοχή όπου βρισκόταν το βάραθρο. Πήραμε, λοιπόν, το δρόμο που πήγαινε προς την Αγόριανη.
Κοντά στο σημείο που ήταν η διακλάδωση για το χιονοδρομικό κέντρο, είδαμε ξαφνικά να 'ρχεται από έναν χωματόδρομο το πολυπόθητο λεωφορειάκι… Η χαρά που επιτέλους βρήκαμε τους φίλους μας μάς έκανε να ξεχάσουμε όλες τις ταλαιπωρίες. Όπως μας είπαν, εκείνοι είχαν περάσει τη νύχτα σε μία στάνη εκεί κοντά.
Ξεκινήσαμε σχεδόν αμέσως, για να μη χάνουμε πολύτιμο χρόνο. Στο δρόμο συναντήσαμε κάτι χωρικούς, οι οποίοι είχαν την καλοσύνη να μας οδηγήσουν ακριβώς στο σημείο που βρισκόταν το βάραθρο. Έτσι αποφύγαμε το ψάξιμο και τις περιπλανήσεις.
Σε κάποιο σημείο διακρίναμε το φως από την επιφάνεια. Μετά προχωρήσαμε στον κύριο θάλαμο. Εκεί η κάθοδος ήταν πολύ απότομη, με γωνία σχεδόν 45 μοιρών επάνω στο χιόνι και στον πάγο. Το μήκος της καθόδου ξεπερνούσε τα 20 μέτρα και ήταν πρακτικά αδύνατη η κάθοδος χωρίς σκοινί. Χρησιμοποιήσαμε, λοιπόν, για ασφάλεια, το περισσευούμενο μήκος του σκοινιού που μεταχειρίζονταν οι άλλοι για την κάθοδό τους στο βάραθρο. Ένα από τα παιδιά, κατεβαίνοντας με το σκοινί, ταλαντεύτηκε, κατά λάθος, σαν τον Ταρζάν. Έσπασε ορισμένους σταλακτίτες που είχαν σχηματισθεί από πάγο σ' ένα σημείο της οροφής, κάπου 30 μέτρα μακρύτερα, στην απέναντι πλευρά! Το θέαμα των σταλακτιτών από πάγο, και μάλιστα Ιούλιο μήνα, ήταν εκπληκτικό και απίστευτο. Προχωρήσαμε στη συνέχεια στο σκεπαστό τμήμα του σπηλαίου, όπου δεν φαινόταν πια ο ουρανός. Εκεί τα χιόνια και οι πάγοι τελείωναν.
Η διαδρομή ήταν ελαφρά κατηφορική. Σ' ένα σημείο συναντήσαμε ένα τεράστιο κορμό δένδρου, ολόισιο, χωρίς καθόλου κλαδιά, που είχε πέσει από την επιφάνεια του εδάφους. Λίγο πιο πέρα φθάσαμε στο στενό άνοιγμα απ' όπου είχε περάσει. Το φως της ημέρας διακρινόταν αμυδρά. Ήταν πραγματικά περίεργο πώς χώρεσε να περάσει αυτός ο θεόρατος κορμός. Λίγο πιο κάτω συναντήσαμε άλλο ένα από τα 7 στόμια του σπηλαίου. Αυτές οι μικρές αλλά τόσο βαθιές τρύπες στην επιφάνεια του εδάφους, που δύσκολα διακρίνονται, αποτελούν θανάσιμες παγίδες για ζώα και ανθρώπους. Προχωρώντας, συναντήσαμε ένα κομμάτι πολύ χονδρού κορμού κομμένο με πριόνι. Αυτό, όπως και τα υπόλοιπα ξύλα που βρήκαμε, είχε, προφανώς, συμπαρασυρθεί από τα ορμητικά νερά της βροχής. Η στοά γινόταν όλο και στενότερη. Στο τέλος κατέληγε σε μια ρηχή λίμνη. Φυσικά, με το φοβερό κρύο που έκανε, κανείς δεν τόλμησε να βουτήξει για να συνεχίσει την εξερεύνηση. Με τους φακούς μας ελέγξαμε επισταμένως όλα τα τοιχώματα. Στο βάθος η λίμνη στένευε ακόμη περισσότερο και η οροφή χαμήλωνε. Δεν φαινόταν να υπάρχει πουθενά πέρασμα για άνθρωπο. Αποφασίσαμε, λοιπόν, να επιστρέψουμε. Όταν φθάσαμε στο τελευταίο κομμάτι με τον πάγο σκέφθηκα να μη χρησιμοποιήσω σκοινί για την άνοδο. Άρχισα ν' ανεβαίνω σκαλίζοντας σκαλοπάτια επάνω στον πάγο με το πιολέ (= ειδική ορειβατική αξίνα για χειμερινές διαδρομές σε βουνά με πάγο, χιόνι, κ.λπ.).
