Πάντα βρέχει

2000
Συναρπαστικό River Trekking στον Κρικελλοπόταμο

«Πάντα βρέχει»: Ένα θαύμα της φύσης

Στην ορεινή Ευρυτανία ο Κρικελλοπόταμος ή Κρικελιώτης, ένας άγνωστος παραπόταμος του Τρικεριώτη που χύνεται στην τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών, κρύβει ομορφιές που δυσκολεύεται να συλλάβει ο νους του ανθρώπου, ιδίως εκείνου που ζει στον "πολιτισμό" των μεγάλων τσιμεντουπόλεων…

Το φαράγγι Πάντα Βρέχει βρίσκεται στην ορεινή Ευρυτανία και ουσιαστικά είναι διπλό: το Μεγάλο που βρίσκεται κοντά στο χωριό Δολιανά, και το Μικρό που είναι κοντά στο χωριό Τόρνος, περίπου σε 8 χλμ. απόσταση από το Μοναστήρι της Παναγίας Προυσιώτισσας.

Η ονομασία του οφείλεται στο ότι σε μία περιοχή του φαραγγιού, που δεν ξεπερνά σε μήκος τα 80 μέτρα, παγωμένα νερά που έρχονται από το απόκρημνο βουνό της Καλιακούδας, στην προσπάθεια τους να γίνουν ένα με τα νερά του Κρικελιώτη ποταμού βρίσκουν διέξοδο από πηγές στις κορυφές του φαραγγιού, δημιουργώντας όμορφους καταρράκτες. Λόγω του μεγάλου ύψους τους, όμως, η ροή τους δεν είναι συνεχής και συμπαγής, αντίθετα διασπάται σε μια μεγάλη ακτίνα σε μικρές και μεγάλες σταγόνες, δημιουργώντας μια συνεχή τεχνητή βροχή.


Η διαδρομή

Πηγαίνοντας προς Καρπενήσι, το Σάββατο 3 Ιουνίου 2000, πέρασα για πρώτη φορά από το καινούργιο τότε τούνελ, χάρη στο οποίο απέφευγε κανείς τις περιβόητες «Ράχες του Τυμφρηστού» και ένα μεγάλο μέρος από τις "κορδέλες" του δρόμου. Το τούνελ είχε δοθεί στην κυκλοφορία λίγους μήνες πριν, αλλά ακόμη δεν έχει κατασκευασθεί ο νέος δρόμος πρόσβασής του που θα συντόμευε ακόμη περισσότερο τη διαδρομή.

Μαζί με έναν φίλο μου, φάγαμε στην ταβέρνα «Το Πέταλο» στο Μεγάλο Χωριό και κοιμηθήκαμε στο «Αρχοντικό του Μπακατσιά». Από την κεραμοσκέπαστη βεράντα του απολάμβανε κανείς την υπέροχη θέα προς την καταπράσινη χαράδρα. Άκουγε τα νερά που κυλούσαν κι εκατοντάδες πουλάκια να κελαηδούν, ακόμη και τη νύχτα μερικές φορές.

Ο δρόμος προς το Πάντα Βρέχει ξεκινούσε από το γραφικότατο Μεγάλο Χωριό. Όμως λίγες μέρες πριν είχαν γίνει μεγάλες κατολισθήσεις στην περιοχή, οι οποίες τον έφραξαν. Γι' αυτό ήμασταν υποχρεωμένοι να πάμε εκεί από την αντίθετη πλευρά, κάνοντας μια μεγάλη, κυκλική διαδρομή. Περάσαμε, λοιπόν, από το Καρπενήσι, σκαρφαλώσαμε στις Ράχες, αφήνοντας κάτω το τούνελ και κάναμε τον γύρο του βουνού Καλιακούδα (ύψους 2.101 μέτρων), για να φθάσουμε τελικά στη Δομνίστα. Το χωριό Δομνίστα έχει μείνει στην ιστορία, γιατί από εκεί ξεκίνησε τη δράση του στην κατοχή ο Άρης Βελουχιώτης... Στην πλατεία του χωριού αυτού ήταν το σημείο συνάντησης με τους υπόλοιπους της ομάδας.

Χρειαστήκαμε περισσότερο από μια ώρα για τη διαδρομή, η οποία ήταν καταπράσινη και γεμάτη λουλούδια την εποχή εκείνη. Πριν ξεκινήσουμε για τη μεγάλη διάσχιση, φάγαμε κάτι ελαφρύ, για να έχουμε δυνάμεις. Ήταν μια πολύ καλή συνήθεια, που την τηρώ πάντα, εφόσον βέβαια είναι δυνατόν. Φορέσαμε την απαιτούμενη εξάρτυση, φορτώσαμε όλο τον εξοπλισμό μας σ' ένα σκληροτράχηλο 4 Χ 4 Land Rover και μετά επιβιβαστήκαμε κι εμείς. Συνολικά, μαζί με τον αρχηγό μας, ήμασταν 8 άτομα.

Στην καρότσα του Land Rover καθόμασταν επάνω σε δυο πλαϊνούς ξύλινους πάγκους. Αυτοί οι χωματόδρομοι ήταν απαίσιοι και γεμάτοι "κορδέλες", γιατί ανεβοκατεβαίναμε σε απότομα βουνά και σε βαθιές χαράδρες. Οι έννοιες αμορτισέρ, ελατήρια και συσπανσιόν ήταν στην περίπτωσή μας τελείως άγνωστες! Καθώς το Land Rover χοροπηδούσε και σε πέταγε απότομα από τη μια μεριά στην άλλη, δεν αρκούσε να κρατιέσαι και με τα δυο χέρια, αλλά έπρεπε να κοντράρεις και με τα δυο πόδια στον απέναντι ξύλινο πάγκο, για να μην εκτοξευτείς στην άλλη μεριά.

