Σπήλαιο «Βλυχάδα» Διρού

19822000
Περιπλάνηση μέσα στα δαιδαλώδη, μαγευτικά, καινούργια τμήματα του σπηλαίου. Αίθουσες απερίγραπτου κάλλους, με φοβερά δύσκολη και επικίνδυνη πρόσβαση.

Σύντομο ιστορικό

Το σπήλαιο «Βλυχάδα» (ή αλλιώς «Γλυφάδα») βρίσκεται στον όρμο του Διρού, στη Μάνη, στα δυτικά παράλια της χερσονήσου. Είναι από παλιά γνωστό στους κατοίκους της περιοχής. Οι πρώτες εξερευνήσεις του έγιναν μεταξύ των ετών 1949 - 1960, από το ζεύγος Ι. Πετροχείλου. Τότε ανακαλύφθηκαν μερικά τμήματά του, τα οποία έχουν αξιοποιηθεί τουριστικά.

Το 1970 έγινε υποβρύχια εξερεύνηση από ομάδα βατραχανθρώπων του Πολεμικού Ναυτικού, υπό τον πλωτάρχη Μανώλη Παπαγρηγοράκη. Ακολούθησαν κι άλλες προσπάθειες εξερεύνησης, χωρίς, όμως, να βρεθούν καινούργια τμήματα. Γι' αυτό σχεδόν κανένας σπηλαιολόγος δεν πίστευε ότι το γνωστό σπήλαιο μπορούσε να έχει και συνέχεια.

Τον Δεκέμβριο του 1979 σε μια ειδική εξερευνητική αποστολή της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας είχα τη μεγάλη τύχη, μαζί με τον Γ. Αβαγιανό και τον Κ. Ζούπη, ν' ανακαλύψουμε νέα υπέροχα τμήματα. Το χρονικό της ανακάλυψης το έχω εξιστορήσει λεπτομερώς σε χωριστή περιγραφή.

Χρειάστηκε να γίνουν μεγάλες προσπάθειες, που διάρκεσαν σχεδόν 3 χρόνια, μέχρι να πάρουμε την επίσημη άδεια, προκειμένου να μπορέσουμε να συνεχίσουμε τις έρευνες. Η δεύτερη αποστολή πραγματοποιήθηκε, τελικά, στο τέλος του καλοκαιριού του 1982.

Περάσαμε σχεδόν ένα μήνα μέσα στο σπήλαιο, εξερευνώντας και ανακαλύπτοντας υπέροχα τμήματα, φωτογραφίζοντας, χαρτογραφώντας και κάνοντας υποβρύχιες έρευνες με πλήρη καταδυτικό εξοπλισμό. Κάθε βράδυ, αν και εξουθενωμένοι μετά από τη φοβερά κοπιαστική ημέρα, μεταφέραμε τ' αποτελέσματα των μετρήσεων στα σχέδια και χαράσσαμε την υπόγεια πορεία του σπηλαίου. Είχαμε πολύ μεγάλη περιέργεια να μάθουμε προς τα που κατευθύνεται η συνέχεια του σπηλαίου.

Χαρτογράφηση

Η εργασία της χαρτογράφησης είναι ιδιαίτερα επίπονη και χρονοβόρα, καθώς εκτελείται κάτω από πολύ δυσμενείς συνθήκες (σκοτάδι, υγρασία, ψύχρα, λιμναία τμήματα, ανώμαλο έδαφος κ.ά.).

Ήταν μια εμπειρία που θα μου μείνει αλησμόνητη!

Είκοσι ένα ολόκληρα χρόνια μετά την ανακάλυψη των νέων τμημάτων και 18 χρόνια μετά τη δεύτερη εξερεύνηση αισθανόμουν πάρα πολύ μεγάλη συγκίνηση, νοσταλγία κι ένα περίεργο σφίξιμο στην καρδιά που θα ξαναγύριζα εκεί...


Η μετάβαση

Πέμπτη, 16.11.2000

Η μεταφορά της 7μελούς σπηλαιολογικής ομάδας έγινε με 3 αυτοκίνητα, σε διαφορετικές ώρες αναχώρησης: ο Κώστας Ζούπης, σύντροφος και στην πρώτη εξερεύνηση, μαζί με τη γυναίκα του Ελένη και τους δυο γιους του (που είναι όλοι σπηλαιολόγοι) με Vanette, ο Αλέξανδρος (εκπαιδευτής καταδύσεων) μαζί με την Έφη με Mitsubishi κι εγώ με Land Rover Discovery.

Αναχώρησα με τη δύση του ήλιου, γύρω στις 17:30. Στη δρόμο συνάντησα πυκνή κίνηση, με αποτέλεσμα να φθάσω στα διόδια της Ελευσίνας στις 18:30. Στην περιοχή της Κακιάς Σκάλας είχαν αρχίσει πρόσφατα οι εργασίες διάνοιξης του καινούργιου τούνελ. Είδα δύο συνεργεία να δουλεύουν στα δύο άκρα του, νύχτα, υπό το φως ισχυρών προβολέων.

Στη διάρκεια του ταξιδιού δεν αισθανόμουν και πολύ άνετα. Ξεκίνησα νυχτιάτικα, τελείως μόνος, για να πάω στην άλλη άκρη της Ελλάδας, περνώντας από τους ερημικούς δρόμους της Μάνης, με την παρουσία ένα σωρό αγνώστων, διαφόρων εθνικοτήτων, επικίνδυνων για άνομες πράξεις ανθρώπων. Ανησυχούσα ιδιαίτερα μη τυχόν προέκυπτε κάποιο πρόβλημα με το αυτοκίνητο... Αν ήταν καλοκαίρι θα έκανα το μεγαλύτερο μέρος του ταξιδιού με το φως του ήλιου, αφού η ημέρα διαρκεί εκείνη την εποχή πολύ περισσότερο.

Έκανα μια 10λεπτη στάση μετά το τούνελ του Αρτεμήσιου, στον σταθμό εξυπηρέτησης αυτοκινήτων ΑΛΕΑ, για να ξεκουραστώ και να πάρω πληροφορίες για την παράκαμψη της Τρίπολης, που είχε δοθεί μόλις προ ημερών στην κυκλοφορία. Προσπέρασα την έξοδο της Τρίπολης και λίγο αργότερα βγήκα από την έξοδο για τη Σπάρτη.

Παρότι καταβάλλονταν προσπάθειες βελτίωσης του παλιού, στενού και οφιοειδούς δρόμου προς τη Σπάρτη, ήταν πολύ επικίνδυνος, λόγω των εργοταξίων που δούλευαν μέσα στη νύχτα. Στα καινούργια, πλατιά τμήματά του παρασυρόμουν κι έτρεχα, μα ξαφνικά έμπαινα σε κομμάτια του παλιού δρόμου, στενά, με κλειστές στροφές και ανάποδες κλίσεις, κινδυνεύοντας να βγω από τον δρόμο και να τουμπάρω στον γκρεμό. Για παν ενδεχόμενο, ήμουν σ' επαφή με τον Αλέξανδρο, μέσω των κινητών τηλεφώνων μας.

Έφθασα στο Γύθειο στις 21:30 περίπου κι αποφάσισα να μη συνεχίσω προς Αρεόπολη και τον Πύργο Διρού. Έμεινα στο ξενοδοχείο «Ακταίον», το οποίο βρισκόταν ακριβώς στην προκυμαία.

Παρασκευή, 17.11.2000

Ξύπνησα πολύ νωρίς κι άνοιξα τη μπαλκονόπορτα του δωματίου μου. Είχε μόλις αρχίσει να χαράζει. Στα πόδια μου απλωνόταν το λιμάνι, ο κυματοθραύστης, η προκυμαία και ο φάρος δεξιότερα, στην άκρη του μικρού νησιού. Λίγα καΐκια, αρκετές ψαρόβαρκες, πολλοί γλάροι, ελάχιστοι άνθρωποι, μουντό φως, αναμμένα φωτιστικά κατά μήκος της παραλίας... ένα υποβλητικό σύνολο. Μετά από τρία τέταρτα της ώρας ο πύρινος δίσκος του ήλιου ξεπρόβαλε πίσω από ένα μακρινό βουνό.

Πήρα πρωινό μαζί με τον Αλέξανδρο και την Έφη, που είχαν φθάσει στο ξενοδοχείο μετά από μένα, και ξεκινήσαμε. Μετά από διαδρομή μισής ώρας φθάσαμε στο σπήλαιο Βλυχάδα ή Γλυφάδα όπως το γνωρίζουν οι περισσότεροι. Εκεί είχαμε ραντεβού με τον Κώστα και την οικογένειά του, στις 9:15. Δείξαμε στους αρμοδίους τη γραπτή άδεια από το Υπουργείο Πολιτισμού και μετά από τις απαραίτητες γραφειοκρατικές διατυπώσεις κατεβήκαμε με τα τρία αυτοκίνητά μας μέχρι την είσοδο της σπηλιάς.


Η ετοιμασία του εξοπλισμού

Αμέσως αρχίσαμε τις προετοιμασίες. Πρώτα-πρώτα έπρεπε να ετοιμάσουμε τα κράνη, στο μπροστινό μέρος των οποίων (στο μέτωπο) είναι μόνιμα προσαρμοσμένο ένας φανός. Πρόκειται για ένα φωτιστικό ασετυλίνης, που έχει μεταλλικό κάτοπτρο (για να στέλνει το φως προς τα εμπρός), ένα μικρό ακροφύσιο από όπου βγαίνει το καύσιμο αέριο κι έναν αναπτήρα πιεζοηλεκτρικό, ακριβώς επάνω από το ακροφύσιο για να δίνει σπινθήρα και ν' ανάβει η φλόγα. Το φωτιστικό αυτό συνδέεται με ένα μακρύ, πλαστικό, διαφανές σωληνάκι μ' ένα μεταλλικό δοχείο, το οποίο είναι κρεμασμένο από τη ζώνη του σπηλαιολόγου μ' ένα χαλύβδινο μουσκετόν (κρίκο ασφαλείας). Στο κάτω μέρος αυτού τοποθετούνται οι πέτρες της ασετυλίνης (ανθρακασβέστιο) και σ' ένα χωριστό διαμέρισμα του δοχείου (στο επάνω μέρος) νερό. Η χημική αντίδραση μεταξύ των δύο παράγει το αέριο της ασετυλίνης (ακετυλένιο), το οποίο όταν καίγεται δίνει λευκό φως, παρόμοιο με το ηλιακό. Το μείγμα ασετυλίνης και αέρα σε πολλές αναλογίες είναι εκρηκτικό, η δε φλόγα του μπορεί να υπερβεί σε θερμοκρασία τους 3.000 βαθμούς! Τα παλαιότερα χρόνια, που δεν υπήρχαν φορητές ηλεκτρογεννήτριες ή μεγάλες μπαταρίες, εχρησιμοποιείτο και για τον φωτισμό καροτσιών πώλησης ξηρών καρπών κ.ά.

Για να τοποθετηθούν τα κομμάτια της ασετυλίνης, το δοχείο ξεβιδώνει περίπου στη μέση. Συγχρόνως, τοποθετείται μέσα κι ένα κομμάτι στουπί, που εξομαλύνει και σταθεροποιεί την παραγωγή αερίου. Στο επάνω κάλυμμα του δοχείου υπάρχει μια μικρή, βιδωτή τάπα, από την οποία γεμίζει το μικρό διαμέρισμα που περιέχει το νερό. Υπάρχει ακόμη και μια μεγάλη βίδα, από την οποία ελέγχεται ο ρυθμός των σταγόνων, δηλαδή η ποσότητα του νερού που θα πέσει επάνω στην ασετυλίνη, για να γίνει η χημική αντίδραση και να παραχθεί το καύσιμο αέριο. Με περιστροφή της βίδας δεξιά ή αριστερά αυξομειώνεται κατά βούληση η ποσότητα του παραγόμενου αερίου κι επομένως η ένταση της φλόγας στο κράνος.

Ο φωτισμός με ασετυλίνη παρουσιάζει πολλά πλεονεκτήματα: δυνατό φως, μικρό κόστος και πολύ μεγάλη διάρκεια. Έχει, όμως, και μειονεκτήματα: σημαντικό βάρος, δυσκολία στα στενά περάσματα, σβήσιμο της φλόγας. Χρειάζεται, επίσης, μεγάλη προσοχή κι εμπειρία, για να καεί κάτι πολύτιμο π.χ. το σκοινί από το οποίο δένεται ο σπηλαιολόγος, τον ιμάντα της φωτογραφικής ή τη στολή.

Βάλαμε μέσα στα δοχεία καινούργια κομμάτια ασετυλίνης και νερό, καθαρίσαμε τα σωληνάκια και τα ακροφύσια (μπεκ) και κάναμε δοκιμές. Κατόπιν κλείσαμε τις παροχές νερού, για να μη σπαταλάμε αδίκως τη φλόγα, κι ασχοληθήκαμε με τις υπόλοιπες προετοιμασίες. Η Έφη, αντί για φωτιστικό ασετυλίνης και ηλεκτρικό φανό, είχε στο κράνος της δύο επιμήκεις στεγανούς φακούς, έναν δεξιά κι έναν αριστερά, που λειτουργούσαν με μπαταρίες. Καθώς προεξείχαν, έμοιαζαν με "κερατάκια"!

Κατόπιν διαλέξαμε τον εξοπλισμό, την εξάρτηση και τ' αναλώσιμα που θα παίρναμε μαζί μας. Πριν από κάθε σπηλαιολογική εξόρμηση η σωστή επιλογή τους είναι κρίσιμο θέμα, ώστε να μη λείψει τίποτα, αλλά και το μεταφερόμενο βάρος να είναι το ελάχιστο δυνατό. Ένα μεγάλο δίλημμα είναι τι στολή και ρουχισμό θα επιλέξεις, ώστε να είσαι καλύτερα προστατευμένος, ανάλογα με το είδος του σπηλαίου (μεγάλες λίμνες, μικρές λακκούβες, στεγνές διαδρομές, βάραθρα κ.λπ.) και τις δυσκολίες που πιθανόν ν' αντιμετωπίσεις (π.χ. κολύμπι σε μεγάλες αποστάσεις, στενά περάσματα, όπου πρέπει να προχωρείς έρποντας, αναρρίχηση σε απόκρημνα τοιχώματα, κ.ά.).

Προφανώς οι αποφάσεις είναι δυσκολότερες κατά την πρώτη διάσχιση ενός ανεξερεύνητου σπηλαίου, αφού είναι τελείως άγνωστο το τι θα αντιμετωπίσει ο σπηλαιολόγος. Σε τέτοιες περιπτώσεις βοηθάει λίγο η πείρα, η μαντεία και ο καλός Θεούλης...

Εκείνη τη μέρα πήρα την απόφαση να μη φορέσω καταδυτικού τύπου παντελόνι από neoprene, αλλά μία ολόσωμη στολή από λεπτό συνθετικό lycra, την οποία χρησιμοποιώ για καταδύσεις στις θερμές θάλασσες των τροπικών. Υπολόγιζα να τη χρησιμοποιήσω τόσο μέσα στο νερό των λιμνών όσο και στα στεγνά τμήματα του σπηλαίου.


Η είσοδος στο σπήλαιο

Μπήκαμε στο σπήλαιο στις 11:30. Χρησιμοποιήσαμε μια ξύλινη βάρκα, για να διασχίσουμε το τουριστικό τμήμα του και παρακαλέσαμε ν' αφήσουν αναμμένο το φωτισμό και μετά την αναχώρηση των τελευταίων επισκεπτών, ώστε να μας διευκολύνουν στην έξοδό μας το βράδυ.