Φθάνοντας στον πάτο του βαράθρου, δηλαδή στην κύρια αίθουσα, συναντήσαμε τους συναδέλφους μας που είχαν κατέβει όσο εμείς απουσιάζαμε. Τα υπόλοιπα από τα 9 μέλη της ομάδας συνέχιζαν να κατεβαίνουν. Οι νεοφερμένοι δεν αισθάνονταν καθόλου, μα καθόλου κρύο, καθώς ήταν ζεστοί από την προσπάθεια της καθόδου με το σκοινί. Το ίδιο άνετα αισθανόμασταν κι εμείς πριν μια - δυο ώρες. Αλλά πια το κρύο μάς περόνιαζε. Προσπαθούσαμε να ζεστάνουμε τα παγωμένα δάχτυλα των χεριών μας πιάνοντας το καυτό από την τριβή του σκοινιού μεταλλικό ντεσαντέρ των συντρόφων μας. Ήταν αστείο άλλοι να ζεσταίνονται κι άλλοι να τουρτουρίζουν στον ίδιο ακριβώς χώρο την ίδια στιγμή.
Καθώς προχώρησε η ώρα κι έφθασε μεσημέρι οι ακτίνες του ήλιου, Ιούλιο μήνα, κατόρθωσαν να φθάσουν μέχρι το βάθος του βάραθρου. Καθώς έπεφταν επάνω στους κρυστάλλινους σταλακτίτες και σταλαγμίτες από διαφανή ή λευκό πάγο δημιουργούσαν ένα φανταστικό θέαμα, που δεν περιγράφεται με λόγια. Κυριολεκτικά, έσκασα από τη στεναχώρια μου που δεν είχα μαζί μου φωτογραφική μηχανή. Αλλά η εξερεύνηση του βαράθρου ήταν εξαιρετικά δύσκολη και δεν τόλμησα να πάρω μαζί φωτογραφικό εξοπλισμό. Οι πιο έξυπνοι από την ομάδα πήγαν και στάθηκαν στο σημείο που φώτιζαν οι ακτίνες του ήλιου. Μόνο τις ημέρες κοντά στο θερινό ηλιοστάσιο όταν ο ήλιος βρίσκεται στο ζενίθ, δηλαδή το καταμεσήμερο, οι ακτίνες του φθάνουν μέχρι τα βάθη του βαράθρου. Η ζεστασιά από το επουράνιο καλοριφέρ τους ανακούφισε, αλλά η χαρά τους δεν κράτησε για πολύ. Σε λίγα λεπτά, καθώς ο ήλιος μετακινήθηκε, έπαψαν οι ζωογόνες ακτίνες του να φθάνουν στα τρίσβαθα όπου βρισκόμασταν…