Η θέα ήταν μεν υπέροχη, αλλά, καθώς είχαμε γυρισμένη την πλάτη μας προς το πλαϊνό παράθυρο, ήταν αδύνατο να την απολαύσουμε. Ίσως, όμως, να ήταν καλύτερα έτσι… Γιατί ο στενός δρόμος ανάγκαζε τον οδηγό να πλησιάζει στο χείλος του γκρεμού και καθώς αντίκριζες κάτω τις πολύ βαθιές χαράδρες αισθανόσουν ίλιγγο και τρόμο. Ακόμη κι αν δεν υπέφερες από ακροφοβία, κινδυνεύεις από ναυτία. Γι' αυτό όσο λιγότερο κοίταζες έξω, τόσο το καλύτερο…

Το υπερφορτωμένο Land Rover αγκομαχούσε στους ανήφορους. Μερικές φορές, μάλιστα, ο οδηγός σταματούσε και έκανε όπισθεν για να πάρει το αυτοκίνητο περισσότερη φόρα, ώστε να μπορέσει να ξεπεράσει το πολύ δύσκολο ανηφορικό κομμάτι.

Περάσαμε το χωριό Ροσκά, με κατεύθυνση προς το χωριό Στουρνάρα. Ο δρόμος διέσχιζε τον γεμάτο νερά Κρικελλοπόταμο, χωρίς γεφύρι και μόνο ένα καλό αμάξι off road με τετρακίνηση και με βοηθητική ταχύτητα μπορούσε να αποτολμήσει να τον περάσει. Εκεί ακριβώς βρισκόταν το σημείο εκκίνησής μας. Η οδύσσεια της πρόσθετης (λόγω της κατολίσθησης) διαδρομής, που κράτησε γεμάτη μιάμιση ώρα, είχε πλέον τελειώσει.


Η κρεμαστή πεζογέφυρα

Αλλάξαμε ρούχα, κάναμε τις τελευταίες προετοιμασίες και σε λιγάκι ξεκινήσαμε. Ο αρχηγός μάς προειδοποίησε να προσέχουμε και να ελέγχουμε σχολαστικά που πατούσαμε, γιατί στην περιοχή κρύβονταν αρκετά φίδια, όχι μόνο μέσα στην πυκνή βλάστηση αλλά ακόμη και κάτω από τις πέτρες. Μας είπε, επίσης, ότι ειδικά εκείνη τη χρονιά υπήρχαν πολύ περισσότερα απ' ό,τι άλλες.

Μέσα στην ομάδα μας ήταν και μια νεαρή καθηγήτρια σωματικής αγωγής, με πολύ γυμνασμένο σώμα, η οποία στη διάρκεια της διαδρομής με το τζιπ, καθώς κουβεντιάζαμε για να περνάει η ώρα, μας ανέπτυσσε τη θεωρία της, σύμφωνα με την οποία οι περισσότεροι σημερινοί άνδρες είναι ευνουχισμένοι! Μας έλεγε ότι είναι ανάξιοι του φύλου τους, γιατί δεν τολμούν να ακολουθήσουν στα πιο δύσκολα. Η κοπέλα θα πρέπει να είχε μάλλον κάποιο μεγάλο ψυχολογικό τραύμα. Και το πιο περίεργο ήταν ότι συνοδευόταν και από έναν άρρενα σύντροφο! Η Νέμεσις, όμως, ήρθε… αμέσως!

Την είδα, λοιπόν, να αλλάζει χρώμα μόλις άκουσε ότι υπάρχει πληθώρα φιδιών. Ομολογώ ότι δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τη χαιρεκακία μου, η οποία εκδηλώθηκε μονάχα μ' ένα πλατύ και μακρόσυρτο χαμόγελο γεμάτο νόημα... Αλλά κρατήθηκα και δεν γέλασα, ούτε έκανα κανένα πικρόχολο σχόλιο. Εκείνη, χωρίς να πει κουβέντα, απλώς μας άφησε να προηγηθούμε…

Προχωρήσαμε αρχικά κατά μήκος της αριστερής όχθης. Ο αρχηγός με την πείρα του διάλεγε τα καλύτερα σημεία που προσφέρονταν για πέρασμα με σχετική ασφάλεια. Στην αρχή όλοι μας προσπαθούσαμε, όσο γινόταν, να μην βραχούμε. Σε λίγο, όμως, τα παπούτσια μας έγιναν τελείως μούσκεμα. Πιο κάτω το ποτάμι βάθαινε περισσότερο και σειρά είχαν να βραχούν τα ρούχα μας. Διπλώσαμε και ανεβάσαμε τα σορτς, ανασηκώσαμε τα μανίκια των πουκαμίσων, αλλά δεν καταφέραμε να τα κρατήσουμε τελείως στεγνά.