Μας παρακολουθούσαν όλοι με πολύ ενδιαφέρον, καθώς φορτώναμε τον βαρύ εξοπλισμό μας επάνω στη βάρκα. Διαισθάνθηκα ότι όλοι οι βαρκάρηδες που εργάζονταν στον Δυρό θα ήθελαν να μας ακολουθήσουν, αλλά κανείς δεν το αποτολμούσε. Έβλεπα την επιθυμία ζωγραφισμένη στα μάτια τους, αλλά η καρδιά τους έλεγε ΟΧΙ. Αυτό ακριβώς μας απάντησαν σε σχετική πρότασή μας...

Οι επισκέπτες, βέβαια, μας χάζευαν με έκπληξη και δέος, σαν να έβλεπαν υπερφυσικά όντα. Εκείνη τη μέρα δεν επρόκειτο να προχωρήσουμε πολύ βαθιά με την ξύλινη βάρκα, όπως κάναμε την επομένη. Την εγκαταλείψαμε σ' ένα σημείο που ονομάσαμε «Νυχτερίδες» για συνεννοούμαστε μεταξύ μας. Δεν χρειάστηκε, βέβαια, να τη δέσουμε ή να ρίξουμε άγκυρα, αφού μέσα στη σπηλιά δεν υπήρχαν ούτε άνεμοι ούτε ρεύματα ούτε στοιχειά που θα μπορούσαν να μας την πάρουν.

Ένας-ένας αποβιβαστήκαμε στον βράχο και προχωρήσαμε μέσα από ένα στενό άνοιγμα, ώστε ν' αφήσουμε χώρο για τους επόμενους. Λίγο πιο κάτω συναντήσαμε λιμνούλες και μικρές γούβες γεμάτες νερό. Προχωρούσαμε, τσαλαβουτώντας άλλοτε μέχρι τον αστράγαλο, άλλοτε μέχρι το γόνατο και μερικές φορές μέχρι τη μέση ή ακόμα παραπάνω.

Ο σταλακτιτικός διάκοσμος ολόγυρά μας ήταν υπέροχος.

Στα στενά περάσματα ήμασταν αναγκασμένοι να προχωράμε έρποντας, βγάζοντας τους σπηλαιολογικούς σάκους που κουβαλούσαμε στην πλάτη. Πριν αποτολμήσει κανείς μια τέτοια εξόρμηση είναι αυτονόητο ότι πρέπει να έχει περάσει επιτυχώς το τεστ της κλειστοφοβίας...

Οι σάκοι είναι επίτηδες φτιαγμένοι χωρίς τσέπες και προεξοχές, για να μην μπλέκονται. Έχουν σχήμα κυλινδρικό, για να περνάνε από στενά ανοίγματα και είναι κατασκευασμένα από εξαιρετικά ανθεκτικό υλικό, για να μην τρυπάνε ή σκίζονται όταν πιέζονται επάνω στα αιχμηρά τοιχώματα. Παρόλα αυτά, στα πολύ στενά τμήματα δεν χωρούσαν να περάσουν όταν τους είχαμε στην πλάτη μας και γι' αυτό είτε τους σπρώχναμε μπροστά πριν περάσουμε το σώμα μας είτε τους τραβούσαμε αμέσως μετά. Στα πιο δύσκολα περάσματα εφαρμόζαμε τη μέθοδο της «ανθρώπινης αλυσίδας», δηλαδή, μένοντας ακίνητοι σε κάποια μικρή εσοχή των βράχων, δίναμε στα χέρια του επόμενου σπηλαιολόγου τον ένα σάκο μετά τον άλλο. Έτσι ο εξοπλισμός προωθούνταν από χέρι σε χέρι, μέχρι την έξοδο της στενής διαδρομής. Δυστυχώς, οι σάκοι μας ήταν θεόβαριοι, γιατί περιείχαν σκοινιά, μεταλλικές σκάλες, φωτογραφικό εξοπλισμό, μπαταρίες, τηλεκάμερα, βίντεο μέσα σε στεγανό μεταλλικό κέλυφος κ.ά.

Ακόμα και η φωτογραφική ή οι φωτογραφικές που κρέμονταν από τον λαιμό μας ήταν μεγάλη ενόχληση. Για να μη χτυπηθούν, τις βάζαμε μέσα στη στολή, ανοίγοντας το φερμουάρ του στήθους. Αλλά, δυστυχώς, η θερμότητα του σώματος παρήγαγε υδρατμούς που συμπυκνώνονταν επάνω τους.


Η φοβερή υγρασία

Μετά από αυτή τη στενή διάβαση ανοίγονταν μεγάλες αίθουσες, με ψηλούς θόλους. Ήταν η ανταμοιβή μας μετά τις τόσες δυσκολίες, για να ξανασάνουμε και ν' αναπνεύσουμε ελεύθερα. Από τη μεγάλη προσπάθεια στο στενόχωρο τμήμα είχαμε γίνει όλοι μούσκεμα στον ιδρώτα! Ολόκληρο το σώμα μου άχνιζε, βγάζοντας υδρατμούς σαν κατσαρόλα όπου μέσα κόχλαζε νερό. Ήταν ένα θέαμα πρωτόγνωρο κι εντυπωσιακό. Η εκπνοή μας ήταν ένα σύννεφο από υδρατμούς. Σήκωσα το χέρι μου μ' ανοιχτά τα δάκτυλα και από τις άκρες τους έβγαιναν υδρατμοί. Έμοιαζαν σαν τα χέρια κάποιας κακιάς μάγισσας, που εξέπεμπαν ενέργεια μαγική!!

Η υγρασία έφθανε το 99%! Τα γυαλιά μου θάμπωναν αμέσως μόλις τα σκούπιζα. Τα καθάριζα και πάλι, αλλά ξαναγίνονταν αμέσως αδιαφανή. Ήταν μάταιος κόπος και γι' αυτό αποφάσισα να μη τα χρησιμοποιήσω καθόλου.

Μετά από λίγη ώρα, το εντυπωσιακό θέαμα των υδρατμών κατάντησε πολύ ενοχλητικό, γιατί οι ατμοί που έβγαιναν από το χέρι που κρατούσε τη φωτογραφική μηχανή θόλωναν (σε χρόνο μηδέν) τον φακό που μόλις είχα σκουπίσει, κάνοντας αδύνατη τη φωτογράφιση! Η μόνη λύση ήταν να περιμένουμε μέχρι να ξελαχανιάσουμε και να ξεϊδρώσουμε - όχι βέβαια να στεγνώσουμε, γιατί αυτό αποκλειόταν, δεδομένου ότι το νερό δεν εξατμίζεται σε κορεσμένη με υδρατμούς ατμόσφαιρα. Μέχρι να το αντιληφθούμε, όμως, είχαμε ήδη χάσει πολλές φωτογραφίες, που δυστυχώς βγήκαν τελείως θολές...


Ελικτίτες και Εκκεντρίτες

Με την υποχρεωτική στάση μάς δόθηκε ο χρόνος για να απολαύσουμε καλύτερα τον εκπληκτικό διάκοσμο, που η ωραιότητά του δεν είχε απολύτως καμιά σχέση μ' εκείνη του τουριστικού τμήματος του σπηλαίου. Η φύση έχει φανεί εξαιρετικά γενναιόδωρη. Υπήρχαν πάρα πολλοί σταλακτίτες και σταλαγμίτες που δεν ήταν φτιαγμένοι από αδιαφανές πέτρωμα όπως συνήθως, αλλά από ημιδιαφανείς κρυστάλλους, που λαμπύριζαν φαντασμαγορικά όταν τους φωτίζαμε.

Εκτός από τους υπέροχους κρυσταλλικούς σταλακτίτες, υπήρχαν και μερικοί (σε λίγα σημεία βεβαίως) που παρουσίαζαν μια περίεργη ιδιορρυθμία. Από το κυρίως σώμα τους ξεκινούσαν προς διάφορες κατευθύνσεις, λοξά ή εγκάρσια, λεπτοί διαφανείς κρύσταλλοι, πάχους μόνο 1-3 χιλιοστών και μήκους μέχρι 10 εκατοστών ή και λίγο περισσότερο. Αυτές οι τριχοειδείς προεκτάσεις των σταλακτιτών έμοιαζαν με μουστάκια ή μάλλον με γένια! Συχνά μετέβαλαν τη κατεύθυνσή τους, διακλαδίζονταν ή άλλαζαν πάχος, δημιουργώντας τελείως ασυνήθιστα σχήματα. Στη σπηλαιολογική γλώσσα αυτοί οι πολύπλοκοι και λεπτεπίλεπτοι σχηματισμοί ονομάζονται «ελικτίτες» ή «εκκεντρίτες».

Είναι εξαιρετικά εύθραυστοι, τόσο που ακόμα κι ένα πολύ προσεκτικό άγγιγμα με την άκρη του δακτύλου μπορεί να τους σπάσει. Οσοδήποτε απαλά κι αν τους αγγίξεις, θα θρυμματιστούν με την πρώτη επαφή, κάνοντας έναν χαρακτηριστικό μεταλλικό ήχο. Ακόμη κι αν τους φυσήξεις δυνατά, σπάζουν! Η αντοχή τους σε κάμψη είναι σχεδόν μηδενική. Πρόκειται κυριολεκτικά για σταλακτίτες "μη μου άπτου".

Για την εξήγηση αυτού του εκπληκτικού φαινομένου οι επιστήμονες έχουν αναπτύξει δύο θεωρίες. Σύμφωνα με την πρώτη, κατά το μακροχρόνιο στάδιο της δημιουργίας των τριχοειδών σταλακτιτών μέσα στο σπήλαιο επικρατούσαν μεταβλητής κατεύθυνσης ρεύματα αέρος. Αυτά παρέσυραν τις υδάτινες σταγόνες σε πλάγιες διευθύνσεις, κάνοντάς τες ν' αψηφούν τον νόμο της βαρύτητας, με αποτέλεσμα η επικάθηση των αλάτων να μη γίνεται στο κάτω μέρος του σταλακτίτη, όπως συνήθως. Οι προεκτάσεις από το εναποτιθέμενο νέο σταλακτιτικό υλικό έπαιρναν τελείως ασυνήθιστες μορφές και σχήματα, προς τελείως απρόβλεπτες κατευθύνσεις, κυριολεκτικά ακριβώς εκεί όπου φυσούσε ο άνεμος.

Η δεύτερη θεωρία, λιγότερο ρομαντική αλλά περισσότερο πειστική, αποδίδει τη δημιουργία των εκκεντριτών στη δράση μικροοργανισμών που ζουν επάνω στους σταλακτίτες και επηρεάζουν τον σχηματισμό των κρυστάλλων. Έτσι εξηγείται και το σπάνιο φαινόμενο των εκκεντριτών που κατευθύνονται προς τα επάνω!

Αυτά τα μαγευτικά δημιουργήματα της φύσης τ' απολαμβάνουν με τα ίδια τους τα μάτια μόνον ελάχιστοι, ως επιστέγασμα των επίπονων κι επικίνδυνων προσπαθειών τους. Οι υπόλοιποι ζουν αυτή τη μαγεία με τα μάτια της φαντασίας τους, μέσω των διηγήσεων και των εικόνων.


Το σπήλαιο ζει

Η έντονη σταγονορροή που παρατηρούσαμε σε πολλά σημεία μαρτυρούσε ότι το σπήλαιο ήταν ζωντανό, δηλαδή ότι η διαδικασία παραγωγής σταλακτιτών και σταλαγμιτών συνεχιζόταν. Κάποτε ο Γιώργος Αβαγιανός, ο τρίτος της ομάδας της αρχικής εξερεύνησης, με πάρα πολλή υπομονή κι επιμονή κάθισε επί ώρες και κατόρθωσε να φωτογραφίσει τον σχηματισμό μιας σταγόνας, την επιμήκυνσή της, κατόπιν την αποκόλλησή της από τον σταλακτίτη και τέλος την πορεία της στον αέρα μέχρι την πτώση της επάνω στον σταλαγμίτη!!

Η πολυμορφία του διακόσμου ήταν φανταστική και γι' αυτό φωτογραφίζαμε ασταμάτητα και με μανία. Δεν ήταν μόνο τα πολλά και ποικίλα σχήματα, αλλά και τα ποικίλα χρώματα που δημιουργούσαν τις συχνές εναλλαγές και συνέθεταν τα διαφορετικά τοπία. Βλέπαμε πελώριους, κατακόρυφους σταλακτίτες που έμοιαζαν με καταρράκτες από πάγο, αλλού μεγάλους δίσκους από τους οποίους κρέμονταν σαν κουρτίνες με χαριτωμένες πτυχές κι άλλοτε πάλι λεπτούς, ίσιους, παράλληλους σταλακτίτες που έμοιαζαν με λευκή κρυστάλλινη βροχή. Κατά λάθος σπάσαμε ένα κομμάτι. Έμοιαζε με άκαμπτο καλαμάκι, μήκους 40 εκατοστών περίπου, μέσα από την τρύπα του οποίου περνούσε το νερό.

Σε μερικά σημεία οι σταλακτίτες είχαν ενωθεί με τους σταλαγμίτες, δημιουργώντας μεγάλες, ολόισιες κολώνες, οι οποίες έδιναν την εντύπωση ότι στήριζαν την οροφή της σπηλιάς. Έτσι όπως κρέμονταν ορισμένοι λεπτοί σταλακτίτες από την οροφή έμοιαζαν με πυροτεχνήματα που μόλις άνοιξαν στον ουρανό. Κάποιοι σταλαγμίτες διαπλατύνονταν συνεχώς μέχρι τη βάση τους. Η εκθαμβωτική ομορφιά τους δεν οφειλόταν μόνο στο σχήμα τους, αλλά και στο λευκό χρώμα τους και στους μικροσκοπικούς κρυστάλλους που λαμπύριζαν.


Φράγματα από σταλακτίτες

Συναντήσαμε ακόμα και συστοιχίες από σταλακτιτικές κολώνες, που σχημάτιζαν ένα κατακόρυφο, λευκό παραπέτασμα. Ήταν στημένες στη σειρά, σαν κορύνες του bowling! Ήταν λεπτότερες στη μέση, ενώ εφάπτονταν μεταξύ τους στη βάση και στη κορυφή. Έτσι έφραζαν τη δίοδο, αλλά επέτρεπαν να ρίξουμε μια ματιά για να δούμε τι κρυβόταν από πίσω, μέσα από τα ελάχιστων εκατοστών διάκενα που υπήρχαν στη μέση του ύψους τους.

Κατά την εξερεύνηση του 1979 ένα παρόμοιο παραπέτασμα μου δημιούργησε την υπόνοια ότι το σπήλαιο συνεχιζόταν πέρα από το σημείο αυτό. Έσπασα μερικές κολώνες με πολύ κόπο και άνοιξα μια στενή δίοδο. Ένας καινούργιος κόσμος άρχισε να ξετυλίγεται εμπρός μου. Κυριολεκτικά δεν πίστευα στα μάτια μου! Βρέθηκα ξαφνικά σ' ένα υπέροχο, κρυστάλλινο παλάτι από τον κόσμο των παραμυθιών. Από τον ενθουσιασμό μου έβγαζα άναρθρες κραυγές...

Κοντά μου έσπευσε τότε ο Κώστας κι αρχίσαμε μαζί την εξερεύνηση των νέων παρθένων τμημάτων, που μέχρι τότε κανένα ανθρώπινο μάτι δεν είχε αντικρίσει και κανένα ανθρώπινο πόδι δεν είχε πατήσει!