Ένα μέλος της ομάδας, ο Γιώργος, ανέλαβε να εξερευνήσει ορισμένες κοιλότητες, που βρίσκονταν στα τοιχώματα, αρκετά ψηλότερα. Αναρριχήθηκε και τις ερεύνησε, αλλά, δυστυχώς, χωρίς κανένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα. Στο μεταξύ είχε αρχίσει η προετοιμασία για την άνοδο. Πρώτα ανέβηκαν οι δύο κοπέλες της συντροφιάς, γιατί οι σπηλαιολόγοι είναι ιππότες... Μετά ανέβηκε ο Νίκος που έτρεμε κυριολεκτικά από το κρύο και ήταν στα όρια της υποθερμίας. Φοβηθήκαμε μήπως αρρωστήσει ή, το χειρότερο, μήπως δεν είχε πια δυνάμεις να ανέβει. Δυστυχώς, δεν είχαμε αρκετά υλικά κι έτσι έπρεπε να περιμένουμε μόλις ανέβει κάποιος να βγάλει τα υλικά να μας τα στείλει κάτω με το σκοινί ώστε να τα φορέσει ο επόμενος, να προσαρμόσει τις ζώνες και τα διάφορα μήκη των ιμάντων στο σώμα του και μετά να αρχίσει την άνοδό του. Ολόκληρος αυτός ο κύκλος καθόδου του υλικού, προσαρμογής στο σώμα του επόμενου σπηλαιολόγου, προετοιμασίας, ελέγχου ασφαλείας και ανόδου, διαρκούσε -κατά μέσον όρο- 45 λεπτά, αφού το ύψος ήταν 75 μέτρα, δηλαδή περισσότερο από 4 πολυκατοικίες, η μία επάνω στην άλλη… Κι αν σκεφθεί κανείς ότι συνήθως λαχανιάζει ανεβαίνοντας στον τελευταίο όροφο μιας πολυκατοικίας από άνετη σκάλα και όχι με σκοινί, που κινείται δεξιά κι αριστερά, τότε συνειδητοποιεί τη διαφορά… Με ρυθμό τρία τέταρτα της ώρας ανά άτομο, χρειαζόμαστε συνολικά, για τα 9 άτομα της ομάδας, 7 ολόκληρες ώρες! Συλλογισθείτε τον τελευταίο! Δεν χρειάζεται πολλή φαντασία για να αντιληφθείτε πόσο μαρτυρική ήταν αυτή η πολύωρη αναμονή εκεί κάτω με τέτοιο φοβερό κρύο. Είχαν αρχίσει πια να μουδιάζουν τα δάχτυλα των ποδιών και των χεριών μας. Χοροπηδούσαμε, κάναμε "τροχάδην επί τόπου", χτυπούσε ο ένας τον άλλο στην πλάτη για να κυκλοφορήσει το αίμα, αλλά τίποτα. Σε λίγα λεπτά το μούδιασμα ξανάρχιζε και το κρύο γινόταν ακόμη πιο ανυπόφορο. Ήταν τόσο διαπεραστικό που έφθανε μέχρι και στο τελευταίο σημείο του σώματός μας.