Το ποτάμι έχει ήδη στενέψει πολύ και στις όχθες του ορθώνονταν απότομοι, κατακόρυφοι ψηλοί βράχοι, οι οποίοι δεν άφηναν πια καθόλου χώρο για διάβαση στην ακροποταμιά και στις δύο όχθες. Επάνω από τα κεφάλια μας διακρίναμε, σε ύψος 30 ή 35 μέτρων, μια γραφική, στενή, κρεμαστή πεζογέφυρα. Άρχιζε από τον ένα βράχο ψηλά στην μία όχθη και κατέληγε στον απέναντι βράχο της άλλης πλευράς, συνδέοντας τα δύο κομμάτια του εγκάρσιου λιθόστρωτου μονοπατιού της παλιάς εποχής, που περνούσε επάνω από το φαράγγι. Μου θύμισε τις παραδοσιακές, κρεμαστές, στενές γέφυρες που χρησιμοποιούν ακόμη και σήμερα οι κάτοικοι και οι οδοιπόροι στο Νεπάλ, στο Θιβέτ και γενικότερα σε πολλές περιοχές στην οροσειρά των Ιμαλαΐων.


Η μαγεία της φύσης

Λίγο πιο κάτω συναντήσαμε τον πρώτο καταρράκτη. Τα νερά από τις βροχές ή από τα χιόνια, κατηφορίζοντας εξαπλώνονταν επάνω στο σχεδόν ομαλό έδαφος μέχρι που έφθαναν στα χείλη του βαθιού φαραγγιού, απ' όπου κατακρημνίζονταν απότομα κάτω. Ξεκινούσαν από πολύ ψηλά και ακολουθούσαν παράλληλα τον σχεδόν κατακόρυφο βράχο, δημιουργώντας επιμήκεις καταρράκτες, που πρόσφεραν το φαντασμαγορικό και ασυνήθιστο θέαμα της συνεχούς βροχής. Έτσι προέκυψε και η περίεργη ονομασία του τοπωνύμιου «Πάντα Βρέχει». Στο τέλος της άνοιξης, όταν λιώνουν τα πολλά χιόνια, τα ποτάμια και οι καταρράκτες κατεβάζουν πολύ μεγάλες ποσότητες νερού και το θέαμα γίνεται ακόμη πιο εντυπωσιακό.

Όσο προχωρούσαμε τόσο περισσότερο βρεχόμασταν. Το κοντό παντελόνι μου είχε βραχεί τελείως και δεν είχε πια κανένα νόημα να το φοράω. Όσες φορές, μάλιστα, περπατούσα έξω από το νερό αντί να με προστατεύει με έκανε να κρυώνω πιο πολύ. Επειδή φυσούσε αρκετά μέσα στο φαράγγι, ο άνεμος έκανε τα βρεγμένα ρούχα, λόγω της εξάτμισης, να παγώνουν. Αποφάσισα να το βγάλω και να μείνω με το μαγιό. Καθώς το παντελόνι μου ήταν μούσκεμα, δεν είχε νόημα να το βάλω μέσα στο σακίδιο, γιατί θα μου έβρεχε όλο το περιεχόμενο κι επιπλέον θα με επιβάρυνε περισσότερο. Σκέφθηκα λοιπόν να το αφήσω κάπου, να το απλώσω επάνω σ' ένα βράχο, ώστε να μισοστεγνώσει και να το ξαναπάρω στην επιστροφή. Πριν βραχεί τελείως και το πουκάμισό μου, το έβγαλα κι αυτό και το έχωσα με αρκετή δυσκολία μέσα στο σακίδιό μου.

Διαπίστωσα ότι, παρά τις επανειλημμένες ερωτήσεις μου τόσο στην Αθήνα και στο Μεγάλο Χωριό όσο και στο Καρπενήσι, κανείς, ούτε καν ο αρχηγός μας, δεν μου είχε δώσει σωστές πληροφορίες για την απαιτούμενη ένδυση. Και μάλιστα κάποιοι από αυτούς είχαν μεγάλη πείρα και υψηλό IQ! Κανείς δεν μου είχε πει ότι γενικά κατά το θερινό εξάμηνο όλα τα ρούχα στο ποτάμι ήταν άχρηστα και ότι μόνο τα συνθετικά μαγιό και T-shirt -και ειδικά όσα στεγνώνουν εύκολα και γρήγορα- ήταν κατάλληλα για την περίπτωση...

Κατά το χειμερινό εξάμηνο, αντιθέτως, ήταν απαραίτητη μια στολή τύπου καταδύσεων από θερμομονωτικό, αφρώδες ελαστικό neoprene, για το πολύ κρύο. Μια ανάλογη κακή πληροφόρηση είχα και το 2005 όταν πραγματοποίησα την ανάβασή μου στην κορυφή του Kilimanjaro, τη «Στέγη της Αφρικής», σε υψόμετρο περίπου 6.000 μέτρων, αλλά εκεί με πολύ πιο δυσάρεστες συνέπειες…

Καθώς προχωρούσαμε το φαράγγι στένευε όλο και περισσότερο. Είχε πλάτος ελάχιστων μέτρων μόνο, ενώ το ύψος του, σε μερικές περιοχές, ξεπερνούσε τα εκατό! Σε κάποιο σημείο η ροή των νερών έχει υποσκάψει στη διάρκεια των αιώνων τη ρίζα του βράχου, δηλαδή έχει δημιουργήσει μία μεγάλη διαπλάτυνση σαν σπηλιά στα χαμηλά, ενώ παραμένει η προεξοχή των βράχων ψηλότερα, πάνω από το φαράγγι, σαν φυσικό γείσο. Το θέαμα ήταν μοναδικό. Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες η στάθμη των νερών είναι χαμηλότερη, ενώ τον χειμώνα ψηλότερη και μετά από ισχυρή βροχόπτωση σε μερικά σημεία η διάβαση γίνεται επικίνδυνη.