Υπέροχα μοναδικά θεάματα

Παρότι είχα ζήσει τότε 4 εβδομάδες μέσα στο σπήλαιο αυτό, εξακολουθούσα να εντυπωσιάζομαι από μερικά σπάνια θεάματα, που δημιούργησε η φύση με τις ιδιορρυθμίες της, όπως:

  • Έναν πολύ λεπτό ιβουάρ σταλακτίτη που ενωνόταν μ' ένα πολύ χονδρό, λευκό σταλαγμίτη

  • Ένα σταλακτίτη που ξαφνικά διαπλατυνόταν σε δεκαπλάσιο μέγεθος, δημιουργώντας ένα κατακόρυφο δόρυ με περίπου ρομβοειδή αιχμή.

  • Ένα κάτασπρο δάπεδο από κρυσταλλικό, σταλακτιτικό υλικό, από το οποίο ξεπρόβαλαν σταλαγμίτες, χρώματος ιβουάρ-καφετί.

  • Ένα δάπεδο από κίτρινους κρυστάλλους, από το οποίο "ξεφύτρωνε" ένας κωνικός σταλαγμίτης σαν μικρογραφία βουδιστικής παγόδας!

  • Μία μεγάλη αίθουσα στο νέο, στεγνό τμήμα, που περιείχε μεγάλους σταλακτίτες και σταλαγμίτες κόκκινου χρώματος (λόγω προσμείξεων)!

  • Μερικούς σταλακτίτες εκπληκτικού κάλλους, που είχαν τη μορφή πολυελαίων, αποτελούμενων από χιλιάδες, διαφανή, κρυστάλλινα κομμάτια, διαφόρων σχημάτων και μεγεθών!

Νομίζω ότι ο χαρακτηρισμός αυτού του σπηλαίου ως «Παραμυθένιου Ανακτόρου» δεν είναι καθόλου υπερβολικός!

Για να συνεχίσουμε τη διαδρομή, ήμασταν υποχρεωμένοι να περάσουμε, έρποντας, από ένα άλλο στενό και χαμηλό σημείο. Καθώς μπουσούλαγα με πολύ κόπο, το δοχείο της ασετυλίνης που κρεμόταν από τη ζώνη μου προσέκρουσε στα τοιχώματα και έγειρε, με αποτέλεσμα να σταματάει η παροχή αερίου και η φλόγα να σβήσει. Ψηλαφώντας μέσα στο μισοσκόταδο, βρήκα τον πιεζοηλεκτρικό αναπτήρα του κράνους μου και άναψα πάλι το φανάρι της ασετυλίνης, για να μπορέσω να προχωρήσω. Παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες που καταβάλλαμε όλα τα μέλη της ομάδας, ήταν αδύνατο να αποφύγουμε τελείως κάποιες μικροζημιές στους σταλακτίτες, ιδίως στις πολύ στενές διαβάσεις, όπως αυτή.

Το σπήλαιο είναι αχανές και η φωτογράφιση μας καθυστερούσε πολύ. Επειδή η ώρα είχε περάσει, αποφασίσαμε να μη συνεχίσουμε. Ήλπιζα ότι θα το καταφέρναμε σε μια άλλη εξόρμηση, δεδομένου ότι την επομένη θα επισκεπτόμασταν μια άλλη περιοχή των νέων τμημάτων της Βλυχάδας.

Καθώς επιστρέφαμε, συναντήσαμε μια περίεργη θολούρα στην ατμόσφαιρα, σαν πυκνή ομίχλη, αλλά τελικά ήταν από τον καπνό της φλόγας της ασετυλίνης! Στα στενά και χαμηλά μέρη της διαδρομής το φαινόμενο ήταν πολύ περισσότερο αισθητό. Μας δυσκόλευε στην αναπνοή, αλλά σε αντάλλαγμα δημιουργούσε φαντασμαγορικό περιβάλλον και ατμόσφαιρα μυστηρίου. Μέσα στο μισοσκόταδο και την καταχνιά οι σιλουέτες μας διακρίνονταν πολύ αχνά κι έμοιαζαν με... φιγούρες συνωμοτικές που κινούνταν με μυστικότητα!

Περάσαμε τα στενώματα όσο μπορούσαμε πιο γρήγορα, για να βγούμε στις ψηλές και μεγάλες αίθουσες. Εκεί η ατμόσφαιρα καθάρισε.

Στα υγρά τμήματα συναντήσαμε μια πρόσθετη δυσκολία. Τα νερά στις λίμνες είχαν θολώσει από το πρωινό πέρασμά μας και δεν βλέπαμε πια πού πατούσαμε. Έτσι, ήταν αδύνατο να διακρίνουμε τα πιο ρηχά μέρη και πολλές φορές βουτούσαμε κατά λάθος στα βαθιά. Τότε το νερό μάς έφθανε μέχρι τον λαιμό. Μερικές φορές κινδυνέψαμε να στραμπουλήξουμε κάποιο πόδι. Τελικά, περάσαμε τις λίμνες μόνο με μικροχτυπήματα.

Ο Κώστας κι εγώ τραβούσαμε φωτογραφίες, ενώ ο Αλέξης ασχολήθηκε με τη λήψη βιντεοταινίας. Τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας προσέφεραν πολύτιμη βοήθεια, όχι μόνο στη μεταφορά του εξοπλισμού αλλά και στον φωτισμό των μεγάλων αιθουσών με φλας για τη φωτογράφιση.


Η τεχνική της φωτογραφίας στα σπήλαια

Η τεχνική της φωτογράφισης των τεράστιων μακρόστενων χώρων των σπηλαίων είναι αρκετά πολύπλοκη. Επειδή δεν είναι δυνατόν να φωτιστούν μ' ένα πολύ ισχυρό φλας (τόσο γιατί αυτό είναι υπερβολικά ογκώδες, πάρα πολύ βαρύ και πανάκριβο, αλλά και γιατί θα φώτιζε υπερβολικά τα κοντινά αντικείμενα) καταφεύγουμε στη λύση της συνεργασίας πολλών φλας (μερικές φορές ακόμη και τεσσάρων). Εκτός από το φλας που βρίσκεται κοντά ή είναι ενσωματωμένο στη φωτογραφική μηχανή, χρησιμοποιούνται κι άλλα εξαρτημένα (slave units), για την προστασία των οποίων (από σταγόνες νερού κ.λπ.), αλλά και για να μην ξεχαστούν κάπου, η μεταφορά γίνεται μέσα σε ειδικά τσαντάκια κρεμαστά από το λαιμό. Αυτά τα βοηθητικά φλας τοποθετούνται μακρύτερα, σε απόσταση αρκετών μέτρων το ένα από το άλλο, προς το βάθος του σπηλαίου. Το άναμμα όλων των φλας γίνεται σχεδόν ταυτοχρόνως.

Τα παλιά χρόνια η σύνδεση των εξαρτημένων φλας με το κύριο (το βασικό) γινόταν με μακριά καλώδια. Είναι εύκολα αντιληπτές οι τρομακτικές δυσκολίες που παρουσίαζε η μέθοδος αυτή μέσα στο μισοσκόταδο και στο τελείως ανώμαλο έδαφος των σπηλαίων, με τα καλώδια να μπλέκονται παντού και συχνά να γίνονται κουβάρι με κόμπους...

Σήμερα εφαρμόζεται μια άλλη τεχνική, η οποία έχει μειώσει αισθητά τις δυσκολίες. Κάθε βοηθός φωτογράφισης κρατάει από ένα φλας και τοποθετείται σε κατάλληλη θέση, λίγα μέτρα μακριά από τον προηγούμενο. Κάθε φλας είναι εξοπλισμένο μ' ένα φωτοευαίσθητο κύτταρο, με το οποίο συνδέεται μέσω ενός μικρού σύρματος. Κάθε βοηθός πρέπει να προσανατολίζει το αισθητήριο του φωτοκύτταρού του προς την κατεύθυνση του προηγούμενου φλας και να ελέγχει ότι το φλας του έχει φορτιστεί, οπότε ανάβει η ενδεικτική λυχνία του. Όταν όλοι οι βοηθοί δώσουν το ΟΚ, τραβιέται η φωτογραφία. Από τη λάμψη του κύριου φλας διεγείρεται, μέσα σε κλάσμα του δευτερολέπτου, το δεύτερο (μέσω του φωτοκυττάρου του) και απ' αυτό το επόμενο κ.ο.κ. Αν κάτι πάει στραβά, όπως π.χ. κακός προσανατολισμός ενός αισθητήριου, ελλιπής φόρτιση κάποιου από τα φλας, υπερβολικά μεγάλη απόσταση μεταξύ δύο διαδοχικών φλας (δηλαδή μεγαλύτερη από την εμβέλεια, οπότε δεν διεγείρεται το επόμενο) κ.λπ., τότε έχουμε αφλογιστία και η φωτογραφία χαλάει. Ακόμη, αν κάποιο φλας βρίσκεται υπερβολικά κοντά σε κάποιο αντικείμενο, τότε αυτό θα υπερφωτισθεί και θα "καεί" η φωτογραφία στο κομμάτι αυτό. Κάνοντας δοκιμές στο σπίτι, πριν από την εξόρμηση, είχα πολλές αφλογιστίες. Ευτυχώς, μέσα στη σπηλιά όλα τα υλικά δούλεψαν σχετικά καλά.

Στις πάρα πολύ κοντινές λήψεις (μακροφωτογραφία), για να φανεί καλύτερα το ανάγλυφο του θέματος πρέπει να φωτιστεί υπό γωνία, δηλαδή το φως να έρχεται λοξά, από το πλάι, και όχι από εμπρός. Γι' αυτό δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί το φλας της μηχανής, αλλά ένα άλλο, ξεχωριστό, το οποίο συνδέεται με τη μηχανή μέσω καλωδίου. Όταν, όμως, κάνει κανείς απότομες κινήσεις, π.χ. πηδήματα, σκυψίματα κ.λπ. το καλώδιο εύκολα ξεφεύγει από τη θέση του, το φλας δεν ανάβει και η φωτογραφία δεν βγαίνει...

Από τ' ανωτέρω αποδεικνύεται πόσο δύσκολη είναι η φωτογράφιση μέσα στα σπήλαια, αλλά και πόσο πολύτιμη και καθοριστική είναι η συμβολή των βοηθών!

Ευτυχώς, η ομάδα μας λειτούργησε άψογα.


Επιστροφή και απολογισμός

Φθάσαμε στη βάρκα, φορτώσαμε όλο τον εξοπλισμό και σε λίγο βρεθήκαμε στο τουριστικό τμήμα, που ήταν έρημο. Ευτυχώς, το είχαν αφήσει φωτισμένο, πράγμα που μας διευκόλυνε. Βγήκαμε γύρω στις 18:00. Είχε ήδη νυχτώσει.

Η πρώτη μας δουλειά ήταν να φορέσουμε στεγνά ρούχα. Κατόπιν, τακτοποιήσαμε πρόχειρα όλο τον εξοπλισμό μέσα στα αμάξια, σβήσαμε τις ασετυλίνες και αδειάσαμε από τα δοχεία όλο το νερό που περίσσεψε. Παράλληλα, αφήσαμε τα παράθυρα των αυτοκινήτων ανοιχτά, γιατί η παραγωγή του αερίου δεν σταματάει αμέσως. Όταν καθαρίσαμε τη μύτη μας, είδαμε ότι το μαντήλι μας έγινε κατάμαυρο από την καπνιά της ασετυλίνης! Χρειάστηκαν επανειλημμένες προσπάθειες για να καθαρίσει τελείως από τις εισπνοές αιθάλης επί τόσες ώρες και να σταματήσουν τα κατάμαυρα ίχνη...

Κάνοντας τον απολογισμό της ημέρας, ήμουν πολύ ευχαριστημένος που τα "νέα τμήματα" του σπηλαίου διατηρούνταν ακόμη σε πάρα πολύ καλή κατάσταση. Η επιτήρηση από τους φύλακες, η απαγόρευση εισόδου χωρίς ειδική άδεια και οι πάμπολλες δυσκολίες στην προσπέλαση, αλλά κυρίως στην ανεύρεση και την διάσχισή τους, τα είχαν διατηρήσει σχεδόν ανέπαφα. Ήταν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη. Γιατί, δυστυχώς, τα σπήλαια καταστρέφονται αλύπητα, είτε κατά τη διάρκεια της τουριστικής τους "αξιοποίησης" (αδιαφορία), είτε από επισκέπτες που σπάζουν τον διάκοσμο για να πάρουν μαζί τους ένα σουβενίρ (εγωισμός), είτε από βανδάλους που κάνουν καταστροφές για να μην πλουτίσουν οι κάτοικοι του γειτονικού χωριού (φθόνος), είτε από εκείνους που αποσπούν ωραία κομμάτια για να τα πουλήσουν (συμφέρον). Μου έχει επανειλημμένως συμβεί να ξαναπάω μετά από πολλά χρόνια σε σπήλαια που τα είχα εξερευνήσει εγώ για πρώτη φορά ή που τα είχα επισκεφθεί αμέσως μετά την ανακάλυψή τους από άλλους σπηλαιολόγους και να πάθω κυριολεκτικά σοκ! Δεν πίστευα στα μάτια μου. Δεν μπορούσα να συνδυάσω με κανένα τρόπο τις εικόνες που διατηρούσα στη μνήμη μου με τις καινούργιες της πραγματικότητας. Ήταν σαν να θυμόμουν την Μπριζίτ Μπαρντό των 20 Μαΐων και ν' αντίκριζα την Μπριζίτ Μπαρντό των 70 ετών... Γι' αυτό έχω αποφασίσει να μην ξανακάνω ποτέ το τραγικό σφάλμα να επισκεφθώ και πάλι, μετά από πολλά χρόνια, τα σπήλαια που γνωρίζω. Προτιμώ να μένω με τις υπέροχες αναμνήσεις μου και με τις φωτογραφίες που είχα τραβήξει παλιά...

Ξεκινήσαμε για την Αρεόπολη και πήγαμε για φαγητό στο «Στέκι του Νικόλα», που ήταν το αγαπημένο των σπηλαιολόγων. Είχε φοβερή ποικιλία φαγητών κι εμείς πεινούσαμε σαν λύκοι. Μετά το δείπνο επισκέφθηκα το μικρό ξενοδοχείο «Kouris» που βρισκόταν στη πλατεία της Αρεόπολης. Ο ιδιοκτήτης του μου είπε ότι το όνομα Κουρής ήταν (περιέργως) το βαφτιστικό του κι όχι το επίθετο! Υπήρχε κάποιος παλιός Κουρής Μαυρομιχάλης από τον οποίο πήραν το όνομά τους κάποιοι μεταγενέστεροι Μανιάτες. Θεώρησα ότι ήταν πολύ πιθανό να κοιμόμασταν εκεί το βράδυ της επομένης.


Ειδική προετοιμασία για την υγρή διαδρομή

Σάββατο, 18.11.2000

Το ραντεβού της ομάδας μας ήταν στην είσοδο του σπηλαίου, στις 9:15. Εκείνη τη μέρα έπρεπε να προετοιμασθούμε για να αντιμετωπίσουμε ένα τμήμα του σπηλαίου που ήταν υγρό, κατόπιν ένα στεγνό και στην επιστροφή ξανά το ίδιο υγρό τμήμα. Αρχικά φόρεσα στολή βατραχανθρώπου, ολόσωμη (κι από μέσα ένα T-shirt από συνθετικό χνουδωτό ύφασμα fleece, για καλύτερη θερμομόνωση) και μέσα από τα βατραχοπέδιλα λαστιχένια μποτάκια με χοντρή σόλα από neopren. Αποφάσισα να μη φορέσω γάντια, γιατί θα με δυσκόλευαν στη φωτογράφιση και στη ρύθμιση των φακών και της ασετυλίνης - αργότερα, όμως, το μετάνιωσα πικρά. Στη ζώνη των καταδύσεων κρέμασα το δοχείο της ασετυλίνης με καραμπίνερ (κρίκο ασφαλείας).