Σκεφθήκαμε τότε να μπούμε σε μια εσοχή του βράχου όπου το έδαφος δεν είχε στρώμα πάγου, ώστε να ανακουφισθούν λιγάκι τα πόδια μας. Αλλά, δυστυχώς, η κοιλότητα αυτή επικοινωνούσε στο πίσω μέρος της με ένα στόμιο, το οποίο έβγαινε μέχρι την επιφάνεια κι έτσι δημιουργούνταν εκεί ένα ισχυρό ρεύμα αέρα. Κινδυνεύαμε να πλευριτωθούμε, γιατί, βέβαια, δεν φορούσαμε βαριά χειμερινά ρούχα ούτε μπότες. Αρχίσαμε να φοβόμαστε πλέον σοβαρά ότι θα παθαίναμε κρυοπαγήματα. Κανείς δεν θα πίστευε ότι θα ήταν δυνατό να συμβεί κάτι τέτοιο στην Ελλάδα Ιούλιο μήνα και με καύσωνα σε ολόκληρη τη χώρα! Αν πηγαίναμε στο νοσοκομείο με κρυοπαγήματα το κατακαλόκαιρο θα διεκδικούσαμε θέση στο βιβλίο των ρεκόρ Guiness! Ένας από την ομάδα μας, που ήταν γιατρός, μας παρηγορούσε λέγοντας ότι θα γραφόταν το γεγονός και τα ονόματά μας στα ιατρικά χρονικά…
Αλλά, εκτός από τον κίνδυνο κρυοπαγήματος, με μουδιασμένα πόδια και παγωμένα χέρια θα ήταν πολύ προβληματική η άνοδος με το σκοινί. Οι μυς μας δεν θα μας υπάκουαν πια. Για να αντιμετωπίσουμε την τραγική κατάσταση συγκεντρώσαμε λίγα ξύλα και προσπαθήσαμε να ανάψουμε φωτιά. Όμως ήταν όλα βρεγμένα και δυστυχώς μόλις τέλειωνε το προσάναμμα, η φλόγα έσβηνε. Κάναμε επανειλημμένες προσπάθειες, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Επάνω στην απόγνωσή μας αρχίσαμε να ψάχνουμε για κάτι άλλο εύφλεκτο. Ξαφνικά μέσα σ' ένα σακίδιο ανακαλύψαμε τον από μηχανής θεό: μία ολόκληρη εφημερίδα. Αυτή μας έλυσε το πρόβλημα. Σε λίγο ξεπρόβαλαν οι πρώτες μεγάλες φλόγες. Με τη ζεστασιά της φωτιάς άρχισαν να ξεμουδιάζουν τα παγωμένα μέλη του σώματός μας. Αλλά σε λίγο ξεμείναμε από καύσιμα. Φωνάξαμε σ' αυτούς που είχαν ήδη ανέβει επάνω να συγκεντρώσουν ξερά ξύλα. Όταν μάζεψαν ένα αρκετά μεγάλο σωρό, εμείς τραβηχτήκαμε όλοι μέσα στην ευρύχωρη εσοχή του βράχου (ευτυχώς που υπήρχε κι αυτή!) και δώσαμε σήμα στους επάνω να ρίξουν τα ξύλα. Δεν ήταν μονάχα κλαδιά, αλλά ακόμη και ολόκληρα μικρά δέντρα και αρκετά χοντροί κορμοί που έσκασαν στον πάτο του βαράθρου με πάταγο.
Όταν τελείωσε αυτή η τελείως ασυνήθιστη και θορυβώδης "στερεά βροχή", βγήκαμε από το καταφύγιό μας. Μαζέψαμε τα ξύλα, τα σπάσαμε σε μικρότερα κομμάτια και ένα μέρος το ρίξαμε στη φωτιά, που κόντευε να σβήσει. Η φωτιά αναζωπυρώθηκε και οι φλόγες άρχισαν να μας ζεσταίνουν.
Λίγο μετά, όμως, προέκυψε ένα καινούργιο πρόβλημα: όταν πρωτοανάψαμε τη φωτιά δεν δώσαμε σημασία στον καπνό. Καθώς, όμως, περνούσε η ώρα ο καπνός άρχισε να μας δημιουργεί προβλήματα. Πρώτα - πρώτα ο σπηλαιολόγος, που ανέβαινε στο σκοινί διακρινόταν όλο και πιο αχνά και δυσκόλευε εκείνους που τον ασφάλιζαν. Σε μας που βρισκόμαστε στον πυθμένα του βαράθρου άρχισε να μας γαργαλάει λίγο στο λαιμό. Όσο περνούσε η ώρα ο καπνός αιωρείτο μέσα στο βάραθρο και γινόταν όλο και πυκνότερος, όλο κι ενοχλητικότερος. Ανέβαινε σιγά, πολύ σιγά, προς τα πάνω, δημιουργώντας ολοένα και πιο παχύ στρώμα. Άρχισε να μας πνίγει, αλλά για να σβήσουμε τη φωτιά ούτε σκέψη…
Πνευματικά δικαιώματα adventurouslife.gr