Κάθε φορά που έβγαινε ο ήλιος, οι διαφορές στην ένταση του φωτισμού τόνιζαν ακόμη περισσότερο την ασυνήθιστα ανάγλυφη διαμόρφωση του εδάφους της περιοχής. Το παιχνίδι των φωτοσκιάσεων και οι έντονες φωτεινές αντιθέσεις υπογράμμιζαν τα διαφορετικά επίπεδα και έδιναν στο μάτι (και πολύ περισσότερο στη φωτογραφία) την αίσθηση της τρίτης διάστασης: π.χ. μια όρθια απόκρημνη όχθη ήταν ηλιόλουστη, ενώ η απέναντι όχθη (σε ελάχιστη απόσταση) σκοτεινή (κοντράστ επιπέδων), ή ένα στενό τμήμα του φαραγγιού σκιερό ενώ βαθιά πιο κάτω ένα πλατύτερο τμήμα φωτισμένο από τις ακτίνες του ήλιου (τονισμός του βάθους).


Διάφορες δυσκολίες

Σε μια ανοιχτή σπηλιά στη δεξιά όχθη, σε ύψος περίπου 5 μέτρων, διακρίναμε μέσα στο μισοσκόταδο σμήνη από νυχτερίδες. Ήταν κουρνιασμένες όλες μαζί, εκεί ψηλά. Κρέμονταν σαν καφετιά τσαμπιά από την οροφή κι από τα χορταριασμένα πρασινωπά τοιχώματα.

Κάποιος από την ομάδα μας πρότεινε να πετάξουμε μικρές πέτρες για να τις αναγκάσουμε να πετάξουν. Τότε η γυμνάστρια έβγαλε μια υστερική κραυγή απόγνωσης, γιατί φοβήθηκε μήπως μπλεχτούν οι νυχτερίδες στα μαλλιά της... Επενέβη, όμως, ο αρχηγός και είπε να μην τις πειράξουμε, ούτε καν να φωτογραφήσουμε με φλας, για να μην τις ενοχλήσουμε.

Από αρκετή ώρα είχαμε συμβιβαστεί με την ιδέα πως θα γινόμασταν τελείως μούσκεμα κι έτσι το θέμα είχα πάψει να μας απασχολεί. Πλέον, το μεγάλο μας πρόβλημα ήταν ότι γλιστρούσαμε φοβερά. Οι πέτρες και τα βράχια είχαν στρογγυλευτεί τελείως από τη συνεχή ροή των νερών στην περιοχή κι επιπλέον οι υδρόβιοι μικροοργανισμοί, που έχουν επικαθήσει, λειτουργούσαν σαν γράσο που "υποβοηθούσε" το γλίστρημά μας. Ευτυχώς, το ορειβατικό πτυσσόμενο μπαστούνι, φτιαγμένο από ελαφρύ ανθεκτικό μέταλλο, αποτέλεσε πολύτιμο βοήθημα σε όλη την πορεία, τόσο μέσα στην κοίτη του ποταμού, όσο και έξω στις όχθες.

Η πείρα μάς έχει μάθει ότι είναι πολύ ασφαλέστερο να πατάει κανείς μέσα στο νερό, στα βαθύτερα σημεία (έστω κι αν βουλιάζει κάπως βαθιά), παρά στα ψηλότερα που προεξέχουν. Επίσης, πρέπει να διαλέγει να πατάει σε βοτσαλάκια, σε μικρές πέτρες ή σε άμμο (όπου υπάρχουν) κι όχι επάνω σε μεγάλους βράχους, πέτρες ή κροκάλες, γιατί αυτά μπορεί να μετακινηθούν, αν δεν είναι καλά στερεωμένα, κι ακόμη είναι πολύ πιθανόν να γλιστράνε... Για την ασφαλή κάθοδο στα δύσκολα κι απότομα σημεία, όταν δεν υπάρχουν σκοινιά, χρησιμοποιείται η παλιά, δοκιμασμένη μέθοδο της... τσουλήθρας. Πρέπει, δηλαδή, να κάθεται επάνω στον βράχο και γλιστράει σιγά-σιγά προς τα κάτω, μειώνοντας έτσι το ύψος του πηδήματος, ώστε να πέσει πιο μαλακά. Σε κάθε προβληματικό κι επικίνδυνο πέρασμα όποιος προηγείται επισημαίνει τις δυσκολίες που εντόπισε και καθοδηγεί τον επόμενο, εφιστώντας του την προσοχή και υποδεικνύοντάς του τη σχετικά ασφαλέστερη διαδρομή για να περάσει.

Στη διάρκεια της διαδρομής γλίστρησα πολλές φορές, όπως άλλωστε και οι άλλοι, αλλά συγκρατήθηκα, κυρίως από το ορειβατικό ραβδί μου κι έτσι τη γλίτωσα. Δύο φορές όμως έπεσα, αλλά ευτυχώς χωρίς συνέπειες.


Ντους από τον ουρανό

Μετά το μικρό καταρράκτη προχωρήσαμε πλέον προς τους κύριους, τους πιο μεγάλους. Λίγο αργότερα διακρίναμε από μακριά το περίφημο «Πάντα Βρέχει» ή αλλιώς, όπως το ονομάζουν οι ντόπιοι, το «Πανταβρέχι». Καθώς πλησιάζαμε, το θέαμα γινόταν όλο και ωραιότερο.