Όλα όσα δεν χρησιμοποίησα (δεύτερο ζευγάρι βατραχοπέδιλα, καλτσάκια καταδύσεων, στολή από lycra) τα έδωσα στην Έφη, η οποία δεν είχε πλήρη εξοπλισμό. Χωρίς αυτά θα ήταν αδύνατο να μπει σήμερα μέσα στο σπήλαιο, γιατί η διαδρομή που θα κάναμε είχε πολύ περισσότερες απαιτήσεις. Μετά την εμπειρία της προηγούμενης ημέρας, δεν πήρα τα γυαλιά μου, δεδομένου ότι ένα σημαντικό μέρος της διαδρομής μας θα ήταν μέσα στο νερό.

Το κρίσιμο πρόβλημα ήταν πώς θα μεταφέραμε, με ασφάλεια και χωρίς να βραχεί, όλο τον εξοπλισμό που θα χρειαζόμασταν μέσα στο ξηρό τμήμα του σπηλαίου που ακολουθούσε. Ο κυλινδρικός σπηλαιολογικός σάκος μου, που ήταν φτιαγμένος από ανθεκτικό πορτοκαλί νάιλον, μπορούσε να χωρέσει δύο στεγανά πλαστικά δοχεία. Ήταν ολλανδικής κατασκευής, είχαν σχήμα μικρού βαρελιού, χωρητικότητα 6 λίτρων το καθένα κι έκλειναν ερμητικά με βιδωτό καπάκι. Η στεγανότητά τους εξασφαλιζόταν από ένα κυκλικό, ελαστικό παρέμβασμα που ήταν τοποθετημένο μέσα σε ειδική εγκοπή. Τότε τα χρησιμοποίησα για πρώτη φορά - στο παρελθόν χρησιμοποιούσα βαριά, μεταλλικά, στεγανά, στρατιωτικά κιβώτια μεταφοράς σφαιρών. Στο ένα δοχείο τοποθέτησα όλο το φωτογραφικό εξοπλισμό, φλας, φωτοκύτταρα, μπαταρίες και φιλμ, εκτός από τις 2 αμφίβιες μηχανές. Στο άλλο έβαλα τα στεγνά ρούχα (κάλτσες χονδρές, εσώρουχα, μπλουζάκι fleece, σορτς, πετσέτα κ.λπ.). Επειδή η βαμβακερή, ολόσωμη στολή μου δεν χωρούσε, την έβαλα μέσα στο βαρελάκι του Κώστα, που ήταν πιο ευρύχωρο.

Τα λιγοστά φαγώσιμα που πήρα μαζί μου (μπισκότα και ξηρούς καρπούς, δηλαδή σύκα, αμύγδαλα και φουντούκια) σαν "πρώτες βοήθειες" κατά της πείνας, τα έβαλα σ' ένα μικρό, πλαστικό δοχείο, το οποίο, όμως, δεν διέθετε στεγανωτικό παρέμβασμα (φλάντζα). Με αρκετή δυσκολία χώρεσε κι αυτό μέσα στον κυλινδρικό σάκο. Για μεγαλύτερη εξασφάλιση έβαλα όλο το περιεχόμενο κάθε δοχείου μέσα σ' ένα διαφανές νάιλον σακουλάκι (του οποίου σφράγισα την ανοιχτή πλευρά), ώστε να προστατευτεί σε περίπτωση που διείσδυε νερό μέσα στο δοχείο.

Τα αθλητικά παπούτσια μου (για την πορεία) δεν χωρούσαν πουθενά. Τα έδεσα, λοιπόν, έξω από τον σάκο. Θα βρέχονταν, βέβαια, αλλά αυτό δεν πείραζε πολύ, γιατί ήταν φτιαγμένα από πλαστικό. Γύρω από τη μέση μου έδεσα κι ένα τσαντάκι μέσης (τύπου banana), που κι αυτό δεν χωρούσε. Μέσα εκεί είχα τοποθετημένα εφεδρικά φιλμ, μπαταρίες για τις αμφίβιες φωτογραφικές και χαρτομάντιλα για το σκούπισμα των φακών τους. Όλα είχαν διπλή προστασία: πρώτα μέσα σε αδιάβροχα πλαστικά κουτιά-θήκες από φιλμ και κατόπιν μέσα σε στεγανά, βιδωτά, πλαστικά πορτοφόλια (που είναι κατάλληλα για θάλασσα).

Το σύστημα αυτό το έχω επινοήσει ειδικά για τις ανάγκες δύο άλλων αθλημάτων, του canyoning και του rafting. Η στεγανότητά του είναι δοκιμασμένη σε πολυάριθμες και δύσκολες εξορμήσεις σε ποτάμια και φαράγγια. Οι δυο αμφίβιες φωτογραφικές μηχανές κρέμονταν με λουράκι από τον λαιμό μου, για να μπορώ να φωτογραφίζω στη διάρκεια της κολυμβητικής διαδρομής.

Πριν από την αναχώρηση έφαγα μερικές μπανάνες, για να έχω δυνάμεις. Από την πείρα μου, αυτό βοηθάει πολύ να μην αισθάνεσαι γρήγορα πείνα μέσα στο σπήλαιο. Επίσης, μειώνεται η ποσότητα των τροφίμων που πρέπει να μεταφέρεις μαζί σου.

Ετοιμάσαμε τις λάμπες ασετυλίνης και ξεκινήσαμε στις 11:30. Μπήκαμε στην ξύλινη βάρκα, όπου βγάλαμε μερικές αναμνηστικές φωτογραφίες. Ο Αλέξανδρος στην πλώρη και ο Κώστας στην πρύμη κατεύθυναν τη βάρκα, κρατώντας από ένα ξύλινο κουπί ο καθένας. Η μεγάλη άνεση με την οποία "κουμάνταραν" τα σκάφη τους οι βαρκάρηδες, σε σύγκριση με μας, έκανε ολοφάνερη τη διαφορά πείρας. Βέβαια, αυτοί κάνουν την ίδια διαδρομή πολλές φορές κάθε μέρα και ξέρουν ακριβώς σε ποιο σημείο θα ακουμπήσουν το κουπί τους στα τοιχώματα και με πόση δύναμη θα σπρώξουν...

Μετά από μισή ώρα κουπί εγκαταλείψαμε τη φωτισμένη διαδρομή και προχωρήσαμε σε μια διακλάδωση μέσα στο σκοτάδι. Φθάσαμε στο σημείο όπου θα εγκαταλείπαμε πλέον τη βάρκα. Με μεγάλη συγκίνηση ξαναβρέθηκα ακριβώς εκεί από όπου ξεκίνησα την πρώτη εξερεύνηση πριν 21 ολόκληρα χρόνια... Ευχαρίστησα τον Ύψιστο, που ήμουν ακόμα σε θέση να πραγματοποιώ τόσο δύσκολες εξορμήσεις!


Η υγρή διαδρομή

Κλείσαμε καλά τους σάκους μας και αφήσαμε τη βάρκα στις 12 το μεσημέρι. Επειδή τα νερά ήταν ακόμη ρηχά, κάναμε μερικά βήματα μέσα στη λίμνη, περπατώντας με τα μποτάκια. Αμέσως μετά φορέσαμε τα βατραχοπέδιλά μας κι αρχίσαμε να κολυμπάμε. Κλείσαμε τη βάνα εισόδου του νερού στα δοχεία ασετυλίνης, για να περιορίσουμε την ποσότητα εκλυόμενου αερίου. Ούτως ή άλλως θα έμπαινε το νερό της λίμνης μέσα στα δοχεία, καθώς τα δύο μέρη τους βιδώνουν μεν μεταξύ τους, αλλά δεν κλείνουν τελείως στεγανά. Με αυτό τον τρόπο περιορίσαμε τη φλόγα σε λογικό μέγεθος.

Το νερό ήταν πολύ κρύο. Καθώς περνούσε σιγά-σιγά ανάμεσα στη στολή και στο δέρμα, προξενούσε ρίγη, ιδίως στη ραχοκοκαλιά. Ο καλύτερος του... "χωριού" ήταν ο Αλέξης, που φορούσε τελείως στεγανή στολή, κατάλληλη για παγωμένες θάλασσες. Έχει, όμως, κι αυτή τα μειονεκτήματά της: είναι πιο βαριά, δύσκαμπτη, δυσκολοφόρετη και ογκώδης.

Το πολύ κρύο το είχαμε γλιτώσει όλες τις προηγούμενες φορές, επειδή είχαμε χρησιμοποιήσει πολύ μικρές φουσκωτές βάρκες, αντί για να κολυμπήσουμε όλη τη διαδρομή μέχρι το στεγνό τμήμα.

Γενικά, η λύση με τις βάρκες παρουσιάζει 3 πλεονεκτήματα:

  • γλιτώνεις την παρατεταμένη παραμονή στο κρύο νερό,

  • δεν χρειάζεται ν' αλλάζεις στολή μεταξύ υγρού και ξηρού τμήματος,

  • χάρη στα ζωηρά χρώματά τους, βγάζεις πολύ ωραίες φωτογραφίες.

Έχει όμως και 3 μειονεκτήματα:

  • δεν περνούν από τα στενά και χαμηλά περάσματα ή περνούν με μεγάλη προσπάθεια,

  • σε κάθε στεγνό τμήμα πρέπει να τις κουβαλάς. Πολλές φορές αναγκάζεσαι να τις ξεφουσκώσεις και λίγο αργότερα να τις φουσκώσεις ξανά.

Προχωρήσαμε κολυμπώντας ο ένας πίσω από τον άλλο στη σειρά, σαν μια περίεργη νηοπομπή. Ο σάκος με τα στεγανά δοχεία επέπλεε. Καθώς τον κρατούσαμε μπροστά μας, μας βοηθούσε σαν πλωτήρας - στηριζόμασταν επάνω του και είχαμε το κεφάλι μας έξω από το νερό. Αυτό ήταν πολύ ευχάριστο, επειδή το νερό δεν μπορούσε να μπει από τον γιακά της στολής και γλιτώναμε το κρύο. Έλεγχα, βέβαια, πού και πού τον σάκο, μήπως είχε ανοίξει ή μήπως είχαν χαλαρώσει οι ιμάντες των παπουτσιών. Αν έχανα κάτι δεν θα το ξανάβρισκα κι αν ήταν απολύτως απαραίτητο θα μπορούσε να έχει ως συνέπεια ακόμα και τη ματαίωση της αποστολής!

Οι μεγάλοι σταλαγμίτες ξεπρόβαλαν από τα νερά της λίμνης και έμοιαζαν με μυτερά, λευκά παγόβουνα. Καθώς κολυμπούσαμε, μερικές φορές χτυπούσαμε επάνω σε σταλαγμίτες ή ύφαλους που βρίσκονταν ολόκληροι μέσα στο νερό. Το σκοτάδι μάς εμπόδιζε να τους διακρίνουμε έγκαιρα, ώστε να τους αποφύγουμε. Περισσότερο υπέφεραν τα γόνατά μας από τα χτυπήματα και το παγωμένο νερό έκανε τον πόνο πολύ πιο αισθητό. Τα χέρια μου είχαν αρχίσει να ξυλιάζουν. Πολύ θα ήθελα να είχα φορέσει τα γάντια μου...

Λίγο αργότερα περάσαμε πλάι από το σημείο όπου άρχιζε το πρώτο στεγνό τμήμα, το οποίο είχαμε ανακαλύψει το 1979. Έχει κομμάτια μοναδικής ωραιότητας: μια ολόκληρη αίθουσα γεμάτη κόκκινους σταλακτίτες, μια άλλη με πελώριους κρυσταλλικούς σταλαγμίτες ύψους 1,40 m και μια τρίτη με δάπεδο στρωμένο με πάλλευκο, σταλακτικό υλικό, που λαμπυρίζει, όταν φωτίζεται. Για την επίσκεψή του χρειάζεται μια ολόκληρη μέρα. Δυστυχώς, δεν διαθέταμε τόσο χρόνο και γι' αυτό συνεχίσαμε προς το βάθος του σπηλαίου, στα τμήματα που εξερευνήσαμε το 1982.

Συνεχίσαμε να κολυμπάμε μέσα στο μυστηριακό και υποβλητικό τοπίο. Παντού επικρατούσε απόλυτη ησυχία και γαλήνη. Όταν σταματήσαμε για λίγο να δημιουργούμε θορύβους, το μόνο που ακουγόταν σιγανά ήταν τα μικρά "πλιτς" από τις σταγόνες νερού που έπεφταν μέσα στη λίμνη.

Κάποια στιγμή φτάσαμε σ' ένα πολύ χαρακτηριστικό στενό πέρασμα, που στην πρώτη εξερεύνηση το είχα βαφτίσει «Σκύλλα και Χάρυβδη», επειδή η φουσκωτή βάρκα μας δυσκολευόταν φοβερά να περάσει. Τα πλαϊνά τοιχώματά της τρίβονταν επάνω στους σταλαγμίτες δεξιά κι αριστερά, βγάζοντας ανατριχιαστικούς, οξείς ήχους και στέλνοντας την ψυχή μας στην... Κούλουρη. Φοβόμασταν ότι η βαρκούλα μας δεν θα άντεχε και ότι τελικά θα τρυπούσε και θα βούλιαζε. Τώρα όμως, διασχίζοντας το πέρασμα κολυμπώντας, δεν είχαμε τέτοιο πρόβλημα.


Δάσος από σταλακτίτες - Λιμναίος λαβύρινθος - Υποβρύχιο πέρασμα

Παρατηρώντας με προσοχή τα παλαιά ίχνη της στάθμης του νερού επάνω στους σταλακτίτες (ανεπαίσθητες, σκούρες, τελείως οριζόντιες γραμμές), καταλάβαμε ότι σ' άλλες εποχές η στάθμη είχε ανέβει ακόμη και 30 εκατοστά ψηλότερα!

Πιο κάτω η λίμνη διαπλατυνόταν εντυπωσιακά. Ένα δάσος από λευκές κολώνες είχε σχηματιστεί, καθώς μεγάλοι σταλακτίτες που "κρέμονταν" από την οροφή ενώνονταν με σταλαγμίτες που "ξεφύτρωναν" μέσα από τα νερά. Ανάμεσά τους δημιουργούνταν ένα σωρό περάσματα. Το θέαμα ήταν πανέμορφο, αλλά τ' αμέτρητα περάσματα μάς έκαναν τη ζωή δύσκολη. Βρισκόμασταν στο σκοτάδι κυριολεκτικά μέσα σ' ένα λαβύρινθο. Δεν ξέραμε ποια από τις πολλές διαδρομές ν' ακολουθήσουμε για να βρούμε τη δίοδο που δεν θα κατέληγε σε αδιέξοδο.

Η κατάστασή μας ήταν δυσκολότερη τώρα που δεν χρησιμοποιούσαμε βάρκα, γιατί έπρεπε να κολυμπάμε συνεχώς, κουραζόμασταν, χάναμε θερμίδες και κρυώναμε. Το ψάξιμο με τις βάρκες ήταν πολύ πιο εύκολο.