Μεγάλες ποσότητες νερού έπεφταν από πολύ ψηλά, σε μια περιοχή μήκους 50 μέτρων περίπου. Τα νερά έρχονταν κατακόρυφα, γλείφοντας τις προεξοχές του βραχώδους τοιχώματος και καθώς οι όρθιοι βράχοι στα χαμηλά βρίσκονταν σε εσοχή, τα νερά εκεί δημιουργούσαν μια υδάτινη κουρτίνα. Έπεφταν δε ασταμάτητα και με τους τόνους! Δεν μπορούσαμε να διακρίνουμε αν οι πηγές τους ήταν κάπου στα τοιχώματα ή αν έρχονταν από μακριά και μόλις έφθαναν στα χείλη της χαράδρας κατακρημνίζονταν μέσα στο βαθύ φαράγγι. Η δεύτερη εκδοχή ήταν και η επικρατέστερη. Ήταν ένας τεράστιος φυσικός καταιονητήρας σαν ένα πελώριο ντους, που ερχόταν από τον ουρανό.

Το θέαμα ήταν μοναδικό, αλλά η εμπειρία με το παγωμένο νερό που έπεφτε με ορμή επάνω μας από τεράστιο ύψος (ίσως καμιά εκατοσταριά μέτρα) δεν ήταν και πολύ ευχάριστη… Υποθέτω ότι το κατακαλόκαιρο με τις μεγάλες ζέστες, αυτή η ψυχρολουσία θα ήταν μια ευπρόσδεκτη δροσιά. Το ιδανικό θα ήταν να φορούσαμε ένα λεπτό αδιάβροχο (αυτό, δυστυχώς, το έμαθα κι αυτό εκεί the hard way…). Ευτυχώς, φορούσα ένα πλατύγυρο καπέλο, το οποίο έδιωχνε τα νερά από το πρόσωπό μου, για να μην με εμποδίζουν να βλέπω.

Στη βάση των μεγαλύτερων καταρρακτών τα νερά που έπεφταν από ψηλά με ορμή, είχαν σκάψει φυσικές λιμνούλες, σαν μικρές βαθιές πισίνες, με πεντακάθαρα νερά! Το μαγευτικό τοπίο συμπληρωνόταν από οργιαστική βλάστηση, κυρίως φτέρες και διάφορα υδροχαρή φυτά. Αλλά τα θεία δώρα δεν περιορίζονταν μόνο σ' αυτά: οι ακτίνες του ήλιου σε μερικά σημεία δημιουργούσαν επάνω στις χιλιάδες σταγόνες του νερού των καταρρακτών μικρά ουράνια τόξα, δίνοντας πολύχρωμη διάσταση στο υπέροχο θέαμα!

Ο πολλαπλός καταρράκτης του Πάντα Βρέχει βρισκόταν σε απόσταση 800 δύσκολων μέτρων από το σημείο εκκίνησης. Για να τα διανύσουμε χρειαστήκαμε περίπου μία ώρα!

Λίγο πιο κάτω κάναμε μια στάση στη λιακάδα κι εγώ επωφελήθηκα για να αλλάξω με ηρεμία το φιλμ στη μηχανή. Οι δύο γυναίκες της ομάδας κι ένας από τους άνδρες έμειναν εκεί, ίσως από κούραση, ενώ οι υπόλοιποι συνεχίσαμε την πορεία μας. Διασχίσαμε κάμποσες φορές το ποτάμι, πότε δεξιά πότε αριστερά, διαλέγοντας την όχθη που μας έδινε καλύτερη δυνατότητα διέλευσης.

Παρατηρούσα προσεκτικά τα βράχια που ήταν στρογγυλεμένα και "γλειμμένα" μέχρι αρκετά ψηλά από τα ορμητικά νερά. Είδα, επίσης, πολλά κλαδιά σφηνωμένα σε σχισμές βράχων, καθώς και κορμούς δένδρων ακινητοποιημένους από την πρόσκρουση επάνω σε πελώριους ογκόλιθους, λίγα μέτρα ψηλότερα. Όλα αυτά ήταν ίχνη αδιάψευστα που φανέρωναν πόσο πολύ ανεβαίνει η στάθμη των νερών μετά από μπόρες και καταιγίδες! Το να επιχειρήσεις να διασχίσεις το φαράγγι κάτω από τέτοιες συνθήκες, χωρίς να πάρεις προηγουμένως μετεωρολογική πρόβλεψη, ισοδυναμεί με καθαρή αυτοκτονία.

Σε μερικά σημεία, καθώς επιχειρούσαμε να διαβούμε το ποτάμι, το ρεύμα ήταν τόσο ισχυρό που κινδυνεύαμε να μας παρασύρει με την ορμή του και να μας ρίξει κάτω. Παρόλο που τα νερά ήταν πολύ ρηχά κι είχαμε βουτήξει τα πόδια μας μόνο μέχρι τα γόνατα, η αντίσταση επάνω στα καλάμια των ποδιών μας ήταν φοβερή. Η δύναμη του νερού ήταν κυριολεκτικά απίστευτη! Και σ' αυτή την περίπτωση η βοήθεια του ορειβατικού μπαστουνιού ήταν πολύτιμη. Αν το ποτάμι ήταν βαθύτερο, δεν θα τολμούσαμε να το διασχίσουμε χωρίς να δεθούμε με σκοινιά για ασφάλεια.


Πηγές - Παραπόταμοι - Καταρράκτες

Μισή ώρα αργότερα φθάσαμε σ' ένα σημείο όπου το ποτάμι έκανε στροφή 90 μοιρών προς τα δεξιά. Στο μέρος αυτό συμβάλλει κι ένας μικρότερος παραπόταμος, ο οποίος κατηφορίζει από μία μίνι-χαράδρα, σκιασμένη από πυκνόφυλλα ανοιχτοπράσινα πλατάνια.

Στην αριστερή όχθη, απέναντί μας είδαμε ένα ρυάκι, το οποίο ερχόταν απότομα από ψηλά, διαγράφοντας μαιάνδρους σκαμμένους επάνω στον βράχο. Σε μερικά σημεία οι πέτρες και τα βράχια της όχθης είχαν έντονο σκούρο βυσσινί χρώμα και σε κάποιες μικρές εσοχές της ακτής το ποτάμι είχε δημιουργήσει χαριτωμένες μίνι-αμμουδιές, που σε προσκαλούσαν για να πας μέχρις εκεί να κολυμπήσεις.

Σ΄ ένα σημείο είδαμε μια απότομη, βραχώδη όχθη αντίκρυ μας, που αποτελείτο από αλλεπάλληλα στρώματα, με συνεχείς έντονες πτυχώσεις. Νόμιζες ότι σε κάποιες παλιές γεωλογικές εποχές τα πίεσε κάποιο γιγαντιαίο χέρι με φοβερή δύναμη, όσο ήταν ακόμα μια εύπλαστη μαλακή μάζα…

Οι εναλλαγές και η ποικιλία του τοπίου ήταν φοβερές. Έβλεπες κάθε είδους δένδρα, θάμνους κι αγριολούλουδα. Μερικά είχαν σκαρφαλώσει πολύ ψηλά κι άλλα πάλι είχαν φυτρώσει σε απίθανα σημεία ανάμεσα στα βράχια. Απορούσες πώς οι ρίζες τους έβρισκαν δίοδο για να περάσουν μέσα από τις στενές σχισμές και να φθάσουν μέχρι το χώμα.

Σε μια άλλη περιοχή λίγο πιο κάτω, οι βράχοι ήταν σχιστόλιθοι και αποτελούνταν από τελείως επίπεδες πλάκες, τη μία επάνω στην άλλη, σαν να τις είχε στρώσει κάποιος εξαιρετικός τεχνίτης. Από τις χαραμάδες ανάμεσα στις πλάκες ανέβλυζαν νερά. Φαίνεται ότι αδίκως κουβαλούσαμε γεμάτα τα παγούρια μας επί τόσες ώρες.

Στη δεξιά όχθη είδαμε έναν υπέροχο πανύψηλο καταρράκτη. Τα άφθονα νερά του έρχονταν από πολύ ψηλά και έγλυφαν τον σχεδόν κατακόρυφο βράχο, που είχε πλάτος 3 - 4 μέτρων και ήταν τελείως επίπεδος, σαν να ήταν τεχνητός. Καθώς ο καταρράκτης φωτιζόταν από τις ακτίνες του μεσημεριάτικου ήλιου, είχε τέτοια μεγαλοπρέπεια κι επιβλητικότητα που έκανε τις αντίστοιχες υδάτινες κατασκευές των μεγάλων πολυτελών ξενοδοχείων, τις οποίες συχνά θαυμάζουμε, να φαίνονται σαν φτηνές απομιμήσεις ή σαν παιδικά παιχνιδάκια!

Είχα χάσει προ πολλού τον λογαριασμό για τον αριθμό των καταρρακτών που είχαμε συναντήσει στη διαδρομή. Μερικές δε φορές τα όρια μεταξύ καταρράκτη, παραπόταμου και πηγής ήταν ασαφή. Γιατί τα ύψη, οι κλίσεις, οι διαδρομές, οι προελεύσεις και οι ποσότητες νερού ποίκιλαν και ήταν τόσες οι ενδιάμεσες καταστάσεις που δυσκολευόσουν πολύ να τα κατατάξεις σε κάποια κατηγορία. Η σύγχυση ήταν ακόμη μεγαλύτερη όταν οι ιδιότητες συνυπήρχαν, π.χ. πηγή στα απότομα τοιχώματα, που δημιουργούσε καταρράκτη. Γι' αυτό έπαψα να μετράω και περιορίστηκα στην απόλαυση του θεάματος.


Τα στενά της Γκοντίβα

Πιο πέρα ο Κρικελλοπόταμος στενεύει πολύ και συγχρόνως βαθαίνει. Οι δυο αντικριστές απότομες όχθες του δεν αφήνουν καθόλου χώρο για να περάσεις. Το σημείο αυτό ονομάζεται «Στενά της Γκοντίβα» πιθανότατα από το όνομα του παλιού εγκαταλειμμένου σήμερα χωριού Κοντίβα ή Γκοντίβα. Δεν είναι όμως καθόλου φρόνιμο να επιχειρήσεις να το διαβείς χωρίς ειδικό εξοπλισμό canyoning (δηλαδή σχοινιά, ζώνες ασφαλείας, "carabiner", "οχτάρια καταρρίχησης" κ.λπ.).

Εκεί λοιπόν, όπως ακριβώς το είχαμε προγραμματίσει, τερματίσαμε τη διαδρομή μας, που είχε διάρκεια δύο ώρες. Θα χρειαζόμασταν άλλωστε ακόμη δύο ώρες για την επιστροφή μέχρι το Land Rover. Κάναμε μία σύντομη στάση για να αναπαυθούμε λιγάκι, να απολαύσουμε το τοπίο και να φάμε τα κεράσια και τα βερίκοκα που είχαμε φέρει μαζί μας. Ο μετρητής υψών του ρολογιού μου έδειχνε μια μικρή υψομετρική διαφορά από την αρχή της εξόρμησής μας μέχρι εδώ: κάπου 50 μέτρα μόνο. Βέβαια, υπήρχε και η πιθανότητα σφάλματος στις ενδείξεις, ιδίως λόγω διαφορών θερμοκρασίας.