Μας βοηθούσε κάπως η έμφυτη ικανότητα προσανατολισμού, η οποία έχει αναπτυχθεί ακόμη περισσότερο με την πολυετή πείρα μας μέσα στις σπηλιές. Τελικά, τα καταφέραμε και σε λιγάκι φθάσαμε στο πιο στενό πέρασμα ολόκληρου του σπηλαίου, στη φοβερή «Πύλη του Λαβύρινθου». Εκεί δεν περνάει όχι βάρκα αλλά ούτε καν ένα κεφάλι επάνω από το νερό. Η στάθμη των νερών της λίμνης το 1982 έφθανε μέχρι τα μάτια, ενώ το κράνος μας ακουμπούσε από πάνω στον βράχο.

Αυτή την πολύ χαρακτηριστική φωτογραφία μου στη δύσκολη διάβαση τη μεγέθυνε σε poster ο Γιώργος (ο τρίτος της ομάδας ανακάλυψης) και μου την πρόσφερε, σαν δώρο γάμου, τον Οκτώβριο του 1983!

Η στάθμη βρισκόταν ακόμη πιο ψηλά απ' ότι το 1982 και το κράνος μας δεν χωρούσε να περάσει. Ήμασταν υποχρεωμένοι να το βγάλουμε και να το κρατάμε στο χέρι!

Προχωρήσαμε σιγά-σιγά και προσεκτικά, για να μη χτυπήσουμε το κεφάλι μας. Ακριβώς στο δυσκολότερο σημείο η φλόγα της ασετυλίνης μου έσβησε από κακή τροφοδότηση. Προσπάθησα να την ξανανάψω, χρησιμοποιώντας τον πιεζοηλεκτρικό αναπτήρα του κράνους μου, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Φαίνεται ότι ο μηχανισμός του χάλασε όταν βουτήχτηκε στα νερά της λίμνης. Έμεινα στο πηχτό σκοτάδι ακίνητος, μέχρι που πλησίασε κάποιος άλλος από την ομάδα. Με το αμυδρό φως του και ψηλαφώντας βγήκα στην άλλη πλευρά της λίμνης. Ήταν λάθος μου που βασίστηκα στην άψογη λειτουργία του πιεζοηλεκτρικού συστήματος την προηγούμενη μέρα. Επειδή για πρώτη φορά μου συνέβη βλάβη στο σύστημα έναυσης, δεν είχα προνοήσει να βάλω ένα στεγανό αναπτήρα μέσα σε κάποια τσέπη της στολής καταδύσεων, ώστε να τον έχω πρόχειρο.

Τα σκούρα ίχνη που είχαν αποτυπωθεί επάνω στον σταλαγμιτικό διάκοσμο μας ανησυχούσαν, διότι όταν η στάθμη της λίμνης ανεβαίνει η Πύλη του Λαβύρινθου "πνίγεται" από τα νερά. Μεταβάλλεται σε σιφόνι, γίνεται δηλαδή υποβρύχιο πέρασμα, οπότε χρειάζεται κατάδυση για να το διαβείς, η οποία, όμως, αποκλείεται να γίνει χωρίς τον κατάλληλο εξοπλισμό. Έτσι αν η στάθμη ανέβαινε ξαφνικά (π.χ. λόγω καταρρακτώδους βροχής), τότε θα παγιδευόμασταν μέσα στο σπήλαιο. Αυτό συνέβη σε μια σπηλιά στην Κρήτη. Κινητοποιήθηκαν αμέσως οι ομάδες σπηλαιοβοήθειας απ' όλη την Ελλάδα και οι κρατικές υπηρεσίες και τελικά κατάφεραν να απεγκλωβίσουν και να διασώσουν τους σπηλαιολόγους! Αλλά το αίσιο πέρας δεν είναι πάντοτε εξασφαλισμένο...

Για να χωρέσουν οι σάκοι με τα στεγανά δοχεία να περάσουν από το στενό πέρασμα, τους πιέζαμε με πολλή δύναμη βαθιά μέσα στο νερό. Περιείχαν, όμως, αρκετό αέρα και γι' αυτό περνούσαν δύσκολα. Στην πίσω πλευρά η λίμνη διαπλατυνόταν ξανά πάρα πολύ και καθώς ήταν επίσης γεμάτη με κολώνες από σταλακτίτες/σταλαγμίτες, δημιουργούσε μια συνέχεια του λαβύρινθου που είχαμε συναντήσει πριν από το χαμηλό πέρασμα.


Απόβαση στο στεγνό τμήμα

Μετά από κολύμπι 45 λεπτών μέσα στο σκοτάδι και στο παγωμένο νερό, φθάσαμε επιτέλους στο σημείο αποβίβασης, στο ξερό τμήμα του σπηλαίου. Βγαίνοντας στη στεριά, τοποθετήσαμε προσεκτικά τα βατραχοπέδιλα σε κάποιες μικρές σχισμές των βράχων, για να μην τα χάσουμε (πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να πέσουν σε κάποιο βαθύ ρήγμα και να χαθούν μέσα στο σκοτάδι) και προχωρήσαμε οι πρώτοι λίγο βαθύτερα, ώστε ν' αφήσουμε ελεύθερο χώρο για τους επόμενους. Τα μποτάκια των καταδύσεων που φορούσα κάτω από τα βατραχοπέδιλα αποδείχθηκαν πολύτιμα για το περπάτημα επάνω στους ανώμαλους και αιχμηρούς βράχους!

Το σημείο αυτό ήταν η βάση μας, για να αλλάξουμε στολές και να εναποθέσουμε τον καταδυτικό εξοπλισμό, ο οποίος δεν θα μας χρειαζόταν παρά μόνο για την επιστροφή. Ο καθένας διάλεξε ένα κάπως επίπεδο μέρος για τον εαυτό του. Φροντίσαμε να είμαστε σε κάποια απόσταση ο ένας από τον άλλον, για να μην πνιγούμε από τους καπνούς της ασετυλίνης και για να μην υπερκαταναλώνουμε το λιγοστό οξυγόνο που υπήρχε τοπικά ανάμεσα στους ογκόλιθους. Ο χώρος ήταν πολύ στενός και μας δυσκόλεψε.

Είχε φτάσει η στιγμή της αλήθειας! Έβγαλα τα δοχεία από τον σάκο μου και τ' άνοιξα. Φωτογραφικά ΟΚ, ρουχισμός τελείως στεγνός, αλλά οι ξηροί καρποί είχαν γίνει... υγροί καρποί. Το μικρό δοχείο χωρίς στεγανωτικό παρέμβασμα έβαλε νερά, τα οποία στα 45 λεπτά της υγρής διαδρομής πέρασαν ακόμη και μέσα στο νάιλον σακουλάκι! Έφαγα μερικά φουντούκια κ.λπ. πριν μαλακώσουν περισσότερο. Αντιθέτως, τα ολλανδέζικα δοχεία λειτούργησαν άψογα. Σταγόνα δεν είχε μπει μέσα!

Αρχίσαμε ν' αλλάζουμε στολή μέσα στο μισοσκόταδο. Ο φόβος μου ήταν μήπως ξεχάσω κάτι, αφού ο φωτισμός ήταν πενιχρός, ή μήπως έπεφτε κάποιο μικροαντικείμενο σε κάποια βαθιά σχισμή, οπότε θα ήταν αδύνατο να το ξαναβρώ. Καθώς έβγαζα το κράνος για ν' αλλάξω, η φλόγα έσβησε. Την ξανάναψα και συνέχισα το γδύσιμο, το οποίο γινόταν δυσκολότερο από το απολύτως ανώμαλο δάπεδο. Αφού άπλωσα την καταδυτική στολή επάνω στα βράχια, αισθάνθηκα μεγάλη ανακούφιση φορώντας στεγνά ρούχα. Έβγαλα τις μπότες από neopren και φόρεσα χονδρές κάλτσες και τα ειδικά παπούτσια με αντιολισθητικές, ανάγλυφες, ελαστικές σόλες.

Άφησα το βαρελάκι των ρούχων και το μικρό δοχείο των ξηρών καρπών. Μέσα στον σάκο έβαλα μόνο το βαρελάκι με τα φωτογραφικά. Μετέτρεψα το σάκο σε σακίδιο πλάτης, γιατί διέθετε ιμάντες κι έβαλα μέσα μερικά πράγματα, τόσο δικά μου όσο και άλλων μελών της ομάδας. Λόγω του βάρους, θα τον μεταφέραμε εναλλάξ.


Στα ενδότερα της Βλυχάδας

Για πρώτη φορά στη ζωή μου κρέμασα από το λαιμό μου 3 φωτογραφικές μηχανές: τις δύο αμφίβιες (που η μία είχε αρνητικό φιλμ και η άλλη slides) και μια βαριά Νikon, μαζί με extra φλας για πολύ κοντινές λήψεις (εστίαζε στα 50 εκατοστά).

Οι αμφίβιες ήταν ελαφρές και στα δύσκολα σημεία χωρούσαν να μπουν μέσα στη στολή. Η μεταφορά, όμως, της πολύ βαριάς Νikon με το φλας της ήταν μια σκέτη ταλαιπωρία. Σκέφτηκα ότι αυτή ήταν η τελευταία φορά που την πήρα μαζί μου σε δύσκολη αποστολή.

Ήμουν πολύ ευχαριστημένος που ειδικά γι' αυτή την εξόρμηση αγόρασα δύο μικρά και ελαφρά φλας και δεν πείστηκα να προτιμήσω ένα ισχυρό αλλά βαρύ που μου συνιστούσε ο πωλητής. Το ένα από τα φλας με φωτοκύτταρο το έδωσα σ' ένα μέλος της ομάδας - βοηθό φωτογραφίας.

Αρχίσαμε την πορεία και παράλληλα τη φωτογράφιση. Ευτυχώς είχαμε εξαιρετική σύμπνοια μεταξύ μας. Κανείς δεν βιαζόταν και κανείς δεν αργοπορούσε. Ειδικά δε για να φωτογραφίσουμε τις μεγάλες αίθουσες, ήταν απαραίτητη η συνεργασία και η βοήθεια πολλών μελών.

Ήταν εκπληκτικό που μετά από τα φοβερά στενά περάσματα ανοίγονταν μπροστά μας αχανείς χώροι, μεγαλύτεροι από μεγάλες αίθουσες κινηματογράφου ή θεάτρου! Αυτό το σπήλαιο ήταν γεμάτο θαύματα!

Ο πιεζοηλεκτρικός αναπτήρας του κράνους μου, που χάλασε στην υγρή διαδρομή, δυστυχώς δεν ξαναλειτούργησε ούτε όταν στέγνωσε, όπως ήλπιζα. Έτσι, κάθε φορά που έσβηνε η φλόγα, ήμουν αναγκασμένος, για να πάρω φωτιά, να πλησιάσω κάποιον άλλον, που μερικές φορές βρισκόταν αρκετά μακρύτερα. Σκύβαμε τότε και οι δύο κι ακουμπούσαμε τα κράνη μας μέτωπο με μέτωπο. Αυτή η περίεργη στάση μας θύμιζε τράγους που τσακώνονται, σκύβοντας τα κεφάλια τους και συγκρούοντας με ορμή τα κέρατά τους!

Πάντως, η μεγαλύτερη ταλαιπωρία ήταν τα στενόχωρα περάσματα, όπου προχωρούσαμε μόνον έρποντας. Προτού το επιχειρήσω, έβαζα τη μεγάλη φωτογραφική μέσα στον σάκο, τον οποίο περνούσα από το σώμα μου. Άνοιγα το φερμουάρ της στολής κι έβαζα τις δύο μικρές φωτογραφικές στο στήθος μου, για να μη μετακινούνται δεξιά κι αριστερά και να μην κινδυνεύουν να χτυπήσουν. Ο ιδρώτας έτρεχε ποτάμι από τη μεγάλη προσπάθεια! Πάντως, όπως διαπίστωσα γι' άλλη μια φορά, οι μικρόσωμοι και οι αδύνατοι πλεονεκτούν στη σπηλαιολογία...

Μεγάλη ενόχληση ήταν, επίσης, το βαρύ και ογκώδες δοχείο της ασετυλίνης στο πλάι της μέσης. Στα δύσκολα περάσματα το μετακινούσα μπροστά στην κοιλιά. Το σβήσιμο της φλόγας στα σημεία αυτά (λόγω της κλίσης και των χτυπημάτων του δοχείου) ήταν, δυστυχώς, συνηθισμένο φαινόμενο.

Ένα ακόμη πρόβλημα που με ταλαιπωρούσε ήταν ότι το σωληνάκι της ασετυλίνης μπλεκόταν συχνά με τους ιμάντες των φωτογραφικών μηχανών...

Γενικά, οι δυσκολίες μέσα στα σπήλαια είναι πάμπολλες. Το δάπεδο είναι συνήθως ανώμαλο και πολλές φορές υγρό, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος ολίσθησης ή παραπατήματος.

Δυσεπίτευκτη είναι και η ανεύρεση της σωστής διαδρομής, ακόμη και για τους πεπειραμένους. Είναι πρακτικά αδύνατο να θυμάται όλες τις λεπτομέρειες κάθε σπηλαίου. Γι' αυτό μερικές φορές καταφεύγουμε σε δοκιμές. Δεν χρησιμοποιούμε τον «Μίτο της Αριάδνης», παρά μόνο στις σπηλαιοκαταδύσεις, γιατί ο αποπροσανατολισμός εκεί σημαίνει βέβαιο θάνατο! Καθώς ο αέρας, που περιέχει η μπουκάλα είναι περιορισμένος δεν υπάρχει δυνατότητα αναζήτησης της οδού της επιστροφής...

Όμως, το θέαμα είναι πάντα τόσο υπέροχο που αποζημιώνει με το παραπάνω για όλες τις ταλαιπωρίες, τους κινδύνους και την κούραση.


Το πέρασμα του Διαβόλου

Το σπήλαιο είναι μεγάλο και δαιδαλώδες. Αρκετά συχνά συναντούσαμε λίμνες, συνήθως μακρόστενες, τις οποίες παρακάμπταμε από το πλάι. Μια από αυτές, όμως, είχε δύο πολύ απόκρημνες όχθες, που δεν άφηναν χώρο για να περάσουμε, έστω και με δυσκολία.

Την προηγούμενη φορά την είχαμε περάσει φουσκώνοντας τις βάρκες, κατεβάζοντάς τες μέσα στη λίμνη και ξαναβγάζοντάς τες και μεταφέροντας τες αργότερα, ξεφούσκωτες, μέχρι την επομένη. Και αυτή η λύση έχει, βέβαια, τις δυσκολίες και τις ταλαιπωρίες της. Ωστόσο, το κουβάλημα της βάρκας, το φούσκωμα / ξεφούσκωμά της δεν είναι το δυσκολότερο, συγκριτικά με το εγχείρημα να μπεις μέσα σ' αυτό το μικρό καρυδότσουφλο χωρίς να τουμπάρεις! Απαιτούνται μελετημένες κινήσεις, ικανότητες ακροβατικές και ακρίβεια...ωρολογοποιού! Γιατί η βάρκα ούτε αγκυροβολημένη είναι ούτε την κρατάει κάποιος στη θέση της. Το δε μέγιστο φορτίο που μπορεί να σηκώσει είναι το βάρος ενός ανθρώπου (όχι, βέβαια, ευτραφούς...)!

Εμείς, πάντως, χρησιμοποιήσαμε τεχνική αναρρίχησης, γιατί το τοίχωμα ήταν πολύ απόκρημνο - σχεδόν κάθετο. Τα σκοινιά ασφαλείας τα στερεώσαμε είτε με καραμπίνερ (μεταλλικό κρίκο ασφαλείας), που περάσαμε μέσα από τρύπες των βράχων, είτε δένοντάς τα γύρω από χονδρούς σταλαγμίτες, όπου βέβαια υπήρχαν.

Για να περάσουμε τον κατακόρυφο γκρεμό, έπρεπε οπωσδήποτε να δεθούμε. Φορούσαμε όλοι αναρριχητική ζώνη (baudrier). Η ζώνη αυτή όχι μόνο περνάει γύρω από τη μέση, αλλά έχει και ιμάντες γύρω από τους μηρούς κι ανάμεσα στα σκέλια. Όλοι αυτοί οι ιμάντες δένονται μπροστά στην κοιλιά, μ' ένα μεταλλικό καραμπίνερ, μέσα από το οποίο περνάει το ορειβατικό σκοινί που μας ασφαλίζει.

Η Έφη ανέβηκε ακριβώς πριν από μένα. Ήταν μπροστά μου και λίγο ψηλότερα. Καθώς φορούσε ροζ ορειβατική ζώνη επάνω από τη σκούρα μπλε, ολόσωμη στολή, έμοιαζε σαν Βραζιλιάνα με πολύ μελαψό δέρμα, που φορούσε ροζ μαγιό tanga! Είναι γνωστό ότι το μισοσκόταδο βοηθάει πολύ τις φαντασιώσεις...

Η κατακόρυφη ανάβαση είχε ύψος περίπου 5 μέτρα. Για την άνοδο, επειδή το τοίχωμα γλιστρούσε φοβερά, προσπαθούσαμε να πατάμε επάνω στα λιγοστά σταλαγμιτάκια, που είχαν "φυτρώσει" στον βράχο. Έμοιαζαν με κοντά, χονδρά, λευκά κεριά, εξαιτίας του κυλινδρικού σχήματός τους, με ύψος μέχρι το πολύ 10 ή 15 εκατοστά και διάμετρο γύρω στα 5. Κάνοντας έλξεις από το σκοινί με τα χέρια και πατώντας επάνω στις κεφαλές των πολύτιμων, κοντόχοντρων σταλαγμιτών, καταφέραμε ν' ανεβούμε. Περισσότερο από όλους δυσκολεύτηκε η Έφη, επειδή φοβόταν (και με το δίκιο της), καθώς ήταν η πιο άπειρη της ομάδας.

Επωφελούμενος του χρόνου που απαιτήθηκε μέχρι ν' ανέβουν όλοι, μπήκα σε μια αρκετά ευρύχωρη τρύπα, που οδηγούσε σε μια γαλαρία. Περιττό να πω ότι ήταν γεμάτη σταλακτίτες! Διακλαδιζόταν σε δύο τμήματα, που υπολογίζω ότι ενώνονταν πιο κάτω με το κυρίως σπήλαιο. Δεν συνέχισα μέχρι το τέρμα, γιατί δεν ήθελα ν' αργήσω. Όταν επέστρεψα, ανέβαινε ο τελευταίος της ομάδας.

Αμέσως μετά ακολουθούσε η επόμενη δοκιμασία: έπρεπε να διασχίσουμε ένα δύσκολο, οριζόντιο πέρασμα πολύ ψηλά κατά μήκος της λίμνης. Δυστυχώς, τα τοιχώματα των βράχων ήταν πολύ απόκρημνα και τα πατήματα λιγοστά κι αβέβαια. Δεν υπήρχαν σχεδόν καθόλου κρατήματα, γι' αυτό αναγκαστήκαμε να δέσουμε σκοινί ασφαλείας. Το δύσβατο πέρασμα γινόταν ακόμη δυσκολότερο από το σκοτάδι. Οι φλογίτσες της ασετυλίνης πάσχιζαν να μας φέξουν τη διαδρομή. Αποφεύγαμε με κάθε τρόπο να κοιτάζουμε προς τα κάτω. Προσπαθούσαμε να αγνοήσουμε το μαύρο χάος, που άρχιζε πλάι μας. Δεν είχαμε άδικο που ονομάσαμε τη διάβαση αυτή «Πέρασμα του Διαβόλου».

Τελικά τα καταφέραμε, αλλά αμέσως μετά έπρεπε να περάσουμε έρποντας μέσα από στενώματα σε σχήμα σωλήνα. Αυτά δεν έκρυβαν κινδύνους, ήταν, όμως, φοβερά κουραστικά. Κάποτε εδέησε ο Θεός και τέλειωσαν κι αυτά. Ξαναβρεθήκαμε σ' ένα εύκολο τμήμα, όπου μπορούσαμε να περπατάμε όρθιοι. Ήταν μια «ομαλή κατάσταση», αν μπορεί να χαρακτηριστεί έτσι ένα δάπεδο γλιστερό ή με πέτρες που κουνιούνται ή και τα δυο συγχρόνως...

Αλλά οι εκπληκτικοί σταλακτίτες με τα απίθανα σχήματα μας προσκαλούσαν να τους φωτογραφίσουμε. Η μια μηχανή μετά την άλλη ξέμεναν από φιλμ και σταματούσαμε για την τοποθέτηση καινούργιων. Το ειδικό τσαντάκι της μέσης όπου μετέφερα τα φιλμ και τις μπαταρίες μέσα σε μικρά, βιδωτά, στεγανά, πλαστικά δοχεία αποδείχθηκε εξαιρετικά βολικό, ιδίως σε μερικές δύσκολες, πλευρικές εξορμήσεις, εκτός βασικής διαδρομής, όπου δεν παίρναμε μαζί μας τους βαριούς σάκους. Για να ξαποστάσουμε λίγο, τους βγάζαμε από την πλάτη και τους αφήναμε, για να τους ξαναβρούμε αργότερα.

Όσοι δεν είχαν πείρα ξέμεναν από φιλμ, ενώ τα εφεδρικά τους ήταν μέσα σε κάποιον σάκο, κάπου μακριά. Αυτό συμβαίνει συχνότερα στις πολυήμερες σπηλαιολογικές εκστρατείες, γιατί τότε δημιουργούμε (σε κατάλληλα σημεία μέσα στο σπήλαιο) βάσεις ανεφοδιασμού, όπου αφήνουμε μεγάλο μέρος του εξοπλισμού μας.

Συνεχίσαμε ν' αντικρίζουμε φανταστικούς εκκεντρίτες και ελικτίτες, με περίεργες λεπτές προεξοχές προς πολλές και διάφορες διευθύνσεις. Οι λεπτές βελόνες τους κατευθύνονταν προς κάθε διεύθυνση. Όμως, παρά την εξαιρετική τους ομορφιά, τρυπάγανε φοβερά. Με το παραμικρό άγγιγμα έσπαγαν, κάνοντας έναν χαρακτηριστικό μεταλλικό ήχο, κι έμπαιναν μέσα στο δέρμα. Ήταν πιο επίφοβες ακόμη κι από τις βελόνες των αχινών, καθώς ήταν πολύ δύσκολο να τις βγάλεις!

Κάναμε μια μικρή στάση για να φάμε κάτι πρόχειρο, ώστε να πάρουμε δυνάμεις. Εγώ μασουλούσα ξηρούς καρπούς, άλλοι είχαν μαζί τους μπισκότα, άλλοι έτρωγαν λίγη σοκολάτα.

Περίπου κάθε 2 με 3 ώρες κάναμε υποχρεωτικά «στάση ασετυλίνης», για να ανεφοδιάσουμε τα δοχεία με καινούριες πέτρες ασετυλίνης (που μεταφέραμε μέσα στους σάκους μας) και για να συμπληρώσουμε νερό (που ευτυχώς στο σπήλαιο υπήρχε άφθονο κι έτσι δεν χρειαζόταν να το κουβαλάμε). Η πείρα μάς έχει διδάξει ότι κάνοντας ομαδική συντήρηση, δηλαδή όλοι μαζί (και προληπτικά εκείνοι που ακόμη δεν χρειάζονται νέες πέτρες) έχουμε κέρδος χρόνου.

Το σπήλαιο έχει αίθουσες πανύψηλες και μεγάλες, οι οποίες είναι προσιτές μόνο μέσα από εκείνο το πολύ χαμηλό στενό υγρό πέρασμα (όπου δεν χωρούσε ούτε το κράνος μας να περάσει)! Επίσης υπάρχουν και πάρα πολύ βαθιές λίμνες. Στην εξερεύνηση του 1982, που είχαμε μαζί μας πλήρη καταδυτικό εξοπλισμό και διαθέταμε πολύ χρόνο, κάναμε καταδύσεις μέχρι βάθος 30 και πλέον μέτρων! Υπάρχουν ακόμη βαθύτερα σημεία. Το 1982 είχαμε τραβήξει και υποβρύχιες φωτογραφίες, με μηχανή NIKONOS.

Η διαύγεια του νερού ήταν τόσο μεγάλη που νόμιζα ότι βρισκόμουν έξω, επάνω από την επιφάνεια της λίμνης! Όταν φώτιζα με ισχυρό προβολέα τον βυθό, έβλεπα μέσα από τη μάσκα μου τους βουλιαγμένους λευκούς σταλαγμίτες!


Απολιθωμένοι σκελετοί

Για να προχωρήσουμε στο βάθος του σπηλαίου χρειάστηκε μία κατακόρυφη αναρρίχηση επάνω σε σταλακτίτες, που έμοιαζαν με καταρράκτη πάγου. Είχαν ωραίες, ανάγλυφες πτυχώσεις, οι οποίες βοηθούσαν κάπως στην ανεύρεση σημείων στήριξης και συγκράτησης. Σκαρφαλώσαμε περίπου 3 μέτρα, χωρίς να χρησιμοποιήσουμε σκοινιά. Είχαμε αφήσει τα μακριά σκοινιά και τον περισσότερο αναρριχητικό εξοπλισμό στην προηγούμενη δύσκολη διάβαση, στο Πέρασμα του Διαβόλου, για να τον ξαναχρησιμοποιήσουμε επιστρέφοντας.

Προχωρήσαμε αρκετά, για να φθάσουμε μέχρι το σημαντικότερο εύρημα της εξερεύνησης του '82. Πρόκειται για τον σκελετό ενός μεγάλου θηλαστικού, που έχει κρυσταλλωθεί μέσα σε άφθονο σταλακτιτικό υλικό. Η επιστημονική μελέτη, που έγινε από την έδρα της Παλαιοντολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών έδειξε ότι ήταν ο απολιθωμένος σκελετός ενός προϊστορικού πάνθηρα! Το άγριο ζώο αναπαύεται αιωνίως, οριζοντιωμένο στα βάθη του σπηλαίου. Γεννιέται πολύ εύλογα το ερώτημα: πώς και για ποιο λόγο έφθασε ο πάνθηρας τόσο βαθιά στο σπήλαιο; Η απάντηση είναι ότι κατά πάσα πιθανότητα στην εποχή του θα υπήρχε κι άλλη είσοδος κάπου κοντά στο σημείο εκείνο. Η είσοδος αυτή πιθανόν να έκλεισε μετά από κάποια μεγάλη κατολίσθηση ή ισχυρή σεισμική δόνηση.

Για όσους παραξενεύονται από το εύρημα αυτό, αναφέρω ότι στη χώρα μας ζούσαν άλλοτε διάφορα άγρια ζώα, όπως λέοντες (εξ ου και οι πολλοί σχετικοί αρχαιοελληνικοί μύθοι για τον Ηρακλή κ.λπ.)].

...Τα φλας των μηχανών μας άστραφταν επανειλημμένα, φωτίζοντας με άπλετο φως αυτή την "υπόγεια διασημότητα" του Διρού, όπως γίνεται τόσο συχνά με τους υπέργειους ζωντανούς VIP. Τον φωτογραφίσαμε από διαφορετικές γωνίες και αποστάσεις. Σε λίγο αποσυρθήκαμε, αφήνοντας τον πάνθηρα στην αιώνια ηρεμία του.


Μικρά ατυχήματα

Κάποια στιγμή γλίστρησα. Για να στηριχτώ και να μην πέσω, ακούμπησα αναγκαστικά επάνω σε κάτι σταλακτίτες γεμάτους λεπτούς εκκεντρίτες, που ήταν πλάι μου. Ήταν σαν να πιάστηκα από πολλούς αχινούς μαζί! Οι βελόνες τους κατατρύπησαν ολόκληρο το χέρι μου. Πάρα πολλά κομμάτια τους έσπασαν και τα περισσότερα απ' αυτά καρφώθηκαν στο δέρμα μου. Σιγά-σιγά και με πολλή προσοχή κατάφερα να βγάλω όσα προεξείχαν. Γι' αυτή τη λεπτοδουλειά θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμη μια λεπτή λαβίδα, που δυστυχώς δεν είχα μαζί μου. Όσα είχαν χωθεί βαθύτερα ήταν αδύνατο να βγουν. Άρχισαν να με ενοχλούν και να με πονούν, αλλά καθώς δεν μπορούσε να γίνει τίποτα έπρεπε να τα συνηθίσω...

Λίγο πιο κάτω η Ελένη έπαθε τα ίδια και χειρότερα. Αρκετό αίμα άρχισε ν' αναβλύζει από τα τρυπήματα και τις γρατζουνιές και να στάζει επάνω στο κρυσταλλικό δάπεδο. Απολυμάναμε τις πληγές της και προσπαθήσαμε να σταματήσουμε τη μικρή αιμορραγία. Αστειευόμενοι της είπαμε ότι ίσως κάποιοι μελλοντικοί σπηλαιολόγοι, μετά από χιλιάδες χρόνια, να βρουν τις σταλαγματιές του αίματος και ν' αρχίσουν να ερευνούν το DNA τους, για να προσδιορίσουν σε ποιον ανήκει! Την πειράζαμε επίτηδες, για να την κάνουμε να ξεχάσει τον πόνο της.

Αλλά.. δυο μικροατυχήματα αμέσως μετά την επίσκεψή μας στον πάνθηρα δεν είναι κάπως περίεργα συμβάντα; Να πρόκειται άραγε για την «εκδίκηση του νεκρού πάνθηρα»; Κάτι ανάλογο με τη θρυλική «Κατάρα των Φαραώ», που λέγεται ότι τιμωρεί όσους διαταράσσουν τη γαλήνη των τάφων τους;


Το salto mortale (πήδημα θανάτου)

Εμείς, όμως, συνεχίσαμε απτόητοι. Κινήσαμε να πάμε σ' ένα σημείο όπου βρίσκεται ένας άλλος σκελετός πάνθηρα. Για να κατορθώσουμε να φθάσουμε μέχρις εκεί, ξέραμε ότι έπρεπε να περάσουμε από ένα πολύ δύσκολο σημείο. Αρχικά ήμασταν αναγκασμένοι να περπατήσουμε κατά μήκος ενός πολύ απότομου βράχου με ελάχιστα πατήματα και πιασίματα. Αμέσως μετά έπρεπε να πηδήξουμε ένα κενό για να βρεθούμε στον απέναντι βράχο, ο οποίος ήταν κι αυτός απότομος και δεν έδινε τη δυνατότητα να κρατηθούμε από κάπου μόλις περνούσαμε αντίκρυ. Κάτω, αρκετά μέτρα βαθύτερα, υπήρχε μόνο ένα σκοτεινό χάος. Ήταν μια λίμνη που τα νερά της φαίνονταν κατάμαυρα κι απειλητικά μέσα στο σκοτάδι. Κάπως έτσι θα ήταν και η Αχερουσία λίμνη, κοντά στην πύλη του Άδη...