Γυρίζοντας προς την αφετηρία

Στη διαδρομή της επιστροφής συναντήσαμε μία μικρή ομάδα που διέσχιζε τη χαράδρα. Ήταν οι μοναδικοί άνθρωποι που βρήκαμε σ' ολόκληρο το φαράγγι! Μας ρώτησαν διάφορες πληροφορίες και μας είπαν ότι βρήκαν ένα "αδέσποτο" παντελόνι με την ζώνη του! Το παρέδωσαν στους τρεις δικούς μας, που είχαν σταματήσει λίγο πιο πέρα. Επρόκειτο, βέβαια, για το δικό μου παντελόνι....

Λίγο πριν φθάσουμε στη στροφή κάναμε μια στάση για μπάνιο. Η ακτή στο σημείο εκείνο είχε ωραία βότσαλα, αλλά βάθαινε απότομα και πολύ σύντομα δεν πατώναμε. Τα υπέροχα, ανοιχτοπράσινα τυρκουάζ νερά δεν μας φάνηκαν και πολύ κρύα, γιατί είχαμε συνηθίσει πια από τα αλλεπάλληλα βρεξίματα… και από χαμηλά και από ψηλά. Επιπλέον, οι ευεργετικά ζεστές ακτίνες του ήλιου μάς έκαναν να νοιώθουμε ευχάριστα.

Κοντά στο Πάντα Βρέχει συναντήσαμε τους υπόλοιπους συντρόφους μας, που αναπαύονταν και λιάζονταν. Η γυμνάστρια μάς είπε ότι νόμιζε πως θα πηγαίναμε μόνο για κολύμπι! Αν ήξερε ότι συνεχίζαμε θα ερχόταν κι εκείνη μαζί μας...

Απολαύσαμε και πάλι το φυσικό ντους του Πάντα Βρέχει. Εκείνος ο "ουράνιος καταιονητήρας" ήταν πάντοτε εντυπωσιακός. Καθώς είχαμε πια εξοικειωθεί με το ποτάμι, δεν περιμέναμε να μας δείξει ο αρχηγός τα εύκολα περάσματα. Ο καθένας κινείτο πιο ελεύθερα, επιλέγοντας μόνος την πορεία του. Έτσι, η συνοχή της ομάδας έγινε πολύ χαλαρή, πράγμα, όμως, που δεν ήταν σωστό, γιατί θα μπορούσε να προκληθεί ευκολότερα ατύχημα.

Σ' αυτό το river trekking με τους πάμπολλους καταρράκτες επινόησα μία απλή βελτίωση, που μοιάζει ίσως αυτονόητη, σαν το αυγό του Κολόμβου: να κρεμάω τη φωτογραφική από τον λαιμό μου ανάποδα, δηλαδή με τον φακό προς το στήθος και όχι προς τα έξω. Έτσι μειώνονται στο ελάχιστο οι σταγόνες από το "spray" που επικάθονται επάνω στον φακό, τις οποίες πρέπει να σκουπίσεις κάθε φορά πριν τραβήξεις την επόμενη φωτογραφία. Αν όμως επιχειρήσεις να γυρίσεις απλώς τη μηχανή (χωρίς, δηλαδή, να βγάλεις τον ιμάντα από το κεφάλι σου και να τον ξαναπεράσεις ανάποδα) θα διαπιστώσεις ότι η μηχανή θα ξαναγυρίσει από μόνη της στην αρχική της θέση (δηλαδή με τον φακό στραμμένο προς τα έξω).


Το πέρασμα από την πεζογέφυρα

Φθάνοντας στην περιοχή όπου βρίσκεται το εναέριο κρεμαστό γεφυράκι, η γυμνάστρια, ένας φίλος μου κι εγώ αποφασίσαμε να προσπαθήσουμε να σκαρφαλώσουμε μέχρις εκεί. Κάναμε κυριολεκτικά ελεύθερη αναρρίχηση με χέρια και με πόδια (ευτυχώς που είχα το σακίδιό μου στην πλάτη κι έτσι τα χέρια μου ήταν τελείως ελεύθερα).

Καταφέραμε ν' ανεβούμε και να φθάσουμε μέχρι το παλιό λιθόστρωτο μονοπάτι, το οποίο στα δύσκολα κι απόκρημνα κομμάτια του υποστηριζόταν -στην πλευρά του γκρεμού- από καλοδουλεμένη ξερολιθιά. Το κρεμαστό γεφυράκι συνέδεε πολύ ψηλά τη μια όχθη με την άλλη κι έτσι ο οδοιπόρος που ακολουθούσε το μονοπάτι μπορούσε να συνεχίσει στην απέναντι πλευρά. Σε λίγο βρεθήκαμε στη γέφυρα και είδαμε τη χαράδρα και το ποτάμι από ψηλά. Οι σύντροφοί μας από εκεί πάνω φαίνονταν μικροσκοπικοί. Η θέα ήταν υπέροχη, αλλά εγώ είχα πια ξεμείνει από φιλμ. Και το δεύτερο 36άρι μου είχε τελειώσει...