Φθάνοντας στο κρίσιμο πέρασμα, που έμοιαζε με ακροβατικό «πήδημα θανάτου», καθένας από μας σταματούσε για αρκετά δευτερόλεπτα, για να προετοιμαστεί ψυχολογικά και σωματικά. Αυτοσυγκεντρωνόταν, ζύγιζε και στάθμιζε νοερά τις δυσκολίες του εγχειρήματος, διάλεγε προσεκτικά το σημείο όπου θα πατούσε στην απέναντι πλευρά, μετρούσε με το μάτι τις αποστάσεις, έκανε την προσευχή του, έπαιρνε τη μεγάλη απόφαση τη στιγμή που εκείνος έκρινε κατάλληλη και με αρκετή φόρα αποτολμούσε το salto mortale!

Ευτυχώς, όλα πήγαν κατ' ευχήν και σε λίγο αντικρίσαμε τον δεύτερο πάνθηρα, ο οποίος, όμως, ήταν ακέφαλος. Καθώς τα οστά του βρίσκονται στο χείλος μιας μικρής χαράδρας, φαίνεται ότι το κρανίο του θα παρασύρθηκε από τα νερά σε κάποια φάση της μακραίωνης ιστορίας του...


Ζώα - νάνοι

Ζώα των τροπικών που ζούσαν στους προϊστορικούς χρόνους έχουν βρεθεί σε πολλά σημεία της λεκάνης της Μεσογείου. Είχαν μικρότερο σωματικό μέγεθος, πιθανότατα λόγω της μικρότερης ποσότητας διαθέσιμης τροφής. Νεώτεροι κρίκοι της ίδιας ζωικής αλυσίδας είναι και τα μικρά αλογάκια που ζουν ακόμη και σήμερα στη Σκύρο. Εκτός από τους πάνθηρες, στον ελλαδικό χώρο έχουν ανακαλυφθεί κι άλλα ζώα της πανίδας των θερμών περιοχών. Στην Τήλο, για παράδειγμα, κατά τις ανασκαφές που πραγματοποίησε το Πανεπιστήμιο Αθηνών, βρέθηκαν σκελετοί από νάνους ελέφαντες!

Την εποχή εκείνη ο καθηγητής Ν. Συμεωνίδης παρατήρησε ότι στο νησί ζούσαν κάτι τελείως ασυνήθιστες αγελάδες - νάνοι. Είπε, λοιπόν, στους κατοίκους να τις προσέχουν, γιατί ήταν μοναδικές. Έκανε και μια δημοσίευση για την ύπαρξή τους σ' ένα διεθνές επιστημονικό περιοδικό. Κάποιο ολλανδικό πανεπιστήμιο, με πλούσιο ερευνητικό πρόγραμμα, όταν πληροφορήθηκε την ύπαρξή τους από τη δημοσίευση προσφέρθηκε να εξαγοράσει μερικά ζεύγη έναντι αδρής αμοιβής, για να τα μελετήσει και να τα αναπαραγάγει. Ετοίμασε, μάλιστα, και ειδικά διασκευασμένο αεροπλάνο, για τη μεταφορά των πολύτιμων ζώων. Όταν ο καθηγητής επέστρεψε στην Τήλο με τα ευχάριστα νέα, πληροφορήθηκε κατάπληκτος ότι οι κουτοπόνηροι χωριάτες είχαν σφάξει όλες τις νάνες αγελάδες!

Ακόμη ένα είδος του ζωικού βασιλείου εξαφανίστηκε, τελείως άδοξα και χωρίς λόγο μόλις πριν λίγα χρόνια...


Δυσκολίες και απολαύσεις στον γυρισμό

Αποχαιρετήσαμε τον δεύτερο πάνθηρα κι πήραμε τον δρόμο της επιστροφής. Περάσαμε άλλη μια φορά το δύσκολο πέρασμα, το «πήδημα θανάτου» κι φτάσαμε στην περιοχή του πρώτου πάνθηρα, όπου είχαμε αφήσει τους βαριούς σάκους μας.

Ο Αλέξανδρος, που μέχρι εκείνη την ώρα φωτογράφιζε, άρχισε να τραβάει βιντεοταινία με τη στεγανή κάμερά του. Ο πανίσχυρος προβολέας της βιντεοκάμερας φώτιζε ολόκληρο το τοπίο, τριγύρω μας, δίνοντας μια τελείως άλλη, πολύ ωραιότερη διάσταση. Απολαμβάναμε το μαγευτικό θέαμα, καθώς οι χιλιάδες μικροσκοπικοί κρύσταλλοι των σταλακτιτών λαμπύριζαν ολόγυρα. Ήταν σαν να είχαμε βρεθεί ξαφνικά μέσα σ' ένα φανταστικό παλάτι. Το δυνατό λευκό φως έχει μετατρέψει το ωραίο σπήλαιο σε ονειρικό!

Σ' όλη τη διάρκεια της πολύωρης εξόρμησης καταβάλαμε μεγάλες προσπάθειες για να μην καταστρέψουμε το παραμικρό στον διάκοσμο. Παρά την ιδιαίτερη προσοχή μας, όμως, οι μικροζημιές ήταν αναπόφευκτες. Κι αυτό γιατί στις στενές και στις πολύ χαμηλές διαβάσεις και τρύπες μοιραία ακουμπούσαμε κάπου, έστω κι ελαφρά. Ακόμα και το τόσο απαλό άγγιγμα αρκούσε για να σπάσει κάποιο κομματάκι σταλακτίτη. Σημειωτέον δε ότι το πέρασμα από τόσο στενά σημεία γίνεται μόνο με την καθοδήγηση των συντρόφων μας, εκείνων που προηγούνται ή έπονται.

Στην επιστροφή, έχοντας ήδη απολαύσει το κυρίως θέαμα, στρέψαμε περισσότερο την προσοχή μας στις λεπτομέρειες του διακόσμου της σπηλιάς, ιδίως σ' εσοχές, κοιλότητες κι απόμερα τμήματα. Έτσι ανακαλύψαμε υπέροχους, διαφανείς σταλακτίτες, που κρέμονταν από την οροφή σαν να ήταν κρύσταλλοι από πάγο. Σ' άλλο σημείο διακρίναμε λεπτούς, επιμήκεις σταλακτίτες, που είχαν ενωθεί με τον αντίστοιχο σταλαγμίτη τους, παίρνοντας το σχήμα ενός τεντωμένου, λευκού, κατακόρυφου σκοινιού!

Επειδή δεν υπήρχε άλλη έξοδος, ήμασταν υποχρεωμένοι, παρά την κούραση ολόκληρης της ημέρας, να περάσουμε πάλι απ' όλα τα δύσκολα σημεία. Σ' ένα κατακόρυφο κατέβασμα η φλόγα της ασετυλίνης ακούμπησε στο δεξί μου χέρι και μου έκαψε ένα σωρό τρίχες. Το απομάκρυνα αμέσως, αλλά όλος ο τόπος τριγύρω μύρισε απαίσια, όπως όταν καίγεται κρέας. Ευτυχώς, δεν έπαθα τίποτα. Μόνο η ανατριχιαστική μυρωδιά ήταν έντονα αισθητή για κάμποσα λεπτά...

Όταν περάσαμε με επιτυχία τα δύσκολα, μαζέψαμε τα σκοινιά, τους ιμάντες, τα καραμπίνερ κ.λπ. και τα βάλαμε στους σάκους ή στην πλάτη μας. Το φορτίο μας βάρυνε. Γίναμε και πάλι μούσκεμα στον ιδρώτα. Για να ξεδιψάσουμε, σκύψαμε στο έδαφος και ήπιαμε νερό από κάτι μικρές λιμνούλες, που σχηματίζονταν ανάμεσα στα σταλακτιτικά δάπεδα. Αυτές στη σπηλαιολογική γλώσσα ονομάζονται «γκουρ» και είναι πανέμορφες λιθωματικές λεκάνες (φραγμογενείς κοιλότητες συγκέντρωσης νερού).

Στην περιοχή εκείνη τόσο οι σταλαγμίτες όσο και το κρυσταλλικό υλικό των δαπέδων είχαν ένα υπέροχο, ζωηρό κιτρινωπό χρώμα, σαν κεχριμπάρι! Στα χείλη ενός καφέ βράχου είχαν σχηματισθεί λεπτοί, επιμήκεις, ολόλευκοι κρύσταλλοι, σταθερού πλάτους περίπου 10 εκατοστών. Έμοιαζαν με το λευκό λίπος που υπάρχει κατά μήκος της άκρης μιας φέτας ζαμπόν! Αλλά, βέβαια, ήταν πολύ μεγαλύτεροι και λαμπύριζαν έντονα, όταν τους φωτίζαμε.


Προετοιμασία για τα παγωμένα νερά

Εκείνο που μας απασχολούσε ήταν πώς θα ξαναφορούσαμε τις βρεγμένες, παγωμένες καταδυτικές στολές μας. Σκεπτόμασταν το κρύο που επρόκειτο να αντιμετωπίσουμε κι ανατριχιάζαμε προκαταβολικά.

Όταν φθάσαμε στη βάση μας, ο καθένας πήγε στο σημείο όπου είχε αφήσει τον καταδυτικό εξοπλισμό του. Για να μπορέσω ν' αλλάξω στολή, έβγαλα αναγκαστικά το κράνος μου και το ακούμπησα σ' ένα ψηλό βράχο, ώστε να με φωτίζει ο φανός του. Έτσι, όμως, το φως δεν κατευθυνόταν προς το μέρος όπου κοίταζα κι αυτό με δυσκόλευε πολύ.

Περιέργως, οι βρεγμένες στολές δεν μας φάνηκαν καθόλου παγωμένες ούτε δυσάρεστες, όπως φοβόμασταν. Ίσως επειδή τα σώματά μας ήταν πολύ ζεστά από τη γρήγορη πορεία με φορτίο στην πλάτη.

Αρχίσαμε να τοποθετούμε όλα τα υλικά στα βαρελάκια. Δυσκολευτήκαμε πολύ, γιατί καθώς ήταν όλα ατακτοποίητα και τα ρούχα τσαλακωμένα, δεν χώραγαν πια. Αναγκαστικά βάλαμε μερικά μέσα στους σάκους, έξω δηλαδή από τα βαρελάκια. Επικρατούσε μισοσκόταδο οπότε υπήρχε κίνδυνος να ξεχάσουμε κάτι.

Έδεσα και τα παπούτσια μου έξω από τον σάκο και τ' ασφάλισα με δύο μεταλλικά μίνι καραμπίνερ - πολύ σοφή ενέργεια, όπως αποδείχθηκε αργότερα, γιατί το σκοινάκι χαλάρωσε μέσα στο νερό και λύθηκε. Αυτά τα ειδικά παπούτσια ήταν πολύτιμα για μένα. Τα είχα αγοράσει προ ετών σ' ένα ταξίδι στη Σιγκαπούρη και από τότε δεν ξαναβρήκα όμοιά τους πουθενά. Ήταν ελαφριά, από ανθεκτικό πλαστικό υλικό, δεν γλιστρούσανε, στέγνωναν εύκολα και το νερό που έμπαινε μέσα έφευγε αμέσως (γιατί είχαν πλέγμα που σούρωνε) κι έτσι δεν βάραιναν. Ήταν, λοιπόν, φυσικό να τα ζηλεύουν όλοι οι συνάδελφοί μου, τόσο στη σπηλαιολογία όσο και στο canyoning... Αν τα έχανα, θα ήταν πραγματικά μεγάλη απώλεια για μένα.

Η προετοιμασία ήταν μπελάς και η κούραση αισθητή. Ξεκινήσαμε στις 9 παρά τέταρτο το βράδυ. Καθώς προχωρούσαμε προς τη λίμνη, το μέρος στένευε και η οροφή χαμήλωνε, με αποτέλεσμα ο χώρος να γεμίσει από καπνούς ασετυλίνης. Η ατμόσφαιρα έγινε αποπνικτική. Γι' αυτό αποφασίσαμε να προχωρήσουμε όσοι ήμασταν έτοιμοι και να μπούμε μέσα στο νερό. Ήταν παγωμένο και μας προξενούσε ρίγη όσο εισχωρούσε μέσα στη στολή. Πραγματικό μαρτύριο! Τις στολές φοβόμασταν, αλλά το νερό ήταν εκείνο που μας πάγωσε.

Περιμέναμε και τους υπόλοιπους της ομάδας να ετοιμαστούν. Επειδή κρυώναμε, μας φάνηκε ότι αργούσαν απελπιστικά πολύ. Κολυμπήσαμε, για να κυκλοφορήσει το αίμα και να ζεσταθούμε. Μετά από λίγο ήμασταν όλοι έτοιμοι ν' αναχωρήσουμε.


Η διάβαση του λαβύρινθου

Το πρόβλημα πια ήταν να εντοπίσουμε, μέσα σ' αυτό το πελώριο, πολύπλοκο και δαιδαλώδες συγκρότημα της λίμνης με τις πολλές αίθουσες και τα δεκάδες περάσματα, τη μικροσκοπική «Πύλη του Λαβύρινθου», που αποτελούσε τη μοναδική επικοινωνία με τον έξω κόσμο.

Πάντως οφείλω να πω ότι την πρώτη φορά η δυσκολία ήταν απείρως μεγαλύτερη. Γιατί τώρα αναζητούσαμε τα μαύρα ίχνη από τις φλόγες ασετυλίνης, που είχαμε αφήσει επάνω στους σταλακτίτες στις προηγούμενες διελεύσεις μας. Αυτό το βοήθημα δεν υπήρχε την πρώτη φορά. Τότε ήταν σχεδόν σαν να αναζητούσαμε μια καρφίτσα σ' έναν αχυρώνα... Αλλά ακόμη και τώρα χρειαζόταν αρκετό ψάξιμο. Τα σημάδια ήταν η σιγουριά ότι πηγαίναμε στον σωστό δρόμο. Αν τυχόν χανόμασταν, τα πράγματα θα ήταν εξαιρετικά δύσκολα. Γιατί κανείς δεν αντέχει να ψάχνει επί ώρες, κολυμπώντας σε παγωμένα νερά. Αντιθέτως, στην ξηρά που το σώμα είναι στεγνό και ζεστό μπορεί να αντέξει πολλές ώρες, ίσως και μέρες.

Τελικά, βρήκαμε την έξοδο του λαβύρινθου. Για να περάσουμε τη στενωπό, αναγκαστικά ξαναβγάλαμε τα κράνη μας. Και πάλι μείναμε στο σκοτάδι, επειδή με την αλλαγή θέσης και τα ταρακουνήματα έσβησαν οι φλόγες στους περισσότερους από μας. Η αλληλοβοήθεια σε τέτοια κρίσιμα σημεία ήταν ανεκτίμητη. Περιέργως, οι πιεζοηλεκτρικοί μηχανισμοί των άλλων δεν έπαθαν βλάβη όταν βράχηκαν, σε αντίθεση με τον δικό μου.


Κολύμβηση στις παγωμένες λίμνες

Κολυμπούσαμε επί πολλή ώρα. Τραβήξαμε μερικές φωτογραφίες και ο Αλέξανδρος κατέγραψε την προσπάθειά μας σε βίντεο. Τα δάχτυλά μου είχαν παγώσει και σχεδόν δεν τα όριζα. Είχα κάνει μεγάλο λάθος που δεν φόρεσα τα γάντια από neopren. Αλλά δεν είχα πείρα από κολύμπι μέσα σε σπηλιά επί τόσο πολλή ώρα.