Η γέφυρα κρεμόταν από δυο συρματόσχοινα. Το δάπεδό της αποτελείτο από εγκάρσια λεπτά σανίδια, δεμένα μεταξύ τους σε απόσταση 2 ή 3 εκατοστών περίπου. Στα δύο πλαϊνά παραπέτα είχαν βάλει πλεκτό σύρμα, για να μην ξεφύγει κανένας οδοιπόρος κατά λάθος και πέσει στο κενό. Όταν περπατούσε κανείς επάνω της, ολόκληρη η γέφυρα άρχιζε να χοροπηδάει. «Πόσα άτομα να αντέχει άραγε;», αναρωτήθηκα. Η κατασκευή της θύμιζε τις ανάλαφρες κρεμαστές πεζογέφυρες στις πλαγιές στα Ιμαλάια όρη, μόνο που η δική μας ήταν φτιαγμένη με πιο μοντέρνα υλικά.

Προχωρήσαμε και περάσαμε στην απέναντι όχθη ή μάλλον στο απέναντι βουνό. Από 'κει και πέρα ακολουθήσαμε το παλιό μονοπάτι, που περνούσε μέσα από ένα καταπράσινο δάσος. Το τοπίο ήταν υπέροχο, αλλά δεν έπρεπε να ξεχνιόμαστε. Έπρεπε να χτυπάμε εμπρός, δεξιά κι αριστερά την πυκνή βλάστηση με το ραβδί μας, για να διώχνουμε μακριά τα φίδια. Μας είχαν πει ότι εκείνη τη χρονιά είχε πολλά φίδια ενδεχομένως επειδή τον χειμώνα είχε ρίξει ελάχιστα χιόνια. Προχωρήσαμε, όμως, απτόητοι και τελικά φθάσαμε στο Land Rover πιο γρήγορα από τους υπόλοιπους, οι οποίοι είχαν ακολουθήσει τον κανονικό δρόμο της ποταμιάς.

Πρώτη μας δουλειά ήταν να απαλλαγούμε από τα βρεγμένα ρούχα και παπούτσια. Φάγαμε λίγα μπισκότα, για να ξεγελάσουμε την πείνα μας. Κατόπιν, μαζέψαμε όλα μας τα υπάρχοντα μέσα στους σάκους και τα φορτώσαμε στο αμάξι. Κάναμε ένα λεπτομερή έλεγχο, για να μην ξεχάσουμε τίποτε. Κάποιοι άλλοι, όμως, φαίνεται δεν πρόσεξαν και ξέχασαν τα παπούτσια τους, τα οποία βρήκαμε εμείς επάνω στα βράχια.


Η επιστροφή

Η διαδρομή με το Land Rover, κάπου μιάμιση ώρα μέχρι τη Δομνίστα, ήταν υπέροχη αλλά ιδιαίτερα κουραστική για μας που καθόμασταν επάνω στον ξύλινο πλαϊνό πάγκο της καρότσας και όχι σε κανονική, μαλακή θέση με πλάτη. Σε κάθε απότομη φουρκέτα βλέπαμε κάτω τη βαθιά χαράδρα. Το Land Rover αγκομαχούσε στους ανήφορους και προχωρούσε αργά-αργά και πολύ προσεκτικά στους απότομους γλιστερούς κατήφορους.

Όταν φθάσαμε στη Δομνίστα, άρχισε να έχει σήμα και το κινητό τηλέφωνο κι έτσι μπορέσαμε να δώσουμε σήμα στους δικούς μας ότι η όλη επιχείρησή μας είχε αίσιο τέλος. Δυστυχώς, το βράδυ έπρεπε να επιστρέψουμε στην Αθήνα, λόγω ανειλημμένων κοινωνικών υποχρεώσεων, κι έτσι δεν μπορέσαμε να διασχίσουμε το φαράγγι του Βόθωνα. Ίσως κάποια άλλη φορά…

Η μετεωρολογική υπηρεσία προέβλεπε για εκείνη τη μέρα πολύ ισχυρούς ανέμους σ' όλη την Ελλάδα. Η δική μου εκτίμηση ήταν, από την πείρα μου, ότι μέσα στα βαθιά φαράγγια της ορεινής Ευρυτανίας οι άνεμοι θα έπρεπε να φθάνουν σημαντικά εξασθενημένοι. Και αποδείχθηκε απολύτως σωστή. Η επιλογή μου να προτιμήσω εξόρμηση σε φαράγγι κι όχι σε κάποιο πέλαγος ήταν τελικά σοφή. Γιατί, όπως έμαθα αργότερα, όσοι έκαναν θαλασσινές εκδρομές με σκάφη ταλαιπωρήθηκαν αφάνταστα και μερικοί μάλιστα κινδύνεψαν....

Σε μας η μόνη ενόχληση από τον άνεμο ήταν ότι κρυώσαμε λίγο παραπάνω όταν βράχηκαν τα ρούχα μας…


Το υπέροχο παγωμένο φαράγγι Πάντα Βρέχει

Όλοι όσοι έχουν κάνει αυτή την υπέροχη διαδρομή με ζεστές θερμοκρασίες που έχουν απολαύσει το μόνιμο, δροσιστικό, φυσικό ντους από τους αλλεπάλληλους μικρούς καταρράκτες θα εκτιμήσουν ιδιαιτέρως το σπάνιο χειμωνιάτικο θέαμα που προσφέρει. Χιόνι και πάγοι κάνουν το τοπίο ιδιαίτερα φαντασμαγορικό και πολύ ασυνήθιστο για τη χώρα μας!

Σύμφωνα με τον ιστότοπο evrytanika.gr οι θερμοκρασίες τις πρώτες μέρες του Γενάρη 2017 είχαν φτάσει τους -15 βαθμούς, γεγονός που μεταμόρφωσε τα νερά των καταρρακτών σε πάγο.

Πνευματικά δικαιώματα adventurouslife.gr