Περάσαμε πλάι από το σημείο όπου θα μπορούσαμε να αποβιβαστούμε, για να επισκεφθούμε το ξηρό τμήμα που ανακαλύψαμε το '79. Ήμασταν, όμως, όλοι τόσο εξουθενωμένοι που κανείς δεν είχε όρεξη, ή μάλλον αντοχή... Συμφωνήσαμε να πάμε εκεί σε κάποια άλλη εξόρμηση.

Μετά από κολύμβηση επί 45 ατελείωτα λεπτά φθάσαμε στην ξύλινη βάρκα. Με απερίγραπτη ανακούφιση ανεβήκαμε επάνω. Ευτυχώς, ο φωτισμός του τουριστικού τμήματος είχε παραμείνει αναμμένος για χάρη μας.

Τρομάξαμε να βγάλουμε τους σάκους από το νερό, καθώς ήταν γεμάτοι νερά και ζύγιζαν δεκάδες κιλά. Βγάλαμε τα βατραχοπέδιλά μας, τακτοποιήσαμε πρόχειρα όλο τον εξοπλισμό και ξεκινήσαμε. Στα κουπιά ήταν και πάλι ο Κώστας κι ο Αλέξανδρος. Μετά από μισή ώρα φθάσαμε στην έξοδο. Βγήκαμε ακριβώς στις 10 το βράδυ.


Φοβερό κρύο στα όρια της υποθερμίας

Έξω δεν υπήρχε ψυχή. Φυσούσε κι έκανε κρύο. Καθώς ήμασταν βρεγμένοι μέχρι τα κόκαλα, τουρτουρίζαμε. Έτρεμα σε βαθμό που δεν όριζα απόλυτα τις κινήσεις των χεριών μου και το σαγόνι μου κουνιόταν τόσο που τραύλιζα! Βρισκόμουν στα όρια της υποθερμίας...

Μόλις έφθασα στο αυτοκίνητο, η πρώτη μου δουλειά ήταν να βρω και να ενεργοποιήσω το κινητό τηλέφωνο, για να επικοινωνήσω με το σπίτι. Ήταν σχεδόν 22:30 και ασφαλώς θα είχαν ανησυχήσει. Ευτυχώς, η γυναίκα μου έλειπε. Θα τρόμαζε αν με άκουγε να μιλάω σαν να έχω βαρύτατη μορφή Parkinson. Είπα να της τηλεφωνήσουν, γιατί δεν είχα κουράγιο να κάνω δεύτερο τηλεφώνημα!

Δεν μπορούσα ούτε τη στολή ν' αλλάξω! Χώθηκα μέσα στο αυτοκίνητο κι έβαλα μπρος τη μηχανή, ώστε να λειτουργήσει το καλοριφέρ. Πέρασαν αρκετά λεπτά μέχρι να ζεσταθεί το νερό της μηχανής. Μου φάνηκαν ώρες. Μόλις ζεστάθηκα λιγάκι, άρχισα να συνέρχομαι και το τρεμούλιασμα σταμάτησε. Όταν αισθάνθηκα κάπως καλύτερα, έβγαλα το επάνω μέρος της φόρμας και περίμενα μέχρι να στεγνώσει το στήθος μου. Μάζεψα λίγη ζεστασιά και κατόπιν βγήκα έξω από το αυτοκίνητο, για να βγάλω τελείως τη βρεγμένη στολή και να φορέσω στεγνά ρούχα. Ξαναμπήκα στο αυτοκίνητο, που ήταν πλέον πολύ ζεστό και άρχισα σιγά-σιγά να αισθάνομαι καλύτερα.

Βγήκα έξω, για να συμμαζέψω σιγά-σιγά όλο τον εξοπλισμό, ν' αδειάσω το δοχείο της ασετυλίνης και διάφορες άλλες δουλειές. Επισκέφθηκα και τους άλλους, οι οποίοι βρίσκονταν κι αυτοί σε ανάλογα χάλια. Η Έφη με τη λεπτή στολή είχε φθάσει κι αυτή στα όρια της υποθερμίας. Όσοι από την ομάδα είχαν λαστιχένια στολή με ενσωματωμένη κουκούλα ήταν πολύ καλύτερα προστατευμένοι (κι ακόμη περισσότερο ο Αλέξανδρος, ο οποίος φορούσε ολόσωμη στεγανή στολή). Οι δύο νεαροί κόντευαν να καταρρεύσουν από τη νύστα και την κόπωση. Η Ελένη είχε έντονη τάση για εμετό, από την εισπνοή καπνών και αερίων από την ασετυλίνη. Σχεδόν όλοι είχαμε τα χάλια μας.


Επιστροφή στην Αρεόπολη

Βάλαμε όλοι τον εξοπλισμό μας μέσα στα αμάξια φύρδην μίγδην, γιατί κανείς δεν είχε κουράγιο ούτε για πρόχειρη τακτοποίηση. Ευτυχώς που είχαμε αρκετή άνεση χώρου, χάρη στα τρία αυτοκίνητα.

Πήγαμε και πάλι στο «Στέκι του Νικόλα» στην Αρεόπολη. Από τη φοβερή εξάντληση μας είχε κοπεί η όρεξη. Αισθανόμασταν μόνο φοβερή δίψα, γιατί κοντεύαμε να πάθουμε αφυδάτωση. Οι πληγές στα χέρια μάς ενοχλούσαν πολύ.

Μετά το φαγητό πήγαμε στο ξενοδοχείο «Kouris», αλλά δεν υπήρχε κανείς στην reception. Χτυπήσαμε ό,τι κουδούνι βρήκαμε, αλλά δεν εμφανίστηκε ψυχή. Καλέσαμε το τηλέφωνο του ξενοδοχείου από το κινητό, αλλά βγήκε... fax! Καθώς βλέπαμε τα περισσότερα κλειδιά στις θυρίδες και ήμασταν ψόφιοι από την κούραση, πρότεινα να πάρουμε από μόνοι μας τρία απ' αυτά και ν' ανεβούμε στα δωμάτια, αφήνοντας ένα σημείωμα στην reception, ενημερώνοντάς τους για το "πραξικόπημά" μας. Ο Κώστας δεν συμφωνούσε και πήγε "ένα γύρο" στην πλατεία να ρωτήσει και να ψάξει τον ξενοδόχο. Πήρε σβάρνα ταβέρνες και καφενεία, που ετοιμάζονταν μάλιστα να κλείσουν. Τελικά, ειδοποιήθηκε τηλεφωνικά η κόρη του ξενοδόχου στο σπίτι της και σε λίγα λεπτά ήρθε και μας έδωσε κλειδιά...

Στο δωμάτιο μετέφερα μόνο τ' απαραίτητα και τον πολύτιμο φωτογραφικό εξοπλισμό. Ευτυχώς, υπήρχε μηχάνημα κλιματισμού, που το γύρισα στη θέρμανση, για να ζεσταθώ και να στεγνώσουν τα βρεγμένα.

Αφού ξάπλωσα και λίγο πριν κοιμηθώ έκανα τον απολογισμό της ημέρας. Με την βοήθεια του Θεού όλα είχαν πάει καλά και είχαμε γυρίσει πίσω όλοι γεροί. Μόνο με την επίγνωση των κινδύνων του εγχειρήματος μπορεί να εκτιμηθεί η τύχη μας. Ένα σπάσιμο ποδιού ή ένα απλό στραμπούληγμα στα βάθη του σπηλαίου θα ήταν αληθινή τραγωδία. Γιατί η μεταφορά μέχρι την έξοδο του σπηλαίου είναι τραγικά δύσκολη έως αδύνατη. Για ν' αποφευχθεί ένα ατύχημα απαιτείται όχι μόνο τύχη και προνοητικότητα, αλλά και άριστη φυσική κατάσταση, εγρήγορση και μεγάλη προσοχή σε κάθε κίνηση, κάθε στιγμή. Αυτό είναι πολύ κουραστικό, οπότε ο κίνδυνος του μοιραίου λάθους καραδοκεί μόλις χαλαρώσει λίγο η προσοχή. Γι' αυτό δεν έπρεπε να υπερβούμε τα όρια και να επισκεφθούμε την ίδια μέρα (ή μάλλον την ίδια...νύχτα) και το άλλο στεγνό τμήμα του σπηλαίου.

Και πάλι πέρασε από το μυαλό μου ο σεισμός και τι θα συνέβαινε εάν γινόταν κάποιος την ώρα που ήμασταν μέσα στο σπήλαιο. Αν προκαλούσε κατολισθήσεις, οι πιθανότητες να βγαίναμε σώοι ήταν μηδαμινές. Κι ένα τέλος από ασφυξία, όπως συνέβη π.χ. στο πλήρωμα του ρωσικού υποβρύχιου «Κούρσκ», είναι τραγικό. Και πάλι παρηγορήθηκα από τη θεωρία των πιθανοτήτων: αφού δεν συνέβη επί τόσους αιώνες, γιατί να συμβεί μέσα σ' αυτές τις ώρες; Αλλά η λογική πολύ σπάνια μπορεί να υποτάξει τα συναισθήματα...

Ομολογώ ότι το εγχείρημά μας ήταν λίγο παράτολμο, αλλά συγχρόνως ήταν και μια απίθανη εμπειρία. Καμιά φορά, για να περάσει η ώρα, διερωτόμαστε πόσα χρήματα θα έπρεπε να ζητούσαμε ως αμοιβή αν κάναμε τις σπηλαιολογικές εξερευνήσεις επί πληρωμή... Είναι αδύνατον να τις εκτιμήσουμε, αφού η δική μας ανταμοιβή για τους κινδύνους και τους κόπους ήταν ήδη υπερπλούσια...


Περιπετειώδης και η επιστροφή

Κυριακή, 19.11.2000

Είχε έρθει η μέρα της επιστροφής μας, οπότε δεν υπήρχε αρκετός χρόνος για να εξερευνήσουμε κάποιο άλλο σπήλαιο. Τις λίγες ώρες που διαθέταμε τις χρησιμοποιήσαμε για να εντοπίσουμε ένα άλλο σπήλαιο, που ονομάζεται «Βύθακας της Άρτσης». Ρωτήσαμε πάρα πολλούς ντόπιους, αλλά δεν το γνώριζαν. Μετά από πολλές περιπλανήσεις και ταλαιπωρίες βρήκαμε τελικά κάποιον που το ήξερε, ο οποίος προσφέρθηκε να μας οδηγήσει μέχρις εκεί.

Βύθακας

Η λέξη "Βύθακας" στην Μανιάτικη διάλεκτο σημαίνει "σπηλαιοβάραθρο".

Πήγαινε εκείνος μπροστά με το μηχανάκι του κι εμείς ακλουθούσαμε. Χωρίς τη βοήθειά του θα ήταν αδύνατο να το βρούμε. Φθάσαμε αρκετά κοντά, αλλά δεν υπήρχε μονοπάτι ούτε καν γιδόστρατο που να φθάνει μέχρι την είσοδο. Η περιοχή ήταν ένα άγριο ρουμάνι με πυκνή βλάστηση, κυρίως από παλιούρια όλο αγκάθια.

Μετά από πολλές προσπάθειες ο Κώστας κατόρθωσε να φθάσει μέχρι την είσοδο, ενώ οι υπόλοιποι τον περιμέναμε στ' αυτοκίνητα. Αυτή η πρώτη ανίχνευση έδειξε ότι θα χρειασθούμε σκοινιά και μεταλλικές ανεμόσκαλες όταν αποφασίσουμε την εξερεύνησή του.

Κατόπιν προχωρήσαμε προς την ακτή, που είναι βραχώδης κι απότομη. Από ψηλά παρακολουθούσαμε τα κύματα να σκάνε με ορμή επάνω στους βράχους. Στην περιοχή υπάρχουν πολλές θαλασσοσπηλιές, που έχουν σκάψει τα κύματα. Τα πετρώματα είναι κροκαλοπαγή και περιέχουν πελώρια βότσαλα.

Φύγαμε από κει και ξεκινήσαμε το ταξίδι μας. Για μεσημέρι φάγαμε στο Γύθειο στην ταβέρνα «Saga» και κατόπιν πήραμε τον δρόμο για την Αθήνα. Ο καιρός είχε χαλάσει και συναντήσαμε καταιγίδες. Από το ραδιόφωνο πληροφορηθήκαμε ότι η μεγάλη κακοκαιρία είχε προκαλέσει πλημμύρες και τον θάνατο μιας γυναίκας από κατολισθήσεις στην περιοχή της Κακιάς Σκάλας.

Η κυκλοφοριακή συμφόρηση στην Εθνική Οδό της Κορίνθου ήταν πρωτοφανής κι άρχιζε από τον Ισθμό! Από το ραδιόφωνο ακούσαμε ότι άλλοι χρειάσθηκαν 6 ώρες, για να φθάσουν από την Κόρινθο στην Αθήνα. Προς στιγμήν σκέφθηκα να πάρω την παλιά εθνική οδό. Μάταιος κόπος, όμως, γιατί χιλιάδες άλλοι θα έκαναν την ίδια σκέψη...

Βγήκαμε από τη Νέα Εθνική στους Αγίους Θεοδώρους. Μετά από σύντομη σύσκεψη αποφασίσαμε να επιστρέψουμε από την Παλιά Εθνική στον Ισθμό. Από εκεί πήραμε τον δρόμο: Λουτράκι - Περαχώρα - Μπίσια - Αλεποχώρι - Ψάθα - Βίλλια - Κάζα - Κριεκούκι - Θήβα για να βγούμε στην Εθνική οδό Λαμίας!

Πριν ξεκινήσουμε, η πείρα μάς πρόσταξε να γεμίσουμε τα ρεζερβουάρ των αυτοκινήτων μας. Συναντήσαμε μεγάλη κακοκαιρία, δυνατές βροχές και σε μερικά μέρη ομίχλη. Ο δρόμος είχε πάμπολλες στροφές. Χρειαστήκαμε συνολικά 2 ώρες και 30 λεπτά από Εθνική σε Εθνική (από τον Ισθμό μέχρι τη διακλάδωση της Θήβας). Παρόλα αυτά τελικά κερδίσαμε σχεδόν 3 ώρες σε σχέση με τα αυτοκίνητα που ακολούθησαν τον κανονικό δρόμο (οι πληροφορίες από το ραδιόφωνο ήταν ότι η συμφόρηση συνεχιζόταν)! Και γλιτώσαμε, βέβαια, όλο τον εκνευρισμό και την ταλαιπωρία από το συνεχές «σταμάτα-ξεκίνα»...


Σημείωση

Πολλοί με ρωτούν πότε το σπήλαιο αυτό θα γίνει προσιτό στο κοινό.

Δυστυχώς, οι δυσκολίες είναι φοβερές και αν επιχειρηθεί "αξιοποίηση", το σπήλαιο θα χάσει όλη την ομορφιά του!

Το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο με αυτό που θα είχε η διάνοιξη ενός υπέροχου γραφικού μονοπατιού με μπουλντόζες, για να γίνει πιο βατό! Απλώς, θα καταστραφεί!

Κατά τη γνώμη μου θα πρέπει να γίνει μια καλή φωτογράφηση ή βιντεοσκόπηση, η οποία να προβάλλεται στους επισκέπτες, σε ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα, μετά την έξοδό τους από το τουριστικά επισκέψιμο τμήμα.

Πνευματικά δικαιώματα adventurouslife.gr